ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”THE ZONE OF INTEREST”, ΤΡΙΤΗ 19/03/2024, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

Ζώνη Ενδιαφέροντος

The Zone of Interest

του Τζόναθαν Γκλέιζερ

Η «κοινοτοπία του Κακού» σε μορφή οικογενειακού δράματος, ή ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, όταν αυτός είναι ο Ρούντολφ Ες.

Το πρώτο πράγμα που σε καλύπτει μ’ ένα στρώμα ψύχους είναι η φωτογραφία του «The Zone of Interest», της πρώτης δουλειάς που παρουσιάζει ο Βρετανός Τζόναθαν Γκλέιζερ μετά το «Κάτω από το Δέρμα» του 2014. Τόσο καθαρή ώστε να διαγράφεται κάθε λεπτομέρεια της πλούσιας, καταπράσινης φύσης, του ολόλευκου δέρματος, του γυαλιστερού μαύρου σκύλου, των καλοσιδερωμένων ρούχων. Τόσο αποστειρωμένη ώστε, χωρίς αιτιολογία, να σε σπρώχνει μακριά. Η περίσταση μοιάζει ειδυλλιακή – το ένστικτο σε έχει ήδη βυθίσει στον εφιάλτη.

Αυτή είναι η ιστορία, χαλαρά βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Μάρτιν Εϊμις του 2014, της καθημερινότητας του Ρούντολφ Ες και της οικογένειάς του, όσο έζησαν στο κομψό σπιτάκι με τον κήπο, δίπλα στο ποτάμι, αντικριστά στον τοίχο του Άουσβιτς. Γύρω από το στρατόπεδο, η «ζώνη ενδιαφέροντος». Μέσα στο σπίτι, μια μπαναλιτέ που παραλύει τις αισθήσεις. Τρόμος, ησυχία και χαμόγελο.

Ο Ρούντολφ Ες, ο Διοικητής του Άουσβιτς, είναι ένας ήρεμος άντρας, σύζυγος με κατανόηση – ακόμα κι όταν η γυναίκα του, Χέντβιγκ (η ήδη πολυβραβευμένη για το ρόλο της, Σάντρα Ούλερ), στα πρόθυρα της νεόπλουτης υστερίας), προβάλλει αντιστάσεις για την επικείμενη μετάθεσή του: εκείνη δεν θέλει να μετακομίσουν, θέλει να μείνουν εδώ, είναι ιδανικός τόπος για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, δίπλα στη φύση, με την απλότητα της βουκολικής ζωής. Η ζωή στο σπίτι κυλά με τις αναμενόμενες μεταπτώσεις, εντολές στις υπηρέτριες (αποστεωμένες, βωβές κοπέλες, τυχερές που κάθε τόσο η κυρία τούς μοιράζει ρούχα κι εσώρουχα που βρήκε… πού;), «εργάτες» με ριγέ στολές που φέρνουν «λίπασμα» για τον κήπο, ευχάριστο απογευματινό τσάι με άλλες κυρίες αξιωματικών και χαριτωμένα κουτσομπολιά, ή σχόλια για μόδες, σαν το όμορφο φορεματάκι που η μία πήρε από εκείνη την Εβραιοπούλα. Ανεμελιά για τα παιδιά που απολαμβάνουν το μπάνιο τα Σαββατοκύριακα, ή παίζουν στα κρεβάτια τους – με οδοντικές γέφυρες που φυλούν σ’ ένα κουτάκι. Εντάσεις με την πεθερά, τη μητέρα της Χέντβιγκ, τη μόνη που αφήνει να διαφανεί μια απορία για το ανθυγιεινό περιβάλλον. Και στο φόντο το φουγάρο που φτύνει μαύρο καπνό και δυσοσμία που νομίζεις ότι αισθάνεσαι.

Σε κάθε κάδρο, στιγμές οικογενειακής ρουτίνας, στιγμές παράνοιας. Οι δυο στρατιώτες με τα πολυβόλα που διασχίζουν το πάνω μέρος του κάδρου, σχεδόν απαρατήρητοι. Έξω από τον παραδεισένιο κήπο με τα πολύχρωμα λουλούδια που μυρίζει το αφράτο μωρό, ο χαρακτηριστικός πυργίσκος του Άουσβιτς. Ο ήχος, ο δεύτερος παράγοντας που παγώνει τις αισθήσεις, ήχος που έρχεται από πολύ κοντά, χωρίς να φαίνεται η πηγή του: πάνω από τους διαλόγους, τα γέλια ή τους τσακωμούς, παραγγέλματα που ουρλιάζονται, πυροβολισμοί, κραυγές πόνου. Στιγμές εικαστικών διαλειμμάτων, όπως δυο ολόκληρες σεκάνς σε αρνητικό, απομονωμένες, παράλληλες δράσεις, με το δικό τους αντιθετικό νόημα.

Ο Τζόναθαν Γκλέιζερ είναι ένας ψυχρός σκηνοθέτης, σαν τον Χάνεκε που περιβάλλει με ανέκφραστη κομψότητα τη βία των ιστοριών του. Ψυχρά κοιτάζει κι αυτό το σύμπαν, τον Ρούντολφ Ες που προβληματίζεται με τη δουλειά του, εάν ο φούρνος κυκλικής καύσης είναι, τελικά, πιο αποτελεσματικός για την αποτέφρωση των «φορτίων», ή που ξεπλένει καλά το μόριό του μετά από μια ερωτική ατασθαλία στο γραφείο του. Δείχνει, χωρίς να υποδεικνύει. Άλλωστε, δεν έχει νόημα να υποδείξει κάτι. Τα εγκλήματα τα έχει καταγράψει η Ιστορία, για την κοινοτοπία του Κακού έχει γράψει η Χάνα Αρεντ, εάν είσαι αρνητής του Ολοκαυτώματος ή φασίστας, δεν θα σ’ επαναφέρει στη λογική μία ταινία. Δεν χρειάζεται συναισθηματική νοημοσύνη για να κρίνεις. Χρειάζονται ακριβώς αυτά που προσφέρει: μια προσέγγιση ταυτόχρονα εγκεφαλική και πραγματιστική, μια ομορφιά κομμένη και ραμμένη με χάρακα, με αυστηρές γραμμές και παραδοσιακές αξίες. Με ενέσεις παραμυθιού, όταν αυτό είναι το «Χάνσελ και Γκρέτελ», το πιο γκροτέσκ, πιο αιματοβαμμένο απ’ όλα τα παραμύθια της φρίκης.

Αν κάτι περισσεύει, ίσως είναι η «επίσκεψη» της κάμερας, στο φινάλε (όχι, κανένα σπόιλερ), στο πραγματικό Άουσβιτς του σήμερα, στο μουσείο (παρότι κι εδώ με μια προσέγγιση καθημερινότητας, με το συνεργείο καθαρισμού να σκουπίζει τα δάπεδα και να γυαλίζει τις βιτρίνες με τ’ απομεινάρια του θανάτου). Τα νοήματα έχουν τεθεί, δεν χρειάζεται παραπάνω επεξήγηση. Μόνο μια υπενθύμιση, του Τζόναθαν Γκλέιζερ, ανάμεσα στις γραμμές και στις σκηνές, ότι το Κακό ζει μέσα στην πεζότητα, ότι τα πρόσωπα εξουσίας του δικού μας κόσμου χρειάζονται εξονυχιστική παρατήρηση γιατί κι εκείνα μπορεί να το κρύβουν μέσα στις κλισέ φράσεις τους, τις αναμενόμενες εμφανίσεις τους, τη δική τους ρουτίνα. Λίγες φορές βλέπεις στο σινεμά μια αποθέωση της μπαναλιτέ τόσο έντεχνη, σπάνια μια ταινία που σε αναστατώνει χωρίς να προσπαθεί να το προκαλέσει. Γιατί τίποτε στην ταινία του Γκλέιζερ δεν είναι κοινότοπο και όλα είναι, με τον πιο σαδιστικό τρόπο.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”LA NUIT DES ROIS (Η ΝΥΧΤΑ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΙΑΔΩΝ), ΤΡΙΤΗ 13/02/2024, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΥ 46

Η Νύχτα των Βασιλιάδων

La Nuit des Rois  του Φίλιπ Λακότ

Πραγματικότητα και φαντασία γίνονται ένα στο σχεδόν παραισθησιογόνο φιλμ του Φιλίπ Λακότ από την Ακτή του Ελεφαντοστού. Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στους Ορίζοντες στο Φεστιβάλ Βενετίας, διακρίσεις στα Φεστιβάλ του Ρότερνταμ και της Θεσσαλονίκης.

Η θρυλική φυλακή La Maca στην Ακτή του Ελεφαντοστού είχε κατασκευαστεί για να στεγάσει 1500 κρατούμενους, αλλά σήμερα φιλοξενεί περισσότερους από 5000 ανθρώπους που ζουν σε ένα συγκρότημα που βρίσκεται στο κέντρο ενός εθνικού πάρκου, περιτριγυρισμένου από τη ζούγκλα, που στο κέντρο του βρίσκεται ένας λαβύρινθος που ξεκινάει από το κέντρο, μια μεγάλη αίθουσα όπου συγκεντρώνονται όλοι οι κρατούμενοι και χάνεται μέσα από δαιδαλώδεις διαδρόμους στο χάος.

Στην πραγματικότητα, η φυλακή διοικείται από τους ίδιους τους κρατούμενους που, σε μια μικρογραφία μιας κοινωνίας, προσπαθούν να επιβάλλουν τους δικούς τους νόμους, κυρίως να επιβιώσουν. Ή ιδανικά να μην ξεχαστούν σε ένα κόσμο που τους αντιμετωπίζει περισσότερο ως μια ανθρώπινη φυλή που δεν θα μπορέσει ποτέ ξανά να βρει τη θέση της στον ελεύθερο κόσμο.

Ο Μαυρογένης, κραταιός μέχρι πρότινος αρχηγός της φυλακής, βλέπει τα γένια του να ασπρίζουν και τις αντοχές του να εξαντλούνται. Σύμφωνα με το τελετουργικό, θα πρέπει να αποσυρθεί, να βρει το διάδοχό του και μετά να αυτοκτονήσει. Θα τον βρει σε έναν νεαρό που φτάνει μόλις στις φυλακές, θα τον ονομάσει Ρομάν (που στα γαλλικά σημαίνει μυθιστόρημα) και θα του αναθέσει μια δύσκολη αποστολή: κάθε βράδυ και όσο διαρκεί το κόκκινο φεγγάρι θα πρέπει να αφηγείται ιστορίες μέχρι που ξημερώνει. Και το ίδιο και την επόμενη μέρα και την επόμενη. Αν τα καταφέρει θα γίνει ο διάδοχος του «θρόνου». Αν όχι, θα χάσει τη ζωή του ως άλλη Σεχραζάτ από τις «Χίλιες και Μια Νύχτες».

Ό,τι ξεκινάει ως μια παράδοξη παραβολή πάνω στην εξουσία υπαγορευμένη και από τον ίδιο τον τίτλο της δεύτερης (μετά το «Run» που είχε κάνει πρεμιέρα στο ένα Κάποιο Βλέμμα των Καννών το 2014) ταινίας του καταγόμενου από την Ακτή του Ελεφαντοστού Φιλιπ Λακότ, γίνεται γρήγορα μια συναρπαστική εικονογράφηση των πιο διακριτών αντιθέσεων που εκ των πραγμάτων προκαλεί η εικόνα δεκάδων κρατουμένων συγκεντρωμένων γύρω από έναν «παραμυθά», με την ατμόσφαιρα να μυρίζει βία, ιδρώτα και ανδρικό πόθο σε σχεδόν ισόποσες αλλά σε κάθε περίπτωση απαγορευμένες δόσεις.

Στην κόψη του ρεαλισμού με τη μυθοπλασία, αλλά κυρίως της αλήθειας και του θρύλου, η «Νύχτα των Βασιλιάδων» δεν αργεί να μεταφερθεί στη σφαίρα του μύθου, με την πρωτόγνωρη και συχνά ανεξέλεγκτη τόλμη ενός θαρραλέου δημιουργού.

Δεν είναι μόνο οι σκηνές της ιστορίας από το παρελθόν που αφηγείται ο Ρομάν που καταφέρνουν να ενσωματώσουν την παράδοση της Ακτής του Ελεφαντοστού μέσα στο πεζό περιβάλλον των φυλακών (με έξτρα μπόνους τα απίθανα ειδικά εφέ), ούτε μόνο οι μικρές απροσδόκητες στιγμές ποίησης που μοιάζουν να αναδύονται μέσα από την πιο σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης κατάστασης.

Η πρωτοτυπία της ταινίας του Φιλίπ Λακότ και συνεπακόλουθα η δύναμή της, έγκειται στο γεγονός ότι δεν φοβάται να τοποθετήσει στο πιο αταίριαστο μέρος μια μεταφορά πάνω στη δύναμη της αφήγησης και του ίδιου του θεάτρου ή του σινεμά (παραπέμποντας στο «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι), κρατώντας αλώβητο τον ιμπρεσιονισμό με τον οποίο τελικά ολοκληρώνει ένα παραμύθι για τη διατήρηση της μνήμης, τα προφορικά αρχεία, τις πρωταρχικές έννοιες όπως αυτή της ελευθερίας που πρέπει να μπορέσουν να αρθρωθούν πριν αποκτήσουν το πραγματικό τους νόημα.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”THE OLD OAK”, ΤΡΙΤΗ 23/01/2024, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

Η Τελευταία Παμπ

The Old Oak

του Κεν Λόουτς

Το κύκνειο άσμα του Κεν Λόουτς είναι η ανθρωπιστική ταινία που περιμένεις, σίγουρα όχι από τις καλύτερές του, αλλά με καίριο σχόλιο για τον βρετανικό απομονωτισμό και απλούστατη διατύπωση.

Ο Κεν Λόουτς έχει ανακοινώσει ότι το «The Old Oak» είναι η τελευταία του ταινία για το σινεμά. Κι αν αυτό ισχύσει, θα έχει κλείσει τη φιλμογραφία του με μια ταινία που τον αντιπροσωπεύει απόλυτα – έστω κι αν δεν είναι από εκείνες που ξεχωρίζουν στην κινηματογραφική Ιστορία.

Σήμερα, σ’ ένα χωριό της βορειοανατολικής Αγγλίας, κάποτε τόπο ανθρακωρύχων, τώρα παρηκμασμένο και φτωχό, ζει ο Τίτζεϊ, ιδιοκτήτης της τελευταίας παμπ της περιοχής. Το «The Old Oak», η παλιά βελανιδιά, είναι λίγο σαν και τον ίδιο: απαράλλαχτη τις τελευταίες δεκαετίες, αποκούμπι για τους ντόπιους, μισοχαλασμένη, λίγο θλιβερή. Όταν στο χωριό τοποθετούνται πρόσφυγες από τη Συρία, ο Τίτζεϊ γνωρίζει τη νεαρή Γιάρα που έχει αγάπη για τη φωτογραφία και τους ανθρώπους. Στον εφιάλτη του τραμπουκισμού των Σύρων από τους ντόπιους κάθε ηλικίας, η Γιάρα έχει την απάντηση: να διοργανώσουν, μαζί, συσίτιο για Αγγλους και πρόσφυγες, για όποιους έχουν ανάγκη, γιατί το φαγητό είναι η μόνη δραστηριότητα που μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να μονιάσουν. Και να το κάνουν, φυσικά, στον πίσω χώρο της παμπ, που μαζί θα ανακαινίσουν. Όμως οι συντοπίτες του Τίτζεϊ δεν βλέπουν αυτή την ιδέα με καλό μάτι.

Μ’ ένα σενάριο γραμμένο και πάλι, φυσικά, παρέα με τον Πολ Λάβερτι, η ταινία υποφέρει από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των πρόσφατων φιλμ του Λόουτς. Ένας υπερβολικός μελοδραματισμός, διάλογοι διατυπωμένοι με απλοϊκότητα κι έλλειψη βάθους, ερμηνείες ερασιτεχνικές που αδυνατούν να δώσουν βάρος στους ήρωες, ειδικά από τον Ντέιβ Τέρνερ που ενσαρκώνει τον Τίτζεϊ, τον οποίο έχουμε δει και στο «I, Daniel Blake» και στο «Sorry We Missed You». Η Σύρια Εμπλα Μαρί (πρόταση στον Λόουτς από την Παλαιστίνια σκηνοθέτη Ανμαρί Τζασίρ), έχει ένα πρόσωπο τόσο μαγνητικό που της συγχωρείται κάθε υποκριτική αδεξιότητα.

Ωστόσο, ο Κεν Λόουτς, με μια υπογραφή που αναγκάζει τον (κινηματογραφικό) κόσμο να τον ακούσει, γνωρίζει καλά πώς να θίξει τα επίκαιρα και κατακρίνει, εδώ, με την επαγωγική μέθοδο, την αντιμετώπιση του προσφυγικού από τη Μεγάλη Βρετανία, την αυξημένη ξενοφοβία που εκδηλώθηκε με το Brexit, την απώλεια της ομόνοιας στις μικρές κοινωνίες, τον ρατσισμό. Ήρεμα, τρυφερά, με μια ίσως αδικαιολόγητη, ίσως σκόπιμη απλοϊκότητα και με μια δυνατή φωνή που δεν έχει τίποτα να φοβηθεί.

15 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ Η ΕΛ.ΑΣ. ΔΟΛΟΦΟΝΕΙ – ΤΡΙΤΗ : 5/12 στις 20:30 στο Αυτόνομο Στέκι Καβάλας προβολή του ντοκιμαντέρ ”Εξέγερση Δεκέμβρης 2008: Μόνος σου θα πας πιο γρήγορα, μαζί θα πάμε πιο μακριά” – ΤΕΤΑΡΤΗ 6/12 στις 18:00 στο Δημοτικό κήπο Καβάλας Συγκέντρωση – Μικροφωνική

Εξέγερση Δεκέμβρης 2008: Μόνος σου θα πας πιο γρήγορα, μαζί θα πάμε πιο μακριά

Το ντοκιμαντέρ αυτό το γύρισε η Κλεμ, μία Γαλλίδα συντρόφισσα που έμενε εκείνον τον καιρό στην Αθήνα, στην κατάληψη της Σκαραμαγκά. Δυστυχώς, η Κλεμ έφυγε ξαφνικά από τη ζωή το 2013, αφήνοντας την ταινία λίγο πριν από την τελική μορφή που θα ήθελε να της δώσει. Παρόλα αυτά, οι κοντινοί της άνθρωποι σε Ελλάδα και Γαλλία κρίναμε ότι η ταινία μπορεί να προβληθεί ως έχει, και πιστεύουμε ότι έχει ιδιαίτερη αξία, καθότι πρόκειται για πρωτότυπο υλικό που δεν υπάρχει αντίστοιχό του για τα γεγονότα του Δεκέμβρη, γυρισμένο από και για το κίνημα, το καλοκαίρι του 2010, όταν οι μνήμες της εξέγερσης του Δεκέμβρη ήταν ακόμα πολύ νωπές στο μυαλό και την ψυχή όλων μας. Μετά λοιπόν από αρκετό καιρό ολοκληρώσαμε τον υποτιτλισμό και προσθέσαμε ένα επεξηγηματικό σημείωμα στο τέλος για την Κλεμ και την πορεία αυτής της ταινίας. Ο τίτλος που αποφασίσαμε να δώσουμε στην ταινία είναι το σύνθημα “Μόνος σου θα πας πιο γρήγορα, μαζί θα πάμε πιο μακριά”, που ήταν από τις αγαπημένες φράσεις της Κλεμ.

Συντροφικά, κάποιοι φίλοι της Κλεμ…

ΤΡΙΤΗ 21/11/2023, ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”WEEK – END”, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

Week-end

του Ζαν-Λικ Γκοντάρ

H ταινία που σήμανε το οριστικό φινάλε στο «αστικό σινεμά» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ και προφήτευσε τον Μάη του ’68.

Τέλος της ιστορίας. Τέλος του σινεμά.

Αυτό ήταν για τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ το «Week-end», μια ταινία πού όχι μόνο σφράγισε το τέλος της πρώτης περιόδου του «αστικού σινεμά» της καριέρας του, αλλά προ οικονόμησε, ένα χρόνο πριν, το ξέσπασμα του Μάη του 68, αυτού του σαρωτικού κινήματος αμφισβήτησης, του οποίου ο Γάλλος σκηνοθέτης υπήρξε ταγός και πρωτοπόρος.

Κι αν υπάρχει μια ταινία στη φιλμογραφία του, η οποία είναι όντως η αλήθεια σε 24 πλάνα το δευτερόλεπτο και το ψέμα σε κάθε λήψη, αυτή δεν είναι άλλη από το «Week-end», όπου τα πάντα και οι πάντες μοιάζουν να βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους: ο σκηνοθέτης με το θέμα του, τους ηθοποιούς του και τους θεατές, ο ήχος με την εικόνα, το σημείο με το σημαινόμενο, το σινεμά ως αναπαραστατική απεικόνιση της αλήθειας με τον ίδιο του τον εαυτό.

Ο πόλεμος αυτός ξεκινά ήδη από τον τίτλο. Το Week-end, συμβολικό τέλος της εργάσιμης εβδομάδας και χρόνος ανάπαυσης, δεν είναι παρά ένα κατασκεύασμα του καπιταλιστικού τρόπου οικονομικής οργάνωσης και του καταμερισμού της εργασίας, μία φαινομενική κατάκτηση των εργαζομένων, αλλά ουσιαστικά αναπόσπαστο τμήμα της ορθολογικοποίησης της παραγωγής, όπως την εμπνεύστηκε ο Χένρι Φορντ. Δεν είναι τυχαία λοιπόν η χρονική περίοδος στην οποία ο Γκοντάρ, τοποθετεί το ταξίδι του πρωταγωνιστικού του ζεύγους, του Ρολάν και της Κορίν, ενός ανδρόγυνου εύπορων μεσοαστών, οι οποίοι ενώ ήδη από τα πρώτα πλάνα της ταινίας μηχανορραφούν ο ένας το χαμό του άλλου, αποφασίζουν από κοινού να ταξιδέψουν μαζί στη γαλλική επαρχία προκειμένου να εξασφαλίσουν την κληρονομιά του ετοιμοθάνατου πατέρα της Κορίν, καταφεύγοντας ακόμα και στο φόνο της μητέρας της, αν αυτό χρειαστεί.

Το ταξίδι αυτό φυσικά (κι αναμενόμενα, σε ταινία του Γκοντάρ βρισκόμαστε) θα λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Μετά από ένα μποτιλιάρισμα και ένα από τα διασημότερα τράβελινγκ στην ιστορία του σινεμά, μια πένθιμη πομπή για το τέλος της αστικής τάξης, την οποία ο ίδιος ο Γκοντάρ υπονομεύει με τη συνεχή χρήση μεσότιτλων, το ζευγάρι θα συναντήσει στην διάρκεια αυτού του Σαββατοκύριακου, που μόνο 48 ώρες δεν διαρκεί, πτώματα, κατεστραμμένα αυτοκίνητα, επαναστάτες, κακοποιούς, ιστορικές και λογοτεχνικές προσωπικότητες περασμένων αιώνων, ακόμα και το ίδιο το κινηματογραφικό συνεργείο που τους ακολουθεί. Η ατέρμονη περιήγηση σε ένα κάθε άλλο παρά ειδυλλιακό τοπίο που μοιάζει να αντικατοπτρίζει τη σήψη και το τέλμα όλων των χαρακτήρων που έχουν περάσει από την ταινία θα καταλήξει στο πατρικό της Κορίν και στο φόνο, τότε όμως είναι που οι δύο πρωταγωνιστές θα πέσουν στα χέρια μιας ομάδας κανίβαλων τρομοκρατών που αρέσκονται στο να απαγγέλουν χωρία από τα Άσματα του Μαλντορόρ και να μιλούν συνθηματικά μεταξύ τους με τίτλους από ταινίες.

Σε μια εποχή αναβρασμού και άρνησης των δομών και των παγιωμένων αντιλήψεων της καθεστηκυίας τάξης, με τον Ρολάν Μπαρτ να διακηρύσσει το θάνατο του δημιουργού και τη γέννηση του αναγνώστη και τον Ζακ Λακάν να επανατοποθετεί το ασυνείδητο (και την αδυναμία της γλώσσας να το εκφράσει) στο επίκεντρο του ψυχαναλυτικού προβληματισμού, ο Γκοντάρ βλέπει το τέλος του Δυτικού πολιτισμού και το τέλος του σινεμά ως μια κατάμαυρη σάτιρα, όπου κανείς δε γελάει γιατί αδυνατεί να κατανοήσει το αστείο, αποχαυνωμένος μέσα στις αφηγηματικές συμβάσεις ενός κινηματογράφου που έχουν ευνουχίσει την κριτική σκέψη του θεατή.

Η ειρωνεία είναι από την αρχή σαφής και πολυεπίπεδη. Το Week-end είναι μια ταινία που «βρίσκεται σε μια χωματερή», «ανεμοδαρμένη στο σύμπαν», όπως ο ίδιος ο σκηνοθέτης σπεύδει να μας προϊδεάσει σε δύο από τους μεσότιτλους, οι οποίοι κάνουν διαρκώς την εμφάνισή τους υπονομεύοντας όχι μόνο τη ροή, αλλά και την ίδια την αξιοπιστία των όσων συμβαίνουν στην οθόνη, αποπροσανατολίζοντας και σπαζοκεφαλιάζοντας το θεατή, που βγαίνει από το λήθαργο της παθητικής πρόσληψης και προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει το σημειολογικό βομβαρδισμό που δέχεται.

Τίποτα δε μένει όρθιο στην επίθεση του Γκοντάρ. Ο γάμος και η αγία οικογένεια αποδομούνται από την αρχή κιόλας με το κάθε άλλο παρά μονογαμικό ζευγάρι να δολοπλοκεί αμφοτέρωθεν και να εποφθαλμιά μία κληρονομιά, η οποία είναι τελικά ο μοναδικός συνδετικός κρίκος. Η λογοτεχνία δια μέσου της ίδιας της Εμιλι Μπροντέ ρίχνεται κυριολεκτικά στην πυρά ως άλλος ένας μηχανισμός εφησυχασμού της αστικής τάξης. Ο διαφωτισμός και η Γαλλική Επανάσταση λοιδορούνται από την δημαγωγική παρουσία του συνεργάτη του Ροβεσπιέρου Σεντ Ζιστ. Η σύγχρονη μουσική είναι «πιθανότητα η μεγαλύτερη αποτυχία στην ιστορία του πολιτισμού». Ο καταναλωτισμός γίνεται η νέα θρησκεία και τα κατ’ εξοχήν σύμβολά του, τα αυτοκίνητα, είναι οι νέοι ναοί, όπου δοξολογείται η ευμάρεια, καταλήγουν όμως φλεγόμενα σαράβαλα σε κάθε γωνιά των επαρχιακών δρόμων, οι οποίοι δεν ενώνουν πλέον μέρη, ούτε ιδέες, όπως έκαναν κάποτε, αλλά δικτυώνουν την εντροπική παθογένεια.

Οι αναφορές του Γκοντάρ είναι ανεξάντλητες: Ο Ζορζ Μπατάιγ και Η «Ιστορία του Ματιού», ο Λιούις Κάρολ και «Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», ο Λουί Μπουνιουέλ και ο «Εξολοθρευτής Αγγελος», ο Φρίντριχ Ενγκελς και «Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους», ο Μότσαρτ, ο Μπέργκμαν, ο Μπρεχτ και ο Χομπς είναι μερικές μόνο από τις κρυφές ή φανερές, αλλά σίγουρα αντιφατικές κι ετερόκλητες συνιστώσες ενός έργου πολύσημου, αναρχικού και ταυτόχρονα άψογα δομημένου, το οποίο αποδομεί στο τέλος τον ίδιο του τον εαυτό, όχι μόνο μέσω της κατακερματισμένης αφήγησης και της αποστασιοποίησης, αλλά τοποθετώντας τους ίδιους τους ηθοποιούς να αναφωνούν στα μισά κιόλας ότι «πρωταγωνιστούν σε μια σάπια ταινία, γεμάτη τρελούς ανθρώπους».

Αυτός είναι ένας μόνο από τους πολλούς αφορισμούς που ακούγονται στην ταινία, με τους οποίους ο Γκοντάρ πάντα αρεσκόταν να κλείνει το μάτι και να βγάζει τη γλώσσα στην τέχνη που σε όλη του την καριέρα προσπάθησε να υπηρετήσει διαλύοντάς την στα εξ ων συνετέθη. Η ιστορία αλλά και η φιλμογραφία του σκηνοθέτη απέδειξαν τελικά ότι η επανάσταση απέτυχε και το μόνο που έμεινε είναι ο ίδιος κυνισμός με τον οποίο η πρωταγωνίστρια Μιρέιγ Νταρκ μασουλά τα εντόσθια του συζύγου της, αφήνοντας κάτι περισσότερο για μετά.

Ίσως τελικά το «Week-end» να μην είναι τίποτα περισσότερο από αυτό.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”PRISON 77/ MODELO 77”, ΤΡΙΤΗ 7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

Η Απόδραση του ’77

Modelo 77

του Αλμπέρτο Ροντρίγκεζ

Ο σκηνοθέτης του «Μικρού Νησιού» επιστρέφει μ’ ένα αγωνιώδες, κλειστοφοβικό και βίαιο πολιτικό θρίλερ, βασισμένο στην αληθινή απόδραση από τις φυλακές της Βαρκελώνης – δύο χρόνια μετά την πτώση του καθεστώτος του Φράνκο. Τόσο έντονο που μένει χαραγμένο στο νου για ώρες αφού έχει τελειώσει.

Λίγο μετά την κατάρρευση της δικτατορίας του Φράνκο στην Ισπανία και τη μετάβασή της προς δημοκρατία, ο Μανουέλ (Μιγκέλ Χεράν – ο «Ρίο» στην «Τέλεια Ληστεία») φυλακίζεται αδίκως για υποκλοπή χρημάτων που δανείστηκε από την εργασία του. Εκεί, ο φανταστικός αυτός χαρακτήρας ανακαλύπτει τις πολύ αληθινές άθλιες και φασιστικές πτυχές της φυλακής, όπου είναι ακόμα φυλακισμένοι «ανεπιθύμητοι» του τέως φασιστικού καθεστώτος, θα εμπλακεί σε ένα αληθινό επαναστατικό κίνημα φυλακισμένων και τελικά θα συμμετάσχει σε μια από τις μεγαλύτερες μαζικές αποδράσεις φυλακισμένων στην ιστορία, όπου πάνω από 175 φυλακισμένοι του καθεστώτος απέδρασαν από τις φυλακές τους όταν δεν τους χορηγήθηκε η αμνηστία που δικαιούνταν από το νέο δημοκρατικό καθεστώς.

Με την εισαγωγή ενός απλού, καθημερινού ανθρώπου σαν τον Μανουέλ, η ταινία μας εισάγει μ’ έναν εύπεπτο τρόπο στον κόσμο της φυλακής και τους κανόνες της, που θυμίζει την ταινία «Τελευταία Εξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ». Ωστόσο, σε αντίθεση με την ταινία του Φρανκ Ντάραμποντ, που είναι μια οπτιμιστική, αν και σκληρή, ταινία, ένας αέρας τρόμου και πεσιμισμού διακατέχει εξολοκλήρου την «Απόδραση». Η βία, από φυλακισμένους και φρουρούς, μπορεί να ξεσπάσει σε οποιαδήποτε στιγμή, με πολύ άσχημο τρόπο. Οι υποκινητές της παρουσιάζονται περισσότερο ως μια απρόσωπη δύναμη, με την οποία είναι πρακτικά αδύνατο για τον πρωταγωνιστή να διαπραγματευτεί, ξεκάθαρος παραλληλισμός του φαντάσματος του φασισμού, το οποίο ζει και βασιλεύει ακόμα τόσο στον κόσμο της φυλακής όσο και εκτός της.

Σε συνδυασμό με την παγερή αδιαφορία των φρουρών ή και την άμεση συμμετοχή τους ακόμα, και τη σκοτεινή, κλειστοφοβική φωτογραφία σε φιλμ που σπάνια απομακρύνεται από τη φυλακή, η ταινία τού έτσι κι αλλιώς διαρκώς υποσχόμενου Αλμπέρτο Ροντρίγκεζ του υπέροχου ”Μικρού Νησιού” δημιουργεί έναν αφιλόξενο κόσμο που, ταυτόχρονα, σε βυθίζει μέσα του, δοκιμάζοντας την υπομονή και αντοχή του θεατή στο πόσο μπορούν να βασανιστούν και να ανταπεξέλθουν οι χαρακτήρες.

Οι χαρακτήρες, κυρίως από την πλευρά των κρατουμένων, είναι ανεπτυγμένοι όσο τους αξίζει. Ο θεατής τους ακολουθεί με ενδιαφέρον στις πλεκτάνες τους και ταυτίζεται με τα συναισθήματά τους, ακόμη και μετά από τη διαπίστωση ότι μιλάμε για φανταστικούς χαρακτήρες που προφανώς βασίζονται σε πραγματικές ιστορίες. Έχοντας στο νου κατά πόσο ελάχιστα μπορεί να παρέχονται για τους πραγματικούς πρωταγωνιστές της απόδρασης στην πραγματική ζωή (τα φασιστικά καθεστώτα δεν φημίζονται για την ακριβή καταγραφή των φυλακισμένων τους), βλέπει κανείς γιατί πήραν τον δρόμο της μυθοπλασίας.

Οι σκηνές στο Σωματείο Αμνηστίας Κρατουμένων (το επαναστατικό κίνημα) και των επαναστατικών και διαπραγματευτικών δράσεων του είναι ίσως οι πιο ενδιαφέρουσες. Με ξεκάθαρη στήριξη στο κίνημα, προσφέρουν ένα παράθυρο σε μια ξεχασμένη πτυχή της ευρωπαϊκής ιστορίας, και μας παρέχουν αρκετές πληροφορίες ώστε να νιώθουν οι θεατές τον πόνο και την αγανάκτηση των μελών τους, και να συμπάσχουν μαζί τους στις περιπέτειές τους.

Ωστόσο, ο πρωταγωνιστής είναι -ίσως σκόπιμα- αρκετά λιγότερο ανεπτυγμένος από τους περιφερειακούς χαρακτήρες, με αποτέλεσμα να υπάρχει το αίσθημα ότι κατευθύνεται από την ιστορία, παρά ο ίδιος να την κατευθύνει. Με τις δοκιμασίες, όμως, που περνάει, σταδιακά αποκτάει την αυτονομία να καταστρώσει την επώνυμη απόδραση, η οποία είναι αρκετά εντυπωσιακή. Είναι ένα σημείο φωτός στην συνεχώς σκοτεινή εμπειρία μιας ταινίας που αποτελεί ένα βαρύ αλλά σημαντικό πολιτικό έργο, που αξιοποιεί κάθε δυνατό μέσο να φωτίσει αυτήν την άγνωστη ιστορική πτυχή. Αν και θα δοκιμάσει πολλούς θεατές, το σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να την ξεχάσουν τώρα σύντομα, και θα τους θυμίσει – πόσο σημαντικό σήμερα – το κατά πόσο ο φασισμός όντως μπορεί να εξαλειφθεί.

Προβολή της ταινίας ”ASTEROID CITY”, Τρίτη 29/08/2023, στις 21:30, στο παρκάκι της κατάληψης Βύρωνος 3

Asteroid City

Βρισκόμαστε στο 1955 στη μέση της ερήμου των νοτιοδυτικών Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και στην Asteroid City που μετρά 87 κατοίκους. Το όνομά της το πήρε επειδή κάποτε ένας μετεωρίτης είχε πέσει σε κοντινό σημείο δημιουργώντας έναν κρατήρα. Εκεί, θα καταφθάσουν τουρίστες και νεαροί αστροπαρατηρητές με τους γονείς τους για ένα συνέδριο.

Το συνέδριο δίνει σε μερικά από αυτά τα παιδιά την ευκαιρία να παρουσιάσουν τις πρωτοποριακές τους εφευρέσεις. Όταν ένας εξωγήινος εισβάλει στην περιοχή, όμως, ο στρατός θα αναγκαστεί να βάλει σε καραντίνα την πόλη, απαγορεύοντας σε όλους να φύγουν. Όλα αυτά που παρακολουθούμε βέβαια είναι μέρος μίας τηλεοπτικής εκπομπής βασισμένη στο θεατρικό του θρυλικού Conrad Earp.

Αυτή είναι η κάπως ομολογουμένως περίπλοκη σύνοψη της νέας ταινίας του Wes Anderson, σε σενάριο του ίδιου και του Roman Coppola, ενώ πρωταγωνιστεί ένα all-star cast ηθοποιών όπως είναι οι: Jason Schwartzman, Scarlett Johansson, Tom Hanks, Jeffrey Wright, Tilda Swinton, Bryan Cranston, Edward Norton, Adrien Brody, Liev Schreiber, Hope Davis, Stephen Park, Rupert Friend, Maya Hawke, Steve Carell, Matt Dillon, Hong Chau, Willem Dafoe, Margot Robbie, Tony Revolori, Jake Ryan και Jeff Goldblum. Διευθυντής φωτογραφίας είναι ο Robert Yeoman, ενώ στη μουσική ακούμε τις γλυκιές μελωδίες του Alexandre Desplat.

Οι ταινίες του Anderson, είναι σε όλους μας γνωστές για τα σχολαστικά σχεδιασμένα σκηνικά τους, τα οποία παρουσιάζουν πάντα μία ξεχωριστή και ιδιαίτερη αισθητική που μεταφέρει τους θεατές σε ένα προσεκτικά κατασκευασμένο σύμπαν. Από τη συμμετρία του πλαισίου μέχρι τις τολμηρές χρωματικές παλέτες, η προσοχή του Anderson στη λεπτομέρεια είναι μοναδική. Κάθε καρέ μοιάζει με έναν εξαιρετικό πίνακα ζωγραφικής, ξυπνώντας μέσα μας ένα αίσθημα μελαγχολίας και νοσταλγίας.

Η χρήση του χρώματος βέβαια δεν είναι καθόλου τυχαία, καθώς παίζει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση της αφήγησης και στην πρόκληση συναισθημάτων. Η σχολαστική προσοχή στις χρωματικές επιλογές δημιουργεί μια οπτική γλώσσα που εμπλουτίζει την αφήγηση και προσθέτει βάθος στους χαρακτήρες. Αναζητώντας απεγνωσμένα την λύτρωση, οι πολύπλοκοι χαρακτήρες του, γεμάτο παραξενιές, υπερβολικοί, ιδιότροποι και εκκεντρικοί, είναι εύκολο να σου κλέψουν την καρδιά.

Για το Asteroid City, όσο αφορά το ύφος αλλά και το περιεχόμενό του, θα μπορούσαμε να πούμε ότι βρίσκεται κάπου μεταξύ στο Moonrise Kingdom και στο The Life Aquatic With Steve Zissou. Ας ξεκαθαρίσουμε όμως κάτι. Αν δεν είσαι fan του σινεμά του, η συγκεκριμένη ταινία δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να σε ακουμπήσει.

Εδώ, η meta-αφήγηση του σκηνοθέτη είναι πολύ πιθανό να πετάξει έξω αρκετούς θεατές, ιδιαίτερα αυτούς που δεν έχουν καμία επαφή με το σινεμά του από προηγούμενες ταινίες. Ωστόσο, θεματικά εξερευνάει και πάλι την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, την παιδική ηλικία αλλά και τον θάνατο. Πάντοτε μέσα από το off-beat χιούμορ του αλλά και από τις άβολες σκηνές που τοποθετεί τους χαρακτήρες του.

Ο Wes Anderson διανύει την καλύτερη περίοδο της καριέρας του. Μετά το French Dispatch και την λογική ενός περιοδικού να ζωντανεύει στην οθόνη σου, έτσι και το Asteroid City, σε τοποθετεί σε μία ιστορία, μέσα σε μία άλλη ιστορία.

Το κινηματογραφικό του όραμα αποτελεί απόδειξη της δυναμικότητας που μπορεί να έχει ένας καλλιτέχνης όταν μένει πιστός και αυθεντικός απέναντι στις δημιουργίες του. Καταφέρνει συνεχώς να ξεπερνάει τα παραδοσιακά όρια του είδους φτιάχνοντας ταινίες τόσο για τους λάτρεις των arthouse, όσο και για το ευρύτερο κοινό.

Με το ξεχωριστό του οπτικό στυλ, την ιδιόρρυθμη και πάντα ενδιαφέρουσα αφήγηση αλλά και με τους εκκεντρικούς του χαρακτήρες, έχει κατακτήσει μία θέση στην βιομηχανία του κινηματογράφου από την οποία δύσκολα θα βρεθεί κάποιος για να του την πάρει.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”RHEINGOLD”, ΤΡΙΤΗ 01/08/2023, ΣΤΙΣ 21:30, ΣΤΟ ΠΑΡΚΑΚΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΒΥΡΩΝΟΣ 3

Το Χρυσάφι του Ρήνου

Rheingold

του Φατίχ Ακίν

Μια απίστευτα αληθινή ιστορία ενός ανθρώπου και του roller coaster που ήταν η ζωή του σε μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες στη Γερμανία για τον Φατίχ Ακίν.

Ο Κούρδος Γκιγουάρ Χατζαμπί γεννήθηκε μέσα σε φυλακή στο Ιράκ κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ στις αρχές του 1980. Είκοσι χρόνια περίπου μετά «ξαναγεννήθηκε» σε μια άλλη φυλακή στη Συρία, ηχογραφώντας τον πρώτο του δίσκο με το όνομα Xatar και έγινε ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες του χιπ-χοπ στη Γερμανία.

Ενδιάμεσα, η ζωή του έρχεται ιδανικά να πάρει οπερατικό κινηματογραφικό τίτλο από το πρώτο μέρος της αριστουργηματικής, επικής τετραλογίας του Ρίχαρντ Βάγκνερ, το «Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν», αλλά και να σκηνοθετηθεί από τον Φατίχ Ακίν σαν μια βιογραφία που, κάπου ανάμεσα στο success story και το «απίστευτο κι όμως αληθινό» ολοκληρώνεται ως μια σύγχρονη παραβολή πάνω στις έννοιες της αδικίας και της δικαίωσης, της ύβρης και της κάθαρσης, του εγκλήματος και της τιμωρίας, της προσπάθειας και της επιτυχίας.

Βασισμένο στην αυτοβιογραφία του Χατζαμπί (με τίτλο «All or Nothing: We Say the World Belongs to You»), το φιλμ του Φατίχ Ακίν συναρμολογεί χρονικά τη ζωή του ήρωα του, από τη γέννηση του σε μια σπηλιά με νυχτερίδες κάτω από τη Γη, την εξορία της οικογένειας του στο Παρίσι, από εκεί στη Βόννη, στις πρώτες συμμορίες, τη διακίνηση μικροποσοτήτων ναρκωτικών, την πρώτη γνωριμία με την κουλτούρα του χιπ-χοπ, την απόδρασή του στην Ολλανδία και τον κόσμο των νυχτερινών κλαμπ και από εκεί πάλι πίσω στη Γερμανία και το μεγάλο κόλπο με τη ληστεία του φορτηγού που μεταφέρει τα χρυσά δόντια των νεκρών από όλη τη χώρα.

Η ταινία ξεκινάει από τη φυλάκιση του Χατζαμπί στη Σύρια και την άρνηση του να απαντήσει «που βρίσκεται ο χρυσός» και ξαναγυρίζει εκεί αφού μέσα στο κελί θα καταφέρει να βρει τη φωνή του, αφήνοντας πίσω του το βίο και την πολιτεία του ανθρώπου που υπήρξε.

Στο πρώτο μέρος, ο Φατίχ Ακίν που γνωρίζουμε και αγαπάμε «δίνει πόνο» (βλ. στιγμές αφοπλιστικού ρεαλισμού) ειδικά στο κομμάτι της ενηλικίωσης του ήρωα του στη Γερμανία), τραβώντας γραμμές προς κάθε κατεύθυνση που φωτίζουν όλες τις πτυχές της προσωπικότητας ενός ταλαντούχου αλλά χαμένου ανθρώπου που ήταν μοναχικό παιδί και που ενηλικιώθηκε προσπαθώντας να βρει ταυτότητα και «σπίτι» σε λάθος μέρη. Οι χαρισματικοί ηθοποιοί που υποδύονται τον Χατζαμπί σε διαφορετικές ηλικίες έρχονται να συναντήσουν τον Εμίλιο Σακράγια, τον τέλειο ηθοποιό στο τέλειο κάστινγκ – όχημα για να τρέξει ακόμη περισσότερο η καταιγιστική αφήγηση μιας ζωής που ήταν σαν φτιαγμένη να γίνει σινεμά.

Στο δεύτερο μέρος, η προσωπική διαδρομή του Χατζαμπί δυστυχώς παραμερίζεται προκειμένου να χαρτογραφηθεί – αλά Γκάι Ρίτσι (και λίγο «του φτωχού») – η θρυλική ληστεία με τα χρυσά δόντια που έγινε το μεγάλο κατόρθωμα του Xatar και ο λόγος για τον οποίο έγινε διάσημος πριν ακόμη γίνει ακόμη πιο διάσημος, μπαίνοντας στη φυλακή και ηχογραφώντας το πρώτο του άλμπουμ σε ένα παράνομα περασμένο από την πύλη κασετοφωνάκι, μονώνοντας τον ήχο κάτω από κουβέρτες.

Εκεί σε αυτές τις μοναδικές – αστείες και ταυτόχρονα τραγικές – στιγμές που ο κύκλος της ζωής του ήρωα του κλείνει για να ελευθερώσει ένα κοσμοπολίτικο heist movie και να επιστρέψει στην αρχική ταινία ενηλικίωσης, ο Ακίν αποδεικνύεται ικανότατος χειριστής του genre-bending και του φωτεινού γυρίσματος μιας σκοτεινής ιστορίας (με άλλους όρους και εντελώς αντίθετα αποτελέσματα το είχε κάνει ξανά στο αποτρόπαιο «Χρυσό Γάντι», την πρώτη του κινηματογραφική βιογραφία).

Γοητευμένος – αν όχι συνεπαρμένος (και αυτό δεν το λέμε για καλό) από τον ήρωα του – στρογγυλεύει (κατά το απόλυτα κινηματογραφικό) το μήνυμα μιας παραβολής που υπό συνθήκες εξωραΐζει την παρανομία, αλλά σε κάθε περίπτωση το τραγούδι που συνθέτει λέει με τον δικό του τρόπο μια αφοπλιστική αλήθεια για το που πρέπει να ψάξει κανείς (μέσα του) για να βρει το πραγματικό χρυσάφι.

Εκδήλωση λήξης της έκθεσης Το Ζωντανό Δάσος, προβολή και συζήτηση με τον Βαγγέλη Δασκαλάκη.

Εκδήλωση λήξης της έκθεσης Το Ζωντανό Δάσος, προβολή και συζήτηση με τον Βαγγέλη Δασκαλάκη.

Προβολή της ταινίας “Τα παιδιά του Ιαγουάρου” [27′ αγγλικοί υπότιτλοι], παραγωγή της διεθνούς αμνηστείας, για τον αγώνα των ιθαγενών Sarayaku της Αμαζονίας.

Μετά την προβολή θα ακολουθήσει συζήτηση.

Από τις εκδηλώσεις για τα 19 χρόνια της Κατάληψης Rosa Nera!!!

….ενδεικτικές ανταποκρίσεις για τα 19α γενέθλια της Κατάληψης Rosa Nera!!!

https://www.facebook.com/SolidarityWithRosaNera
1. Καλοκαίρι στην Κορφή της πόλης.
Με δράστηριότητες για τα παιδιά, ξεκίνησαν τα 19α γενέθλια της κατάληψης Rosa Nera!!!
Από την ομάδα γονέων, τα δίκτυα μάθησης και αλληλέγγυο κόσμο, ξεκινάει μια ολοκαίνουργια «δομή» για τα παιδιά και ένα «καλοκαίρι στην κορφή της πόλης».
Την πιλοτική πρώτη συνάντηση, έγινε κουβένττα όπου τα παιδιά συζήτησαν, έπαιξαν, φάγανε και αποφάσισαν κάποια από τα ενδιαφέροντα που θα έχουν τις επόμενες μέρες!!!
Το απόγευμα οι εκδηλώσεις για τα 19 Χρόνια Κατάληψη Rosa Nera – Πρόγραμμα Εκδηλώσεων των Γενεθλίων συνεχίζονται στις 8 μ.μ. το ανοιχτό διαδραστικό σεμινάριο.
Οργανωμένο από τα δίκτυα μάθησης, με θέμα την δικαιοσύνη μέσα στην κοινότητα.
Από την ομάδα γονέων και τα δίκτυα μάθησης, χρόνια πολλά Rosa!!!
May be an image of 7 people and frisbee
3.To Εργαστήρ Απτικής γιόρτασε δημιουργικά τα 19α γενέθλια με την δημιουργία πανό κολάζ
May be a graphic of activewear, sweatshirt, sweatsuit, rack, clothes hanger and text that says 'Κυρισκι 17.6 16:00 επετειακό εργαστηρ Απτικής δημιουργία πανό κολάζ για τα 19 χρόνια της κατάληψης Rosa Nera'
Возможно, это изображение осветительное оборудование
4. Εικόνες από την εκδήλωση, εισήγηση και συζήτηση, με την ομάδα των Δικτύων Μάθησης. Θέμα της συζήτησης, οι όψεις διερεύνησης και πρακτικής προσέγγισης της έννοιας της κοινοτικής δικαιοσύνης.
5. Παρασκευή 13 Ιούνη καλέστηκε έκτακτη ανοιχτή συνέλευση από την Ρόζα Νέρα, όπου συζητήθηκε η παραγωγή λόγου και δράσης για το ναυάγιο της Πύλου. Συζητήθηκε το πλαίσιο των σράσεων ενάντια στις αποικιοκρατικές/ διακρατικές πολτικές ρατσισμού και πολέμου ενάντια στην ανθρώπινη μετακίνησης, η εκμετάλλευση της εργασίας της και στις ρατσιστικές ομάδες, όπως και η δημιουργία συντονισμού για να σταματήσουνε να μένουν ατιμώρητες οι κρατικές δολοφονίες και οι επαναπροωθήσεις μεταναστ(ρι)ών και προσφυγ(ισσ)ών.
May be a cartoon of ‎pie, poster and ‎text that says '‎Να σταματήσουμε όλα τα κρατικά εγκλήματα κατά της ανθρώπινης μετακίνησης και της ανθρώπινης ζωής. الإنسان وحياة الإنسان حركة ضد الدولة جرائم كل أوقفوا Έκτακτη συζήτηση طارئة مناقشة بيلوس في الدولة اغتيال بمناسبة العمل استمرار أجل من για την συνέχιση των δράσεων με αφορμή την κρατική δολοφονία στην Πύλο Παρασκευή جمعة 23/6/23 20:00 στην αυλή της κατάληψης ROSA NERA rosanera@espiv.net rosanera.squat.gr‎'‎‎
4. Σάββατο, 24 Ιούνη, ώρα 21: 00!
Live στον χώρο της παλιάς πισίνας του πρώην ξενοδοχείου ΞΕΝΙΑ, στην Νέα Χώρα, με:
Synecdoche, Stolen Mic, Sci – Fi River & Daisy Chain, x DJ Pitsouni, Kooba Terku!!!

 

May be an image of one or more people, speaker, crowd and text that says 'ΟΦΟΝΟΥ'May be an image of the Western Wall and crowdMay be an image of the Western Wall
5. Από την εκδήλωση-συζήτηση: «Από τα Χανιά μέχρι την Χιλή, το νερό είναι κοινωνικό αγαθό, όχι εμπόρευμα».
Με πολύ σημαντικές εισηγήσεις για κρίσιμα ζητήματα, γύρω από τις τοπικές και τις διακρατικές πολιτικές ύδρευσης και των ταξικών και κοινωνικών προσβάσεων στο νερό.
Την συζητηση ανοίξανε: Μέλος της υδροφεμινιστικής συλλογικότητας la gota negra από την Χιλή, Μέλος του σωματείου της Δ.Ε.Υ.Α.Χανίων, η Κατάληψη Rosa Nera, ενώ συμμετείχουν στην συζήτηση άνθρωποι από τους αγώνες για το νερό στον Αποκόρωνα.

May be an image of 1 person May be an image of 8 people

6. Χρόνια πολλά Ρόζα Νέρα από την Ομάδα Γονέων λόφου Καστέλι!!!
Για τα παιδιά διαφορετικών καταγωγών και ηλικιών που απόλαυσαν το οργανωμένο και το ελεύθερο παιχνίδι τους στην ανοιχτή αυλή,
τις διδακτικές αφήγησεις στα χρώματα της δύσης από τις Παραμυθούδες των Χανίων
και τον αγαπητό – πάντα απρόβλεπτο και εκρηκτικό – λαϊκό τσιρκολάνο Σαμ!
May be an image of text May be an image of 7 people, twilight, crowd and parkMay be an image of 13 people, clarinet, banjo and crowdMay be an image of 7 people, crowd and park
May be an image of 5 people, twilight, crowd, park and concertMay be an image of 9 people, child and crowdMay be an image of 1 person, crowd and parkMay be an image of 7 people and crowd
7. Aπό την δημιουργία μωσαϊκού στο εργαστήριο φυσικής δόμησης
May be an image of 4 people
8. Κάθε μέρα για τα 19 Χρόνια Κατάληψη Rosa Nera – Πρόγραμμα Εκδηλώσεων των Γενεθλίων το αντιεμπορευματικό και με ελεύθερη συνεισφορά βιβλιοπωλείο της βιβλιοθήκης 451, έστρωνε το τραπέζι του στην αυλή.
May be an image of 8 people and text
9. Το ζωντανό δάσος – Εγκαίνια έκθεσης Φωτογραφίας KAWSAKSACHA -του Βαγγέλη Δασκαλάκη, o oποίος μέσα από μία ακούραστη αφήγηση μας μετέφερε – μέσα από τις εικόνες και τα βιώματα των ταξιδιών του στα τροπικά δάση της Αμαζονίας του Εκουαδόρ – στους νικηφόρους αγώνες και την κοινωνική ζωή των ιθαγενών Sarayaku της φυλής Kichwa.
Οι φωτογραφίες, ποτισμένες στα χρώματα της Αμαζονίας, συχνά προκύπτουν ως αυθόρμητα γεγονότα όπως μια τυχαία συνάντηση με ένα παιδί που γυρίζει χαράματα από το νυχτερινό κηνύγι στο τροπικό δάσος.
Και άλλοτε αποτελούν ευαίσθητα και γεμάτα σεβασμό ολόσωμα πορτραίτα, αμοιβαία σκηνοθετημένα μέσα στο φυσικό τους περιβάλλον.
Όπως το πορτρέτο στο οποίο συναντάμε το έντονο βλέμμα της Λουίζας. Μιας γυναίκας 104 χρονών που συμμετείχε στις μεγάλες πορείες χιλιομέτρων, χιλιάδων ανθρώπων, ενάντια στην εκμετάλλευση από τις αργεντίνικες εταιρείες της Αμαζονίας, αυτού του τόσο κρίσιμου πνεύμονα του πλανήτη.
Αυτά και πολλά άλλα, μοιράστηκε με τις εικόνες και την αφήγηση του ο Βαγγέλης Δασκαλάκης, σε μια έκθεση που κυριαρχεί η οργανική σχέση του ανθρώπου με το δάσος, αλλά και η ματιά του ανθρώπου που έζησε και συνδέθηκε με τα προβλήματα, τις αγωνίες, τις αντινομίες και τα δράματα των ανθρώπων της κοινότητας των Sarayaku.
Η έκθεση θα είναι ανοιχτή τα απογεύματα σε όλη την διάρκεια των δράσεων για τα 19 Χρόνια Κατάληψη Rosa Nera – Πρόγραμμα Εκδηλώσεων των Γενεθλίων και θα διαρκέσει μέχρι την Τετάρτη 5 Ιουλίου.
περισσότερα για την έκθεση και εδώ: https://rosanera.squat.gr/…/kawsaksacha-%cf%84%ce%bf…/

May be an image of 18 people and crowdMay be art of 6 people and palm trees

May be an image of 5 people and textMay be art of 1 person and windowMay be an image of 12 people and crowd
May be an image of 1 person, poster and text that says '19 ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ROSA NERA ΤΕΤΑΡΤΗ 21/6 20:00 Εγκαίνια έκθεσης φωτογραφίας Συζήτηση "KAWSAKSACHA/ TO ΖΩΝΤΑΝΟ ΔΑΣΟΣ" του Βαγγέλη Δασκαλάκη στην αίθουσα προβολών της κατάληψης'

10. Για τα 19 Χρόνια Κατάληψη Rosa Nera – Πρόγραμμα Εκδηλώσεων των Γενεθλίων, έντυπο με επιλογή κάποιων ενδεικτικών κειμένων, από τον λόγο που μοιράστηκε στην πόλη η Κατάληψη Rosa Nera την περίοδο 2022 – 2023.

Το έντυπο για ανάγνωση σε ηλεκτρονική μορφή μπορείτε να το βρείτε στον σύνδεσμο: https://rosanera.squat.gr/…/%CE%B5%CE%BD%CF%84%CF%85%CF…
May be an image of text
10.  Το Θεατρικό Εργαστήρι γιορτάζει τα 19 χρόνια της κατάληψης Rosa Nera με ένα διήμερο ανοιχτό μάθημα θεάτρου στην αυλή του λόφου! Δεν απαιτείται προηγούμενη θεατρική εμπειρία. Ελάτε να παίξουμε και να εξερευνήσουμε παρέα! 
May be an image of text
11. Η μεγάλη γιορτή της ελευθεριακής καρδιάς του τοπικού κινήματος.
Στον χαιρετισμό της Κατάληψης Rosa Nera έγινε αναφορά στον χώρο και την συλλογική δράση της Ροζας ως μια συνάρθρωση πολιτισμού από τα κάτω, ταξικής πάλης, δικτύων και υποδομών των κοινωνικών αγώνων στα Χανιά, όπως και έγινε αναφορά στις κοινωνικές προκλήσεις στο σήμερα: απέναντι στο πολιτικό προσωπικό των αφεντικών, τους ρατσιστές δολοφόνους και τους φασίστες.
Οι κυβερνήσεις έρχονται και φεύγουν όμως η Ρόζα μένει, κατέληξαν η συντρόφισσα και ο σύντροφος στο χαιρετισμό της Ρόζας, σήμερα γιορτάζουμε κάθε μέρα είμαστε στον δρόμο του αγώνα.
May be an image of crowd and nightMay be an image of 1 person, speaker, crowd, night and concertMay be an image of 3 people, lighting and ladderMay be an image of 1 person, harp, clarinet, accordion, saxophone, violin, speaker, crowd and concertMay be an image of 1 person, lighting, speaker, saxophone, wedding and crowdMay be an image of 6 people and crowdMay be an image of crowd, night and concertMay be an image of 1 person, crowd and night May be an image of crowdMay be an image of 2 people and crowdMay be an image of 2 people and crowdMay be an image of crowdВозможно, это изображение 10 человек, толпа и Старый мост в Боснии и Герцеговине

Η αυτοοργανωμένη ταινία “Κεραμίδι” από το κινηματογραφικό συνεργείο της Κοινότητας Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ στην Κατάληψη Rosa Nera, 7 Ιουλίου στις 9 μ.μ.

Παρασκευή 7 Ιουλίου, στις 21:00, θα προβληθεί και θα παρουσιαστεί η αυτοοργανωμένη ταινία “Κεραμίδι” που γυρίστηκε από το κινηματογραφικό συνεργείο της Κοινότητας Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ και φίλες, φίλους την άνοιξη του 2022.
Μια αυτοοργανωμένη ταινία για την Υφανέτ και την μνήμη/τους ανθρώπους και τα ντουβάρια…
Θα ακολουθήσει συζήτηση και το αντιεμπορευματικό καφενείο στην αυλή της Ρόζας.
Ακολουθεί ένα κείμενο που συζητήθηκε και γράφτηκε από το Κινηματογραφικό συνεργείο της Κοινότητας Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ από τον σύνδεσμο για την ταινία: https://keramidithemovie.wixsite.com/keramidi
Για την αυτοοργανωμένη – αντιεμπορευματική ταινία ΚΕΡΑΜΙΔΙ
Η ταινία ΚΕΡΑΜΙΔΙ γυρίστηκε τον Απρίλη του 2022, εντός και εκτός της κατάληψης Υφανέτ, ως μια προσπάθεια να ανιχνεύσουμε μέσα από μια ιστορία μυθοπλασίας τις δαιδαλώδεις διαδρομές μιας χαμένης μνήμης. Λίγους μήνες πριν, η συνέλευση της Υφανέτ προχώρησε στην έκδοση της μπροσούρας «Μικρές ιστορίες για την διάσωση της μνήμης», με θέματα την κρατική διαχείριση των μνημείων από τις απαρχές του ελληνικού κράτους, το κτήριο της Υφανέτ ως μνημείο βιομηχανικού πολιτισμού, την υπεράσπιση της κατάληψης ως κομμάτι της δικής μας αντιμνήμης, αλλά και στην αναδημοσίευση παλιών συνεντεύξεων από εργάτες της περιόδου λειτουργίας του εργοστασίου. Παράλληλα και για περίπου 11 μήνες, διεξάγονταν εντατικές εργασίες συντήρησης του κτηρίου, με στόχο τόσο την ασφάλεια και τη λειτουργικότητα των χώρων που χρησιμοποιούνται, όσο και την προστασία του εργοστασίου ως υλικό κατάλοιπο αυτής της μνήμης. Τέλος, το ίδιο περίπου διάστημα που οργανώθηκαν τα γυρίσματα της ταινίας, η Κοινότητα Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ διοργανώσε ένα φεστιβάλ υπεράσπισης της κατάληψης κόντρα στο συνέδριο «τα κάστρα της βιομηχανίας» και στα σχέδια αξιοποίησης. Το φεστιβάλ κορυφώθηκε με την διεξαγωγή του πρώτου street parade μετά από αρκετά χρόνια, το οποίο και συνοδεύτηκε από την έκδοση «Ένα γέλιο θα τους θάψει». Στην έκδοση αυτή επιχειρήθηκε μια αναδρομή τόσο σε προηγούμενα street parade/ reclaim the streets από την Ελλάδα και το εξωτερικό, όσο και σε διάφορες στιγμές των κινημάτων ανά τα χρόνια, όπου η πολιτική και το παιχνίδι υπήρξαν πράγματα αδιαχώριστα. Με δυο λόγια θα λέγαμε ότι το 2022 ήταν μια χρονιά όπου το ζήτημα της μνήμης απασχόλησε έντονα τον κόσμο γύρω από την κατάληψη της Υφανέτ.
Σε αυτό το σημείο, θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί «μα καλά, τι κόλλημα έχετε φάει με τη μνήμη τέλος πάντων;» ή «πού ακριβώς σας χρησιμεύουν όλες αυτές οι ιστορικές αναδρομές;». Είναι συνηθισμένο άλλωστε το ζήτημα της μνήμης να συγχέεται συχνά, με τη ακατάσχετη παρελθοντολαγνεία και το διάχυτο αίσθημα νοσταλγίας που κατακλύζουν διάφορες πτυχές της καθημερινότητάς μας. Η μνήμη για την οποία μιλάμε εμείς όμως είναι κάτι πέρα από αυτό, είναι ο τρόπος με τον οποίο προκαλούμε το μέλλον. Με άλλα λόγια, δεν αφορά αποκλειστικά το παρελθόν και τα όσα έχουν ήδη συμβεί, αλλά αποτελεί μια δυναμική διαδικασία μετασχηματισμού, μέσα από την οποία γίνεται αντιληπτό το παρόν και τίθεται οι βάσεις για τον σχεδιασμό του μέλλοντος. Η μνημονική διαδικασία είναι μια διαδικασία όπου τα άτομα συγκροτούν ατομικές και συλλογικές ταυτότητες, προκειμένου να μπορέσουν να τοποθετήσουν τον εαυτό τους μέσα στον ρου της ιστορίας. Σε μια περίοδο λοιπόν, όπου τα κινήματα πασχίζουν να ανασυγκροτηθούν, το ζήτημα της μνήμης οφείλει να απασχολεί όλους όσοι δεσμεύονται στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης, όλες όσες επιθυμούν να στέκονται στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι το ζήτημα της μνήμης δεν απασχολεί μόνο τα κινήματα, αλλά και τον ίδιο τον καπιταλισμό. Σε περιόδους κρίσης και αστάθειας, όπως αυτή η παρατεταμένη περίοδος που διανύουμε, δημιουργείται συχνά μια κοινωνική τάση που αναζητά σταθερότητα και θαλπωρή στην παράδοση, στο οικείο και στην νοσταλγία, κόντρα στις επιταγές της σύγχρονης καθημερινότητας για επιτάχυνση και συνεχή καινοτομία. Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε να αντιληφθούμε την αναθέρμανση του ενδιαφεροντος γύρω από τη λαογραφία, την αρχαιολογία και την εθνολογία, την έλξη των βίνταζ και έθνικ αντικειμένων και αισθητικής, το ενδιαφέρον για τα μουσεία και τα μνημεία και την τάση στο θέατρο και το σινεμά για ενασχόληση με την μνήμη και την ιστορία. Ο καπιταλισμός λοιπόν επιχειρεί να εμπορευματοποιήσει αυρή την κοινωνική τάση και να τη μετατρέψει σε άλλο ένα πεδίο κερδοφορίας. Θα προσπαθήσει να μετατρέψει την ιστορία σε καρτ ποστάλ, θα αντικειμενοποιήσει την μνήμη προκειμένου να την εκθέσει σε μουσεία, θα αποσιωπήσει ό,τι δεν χωράει στην επίσημη εθνική αφήγηση και θα δομήσει μια ολόκληρη βιομηχανία τουρισμού και πολιτισμού, προκειμένου να εκμεταλλευτεί το διάχυτο αίσθημα της νοσταλγίας. Αυτή η μνήμη όμως, δεν είναι ζωντανή, δεν είναι αυτή που υπερασπιζόμαστε. Είναι μια μνήμη απονεκρωμένη, που μοιάζει ζωντανή επειδή κινείται από το χρήμα.
Αυτός είναι και ο λόγος που επιλέξαμε να φτιάξουμε την ταινία με αυτοοργανωμένους και αντιεμπορευματικούς όρους: χωρίς χρηματοδότες και χορηγούς, χωρίς προσδοκίες για κέρδος, μέσα από σχέσεις ισοτιμίας και μοιράσματος της γνώσης. Το πρότζεκτ Κεραμίδι ξεκίνησε από την ομάδα Cine Yfanet, ανοίχτηκε στην κοινότητα της κατάληψης και τελικά εμπλουτίστηκε από την συμετοχή δεκάδων νέων και παλιών φίλων. Σε αυτό το σημείο αξίζει να επισημάνουμε ότι πολλές από μας δεν είμαστε απλά σινεφίλ ή ερασιτέχνες (με την κυριολεκτική έννοια του όρου), αλλά βρισκόμαστε ήδη μέσα στην πολιτιστική βιομηχανία. Και όπως βροντοφώναξε το πρόσφατο, δυναμικό «κίνημα των καλλιτεχνών» (Δεκέμβρης ’22 – Μάρτης ’23), οι άνθρωποι μέσα σε αυτή την βιομηχανία δεν είναι χομπίστες, αλλά κανονικοί εργαζόμενοι. Και όπως όλες οι εργασίες, έτσι και αυτή στο πεδίο των τεχνών, μας αλλοτριώνει. Έχουμε κουραστεί λοιπόν να πρέπει συνεχώς να προωθούμε τον εαυτό μας και τις κοινωνικές μας δεξιότητες για να βρούμε δουλειά, να πρέπει συνεχώς να κάνουμε κονέ και γνωριμίες για την προώθηση των παραστάσεων μας, να αναγκαζόμαστε να προσαρμοστούμε στις μόδες και τις τάσεις γύρω από το «καλλιτεχνικό γούστο» της κάθε εποχής, να βρισκόμαστε ανάμεσα σε κλίκες και ισχυρούς εγωισμούς, να παρακαλάμε και να μας περιφρονούν. Στο χώρο του σινεμά, έχουμε δει τη σαπίλα αυτή να ξεκινάει από τον εθελοντισμό της σχολής κινηματογράφου στο τοπικό φεστιβάλ, να περνάει μέσα από την εμπειρία του «Χόλιγουντ στη Θεσσαλονίκη» και να καταλήγει σε διαφημιστικά για τράπεζες και γιαούρτια, έτσι ώστε να γνωρίζουμε πολύ καλά πλέον, πώς είναι να έχεις χάσει κάθε ενδιαφέρον για αυτό που δημιουργείς.
Αν λοιπόν η μία πτυχή της δράσης μας είναι να σταθούμε μαζί με όσους και όσες διεκδικούν καλύτερες συνθήκες εργασίας και περισσότερες δημιουργικές ελευθερίες μέσα σε αυτήν τη βιομηχανία, η άλλη πτυχή της, είναι να δημιουργούμε πέρα και ενάντια σε αυτήν την βιομηχανία, χωρίς τον εκβιασμό της λογικής του κέρδους. Αυτό δεν είναι κάτι εύκολο. Η κινηματογραφική βιομηχανία έχει συστηματοποιήσει τη γνώση γύρω από το πώς φτιάχνεται μια ταινία και την έχει κατανείμει σε ρόλους με αυστηρή ιεραρχία. Από την πλευρά μας χρησιμοποιήσαμε κάποιες από αυτές τις συμβάσεις μιας κινηματογραφικής παραγωγής που μας φάνηκαν χρήσιμες και προσπαθήσαμε να αμφισβητήσουμε κάποιες που θεωρήσαμε περιττές. Σίγουρα δεν γυρίσαμε τον κόσμο ανάποδα: είναι δύσκολο να φτιάξεις μια ταινία χωρίς αλλεπάλληλα deadline και την έγνοια του να ρίξεις το κόστος και είναι ακόμα πιο δύσκολο να σκηνοθετήσουν τέσσερα άτομα μια σκηνή ή να μοντάρουμε σε τρεις διαφορετικούς υπολογιστές. Παρ’ όλα αυτά, κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε, στην προσπάθεια μας να ανιχνεύσουμε τις δυνατότητες για ένα πιο συλλογικό σινεμά.
Μνήμη, ιστορία, κινήματα, καπιταλισμός, βιομηχανία του θεάματος, εργασία, αυτοοργάνωση. Διαβάζοντας κανείς αυτό το κείμενο μπορεί να σχηματίσει την εντύπωση ότι αυτό που θέλαμε να κάνουμε εν τέλει ήταν μια στρατευμένη ταινία. Κι όμως, ήμασταν αρκετά μακριά από τον όρο αυτό, τουλάχιστον έτσι όπως είθισται να γίνεται αντιληπτός σήμερα (ξύλινος λόγος, προπαγάνδα, διδακτισμός). Αναμφίβολα, ξέραμε πως κάναμε μια ταινία πολιτική. Γιατί όσοι λένε ότι οι ταινίες τους δεν έχουν μέσα πολιτική, λένε απλά ψέματα στον εαυτό τους. Κυρίως όμως αυτό που θέλαμε ήταν να βρούμε μια γλώσσα για όλα αυτά που δεν χωράνε. Γιατί καλώς ή κακώς, δεν μπορούν να χωρέσουν όλα τα άγχη μας σε μια προκήρυξη. Γιατί υπάρχουν συναισθήματα που δεν αποτυπώνονται σε μια αφίσα. Γιατί υπάρχουν φόβοι που δεν μπορούν να ξεδιπλωθούν σε μια συνέλευση. Κάποια πράγματα απλώς πρέπει να γίνουν ταινίες, τραγούδια, θέατρο κ.ο.κ.. Με άλλα λόγια, αν μας ενδιαφέρει η ανάπτυξη ενός «πολύμορφου» κινήματος, θα πρέπει να μεριμνήσουμε για την απελευθέρωση όλων αυτών των μορφών επικοινωνίας και του εκφραστικού πλούτου, που μοιάζουν παραδομένα στον καπιταλισμό.

Η ταινία ΚΕΡΑΜΙΔΙ είναι μια μικρή συμβολή προς αυτήν τη κατεύθυνση.

Κινηματογραφικό συνεργείο Κοινότητας Κατάληψης Φάμπρικα Υφανέτ-Άνοιξη 2023

teaser για την ταινία, εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=IUaBCU9usT8

Event για την προβολή – παρουσίαση: https://fb.me/e/2SOVevakB

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ”SOYLENT GREEN”, ΤΡΙΤΗ 30/05/2023, ΣΤΙΣ 21:00, ΣΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΣΤΕΚΙ ΚΑΒΑΛΑΣ

«Soylent Green»: Τι μας λέει για το 2022 η cult sci-fi ταινία των ’70s

Το «Soylent Green» είναι μια cult ταινία επιστημονικής φαντασίας, γυρισμένη στις αρχές των ‘70s, όταν υπήρξε μια μίνι αναβίωση της προειδοποιητικής επιστημονικής φαντασίας των ‘50s. Ο Έλληνας διανομέας της εποχής είχε φροντίσει για την ενημέρωσή μας αναφορικά με το χρονικό πλαίσιο της ιστορίας, κυκλοφορώντας το φιλμ στις αίθουσες με τον τίτλο «Νέα Υόρκη, Έτος 2022 Μ.Χ.», αλλά το είχαμε ξεχάσει.

Το φιλμ παρουσιάζει μια δυστοπική εκδοχή του ανθρώπινου μέλλοντος, όπου το πρόβλημα του υπερπληθυσμού έχει ξεφύγει, οι πόροι έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν στοιβαγμένοι μαζικά στα κτίρια, εκτός από μια μικρή ομάδα που συγκεντρώνει το συντριπτικό μέρος του εναπομείναντα πλούτου και ζει σε πολυτελή ρετιρέ, καθώς και όσους εργάζονται για τη Διοίκηση, οι οποίοι έχουν το «προνόμιο» του προσωπικού δωματίου.

Τη σίτιση έχει αναλάβει μονοπωλιακά μια εταιρεία, η Soylent, τα συμπυκνωμένα τρόφιμα της οποίας παίρνουν την επιμέρους ονομασία τους από το χρώμα τους – Soylent Yellow, Soylent Red, Soylent Green και ούτω καθεξής.

Το Soylent Green, λοιπόν, είναι το νέο προϊόν της εταιρείας, μια «θαυματουργή τροφή, καμωμένη από θρεπτικότατο πλαγκτόν που συλλέχθηκε από ωκεανούς». Το Soylent Green μοιράζεται στο κοινό τις Τρίτες –«Tuesday is Soylent Green Day» αναφέρει η επιγραφή– κατά το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα βάσει κουπονιών, καθώς διατίθεται σε περιορισμένη ποσότητα.

Οδηγός μας σε αυτό τον κόσμο είναι ένας αμοραλιστής  αστυνομικός –όπως όλοι οι αστυνομικοί στο έργο– τον οποίο υποδύεται ο Τσάρλτον Ίστον. H επιτυχία του «Πλανήτη των Πιθήκων» (1968) γέννησε κι άλλα πρωταγωνιστικά οχήματα επιστημονικής φαντασίας για τον σταρ, όπως το «Omega Man» (1971) και το παρόν.

Ο αστυνομικός του Ίστον αναλαμβάνει να διαλευκάνει τη δολοφονία ενός μέλους της εταιρείας Soylent και σταδιακά ανακαλύπτει τι κρύβεται πίσω από τηνδράση της. Η αστυνομική πλοκή είναι προσχηματική στο φιλμ, εκείνο που ενδιαφέρει πραγματικά τους δημιουργούς του είναι να βολτάρουμε μαζί τους στο σύμπαν που επινόησαν, επιχειρώντας να παρουσιάσουν το δική τους όραμα πάνω στο μέλλον της ανθρωπότητας. Οι σκηνές που αφορούν την έρευνα είναι και οι λιγότερο ενδιαφέρουσες, χώρια που συνήθως αποτελούν αφορμή για να συναντήσει ο ήρωας ωραίες γυναίκες και να μπει σε upper class διαμερίσματα, διακοσμημένα με γνώμονα τη μόδα της εποχής – αμφότερα στόχο είχαν να ενισχύσουν την εμπορική απήχηση του φιλμ.

Σε σκηνές όπως εκείνη του δείπνου του ήρωα με τον φίλο του εντοπίζεται η γοητεία του έργου. Τον τελευταίο υποδύεται ο αγαπημένος καρατερίστας Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον που έπαιξε στην ταινία σχεδόν χωρίς ακοή και γνωρίζοντας ότι επρόκειτο να πεθάνει σύντομα.

Στην εν λόγω σκηνή, ο Ίστον έχει φέρει προμήθειες που υπεξαίρεσε από το σπίτι του δολοφονημένου μέλους της Soylent –μια άλλη γνώριμη φιγούρα του παρελθόντος, ο Τζόζεφ Κότεν– και ο Ρόμπινσον ετοιμάζει ένα δείπνο με υλικά που αυτός θα ξαναδοκιμάσει μετά από δεκαετίες και ο Ίστον για πρώτη φορά.

Στην έκδηλη συγκίνηση του Ρόμπινσον αλλά και στην έκπληξη του Ίστον, όταν τρώνε ένα απλό μαρούλι, συνοψίζεται και μεταδίδεται εύστοχα το δράμα των ανθρώπων του έργου, που βρέθηκαν να στερούνται τα απολύτως απαραίτητα αγαθά από την απληστία, την αδιαφορία και την αγνωμοσύνη των προγόνων τους – το κολάζ των τίτλων αρχής καθιστά όχι στενά προσδιορισμένους μεν, μα εμφανείς τους λόγους της καταστροφής. Και είναι σε αυτήν τη σκηνή που το έργο ίσως χτυπήσει κάποια ευαίσθητη χορδή των σημερινών θεατών, απευθυνόμενο αναλογικά σε εκείνα που στερηθήκαμε όλο αυτό το διάστημα, υπογραμμίζοντας τη γνώση που συνειδητά και ασυνείδητα επιλέγουμε να παραμερίσουμε, όσοι ζούμε στις δυτικές δημοκρατίες: ότι τα ωφελήματα και τα προνόμιά μας τελούν πάντοτε υπό την αίρεση ενός γεγονότος ή μιας κατάστασης που θεωρούμε εντελώς απίθανη, μέχρι αυτή να επέλθει και να πέσουμε από τα σύννεφα.

Στο τελευταίο ημίωρο της ταινίας τη σκυτάλη από τις μετα-αποκαλυπτικές συνθήκες, που επινόησε ο σεναριογράφος Στάνλεϊ Γκρίνμπεργκ διασκευάζοντας το βιβλίο του Χάρι Χάρισον, παίρνουν ο επαγγελματισμός και η μαστοριά του σκηνοθέτη Ρίτσαρντ Φλάισερ («20.000 Leagues Under the Sea», «Compulsion», «The Boston Strangler»). Ο Φλάισερ θα στήσει πρώτα μια αρμοστά χαοτική σκηνή μαζικής εξέγερσης και σκληρής καταστολής, που κατά κάποιον τρόπο προοικονομεί και το φινάλε, και στη συνέχεια μια μακροσκελή, σιωπηρή σεκάνς καταδίωξης που οδηγεί στη μεγάλη αποκάλυψη.

Έχοντας ως πρότυπο την άλλη sci-fi επιτυχία του πρωταγωνιστή Ίστον, τον «Πλανήτη των Πιθήκων», που άφηνε τους θεατές σοκαρισμένους με το twist του, οι δημιουργοί του «Soylent Green» επιφυλάσσουν κι αυτοί ένα σοκ, βάζοντας και πάλι τον Ίστον να ωρύεται ηττημένος. Αν και η ατάκα που ξεστομίζει είναι γνωστή ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν δει την ταινία, δεν θα την αναφέρουμε, ούτε θα αποκαλύψουμε το φινάλε, για να μη χαλάσουμε την έκπληξη στον «παρθένο» θεατή. Θα επισημάνουμε μόνο ότι ως σύλληψη επικυρώνει τον προειδοποιητικό χαρακτήρα του έργου, καθώς ενέχει ένα δομικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης: τη ροπή προς την αυτοκαταστροφή.

Ευτυχώς τώρα που καταφέραμε να φτάσουμε μέχρι το σωτήριο έτος 2022 Μ.Χ. μπορούμε να πούμε ότι, προς το παρόν, η ταινία έχει πέσει έξω στις πιο ζοφερές προβλέψεις της. Γενικά, όταν παρακολουθείς σχετικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας του παρελθόντος σήμερα, που «το μέλλον είναι τώρα», όπως έλεγε εκείνη η κλισέ ατάκα, έχει μεγάλο ενδιαφέρον να εξετάζεις ποιο σκέλος της επιστημονικής φαντασίας, έπαψε να είναι τέτοιο – φαντασία. Και η πραγματικότητα του «Soylent Green» είναι ακόμα μακριά από τη δική μας.