ΠΕΡΙΠΟΥ 80 ΑΤΟΜΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ ΓΙΑ ΤΑ 10 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΦΥΣΣΑ. Η ΠΟΡΕΙΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ, ΠΕΡΑΣΕ ΑΠΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΒΥΡΩΝΟΣ 3. ΜΙΚΡΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΕ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ, ΠΡΑΓΜΑ ΣΠΑΝΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΜΕΡΑΣ. Η ΠΟΡΕΙΑ ΕΙΧΕ ΔΥΝΑΤΟ ΠΑΛΜΟ ΚΑΙ ΑΚΟΥΣΤΗΚΑΝ ΑΡΚΕΤΑ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΑ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ, ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΦΥΣΣΑ ΚΑΙ ΖΑΚ/ZACKIE!
Ακόμη ένας νεκρός εργάτης στην Καβάλα. Ο 58χρονος Afrim (Kristo) Cepa είναι ο εργάτης-χειριστής μικρού εκσκαφέα ο οποίος έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια εργασιών στο ακίνητο «Μπαλάνου» στην οδό 7ης Μεραρχίας στην Καβάλα την Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023
ΤΡΙΤΗ 20/06/2023, ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΘΗΚΑΝ ΠΕΡΙΠΟΥ 40 ΑΤΟΜΑ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ, ΜΟΙΡΑΣΑΝ ΚΕΙΜΕΝΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ/ΣΤΡΙΩΝ, ΣΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΣΤΗΝ ΠΥΛΟ. ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΠΟΡΕΙΑ ΜΕ ΔΥΝΑΤΟ ΠΑΛΜΟ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ, Η ΟΠΟΙΑ ΠΕΡΑΣΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΙΜΕΝΙΚΟ ΚΑΒΑΛΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ ΝΔ.
Την Πέμπτη 25 / 5 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα εκδήλωση τιμής για τους πεσόντες της αντιφασιστικής – αντιιμπεριαλιστικής πάλης του λαού του Ντονμπάς. Μετά τη λήξη της εκδήλωσης και κατά την επιστροφή συντρόφου στο σπίτι του στο Γκύζη, φασίστες έστησαν ενέδρα και του επιτέθηκαν πισώπλατα, τραυματίζοντάς τον. Ο σύντροφος είναι καλά στην υγεία του . Ήδη, με κάλεσμα της Λαϊκής Δράσης – Ομάδας Κομμουνιστών / Αγωνιστών, στην οποία συμμετέχει ο σύντροφος, έγινε στις 7 Ιούνη πορεία στο σημείο επίθεσης και στην ευρύτερη περιοχή του Γκύζη.
Δεν πέφτουμε από τα σύννεφα για τις παρακρατικές μεθόδους των ασπόνδυλων -φασιστών, κυρίως στην παρούσα παρατεταμένη προεκλογική περίοδο. Γνωρίζουμε ότι πάντοτε το Κράτος και το Κεφάλαιο σε περιόδους επίθεσης στους από κάτω και γενικευμένης εξαθλίωσης στέλνουν τα τσιράκια τους για να τρομοκρατήσουν, να σταματήσουν την ταξική αντεπίθεση, να αποκόψουν το κίνημα από τους δρόμους.
Τους λέμε, λοιπόν, για μία ακόμη φορά ότι δεν τρομοκρατούμαστε, δεν θα σταματήσουν το ανταγωνιστικό κίνημα με ύπουλες επιθέσεις.
Είμαστε δίπλα στο σύντροφο και σε κάθε ατομικότητα ή συλλογικότητα που δέχεται ή θα δεχθεί επίθεση από φασιστοειδή και άλλα πολιτικά σκουπίδια. Η αλληλεγγύη ήταν, είναι και θα είναι η δύναμή μας.
Ο αγώνας του αναρχικού απεργού πείνας Γιάννη Μιχαηλίδη είναι και δικός μας αγώνας
«Γιατί, για να είσαι ζωντανός, χρειάζεται μια προσπάθεια
πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός της αναπνοής»
Martha Medeiros
“[…]ξεκινάω εκ νέου απεργία πείνας για την αποφυλάκιση μου. Απέναντι στο κράτος και στους διορισμένους υπαλληλίσκους του, που κάνουν καριέρα στις πλάτες τις δικές μου και κάθε φυλακισμένου φτωχοδιάβολου, επειδή απλά τους διόρισαν δικαστές. Στην περίπτωση μου, ειδικοί αντιτρομοκρατικοί νόμοι επέβαλαν να μη δικαστώ ούτε μια φορά με ενόρκους, αλλά να έχω εκτίσει πάνω από δέκα χρόνια στη φυλακή από συσσωρευτικές ποινές. Ωστόσο έχουν το θράσος να το αποκαλούν δικαιοσύνη. Αποφάσεις διορισμένων κρατικών υπαλλήλων καθ’ υπαγόρευση ενός συστήματος που καθορίζει τις καριέρες τους.”
Γιάννης Μιχαηλίδης
Ε’ πτέρυγα Φυλακών Κορυδαλλού
Ο αναρχικός πολιτικός κρατούμενος Γιάννης Μιχαηλίδης βρίσκεται εδώ και μια δεκαετία στη φυλακή με βάση την αντιτρομοκρατική νομοθεσία. Η κρατική και δικαστική εξουσία συνεχίζει να του στερεί όχι μόνο τις εκπαιδευτικές άδειες, αλλά και την αποφυλάκισή του. Η αιτία της εκδικητικότητας του κράτους και της προσπάθειας του να εξοντώσει τον αναρχικό Γ. Μιχαηλίδη, είναι η άρνηση του συντρόφου να κάνει δηλώσεις μετανοίας και να αποκηρύξει τις ιδέες του. Η προκλητική άρνηση έγκρισης ακόμη και των αδειών που δικαιούται, η παράταση της φυλάκισής του και ο συνεχής εμπαιγμός του από το κράτος, αποτελούν απόπειρα ηθικής και σωματικής εξόντωσής του, καθώς είναι άλλη μία εφαρμογή του καθεστώτος εξαίρεσης που βιώνουν οι πολιτικοί κρατούμενοι.
Ένα χρόνο πριν, στις 25 του Μάη του 2022, ο Γ. Μιχαηλίδης, ανακοίνωνε την έναρξη μιας ακόμη απεργίας πείνας με αίτημα την αποφυλάκισή του, την οποία ύστερα από 68 ημέρες, τον περασμένο Ιούλη, αποφάσισε να παύσει, με την κατάσταση της υγείας του να έχει φτάσει σε οριακό σημείο, αναμένοντας την εκπλήρωση των δεσμεύσεων ανωτέρων δικαστικών για διευθέτηση της υπόθεσής του.
Απέναντι στην επίθεση που δέχεται, ένα χρόνο μετά, την Παρασκευή 12/5, ξεκίνησε εκ νέου απεργία πείνας βρισκόμενος έγκλειστος στις φυλακές Κορυδαλλού. Πέρσι, το δικαστικό συμβούλιο Άμφισσας απέρριψε την αίτηση αποφυλάκισης με μία αόριστη επιχειρηματολογία σύμφωνα με την οποία δεν εκπληρώνονταν οι “ουσιαστικές προϋποθέσεις” αποφυλάκισης, δηλαδή ότι υπήρχε δήθεν ο κίνδυνος τέλεσης νέων αξιόποινων πράξεων. Ο ίδιος, λοιπόν, αναγκάζεται για δεύτερη φορά να υποβάλλει τον εαυτό του σε μία τόσο δύσκολη κατάσταση, διότι το κράτος και οι μηχανισμοί του, του φέρονται εκδικητικά λόγω της αναρχικής ολότητας του και της αμετανόητης στάσης του όλα αυτά τα χρόνια.
Γνωρίζουμε καλά ότι ο ρόλος της αστικής δικαιοσύνης είναι να ευνοεί την κυρίαρχη τάξη και να δημιουργεί τις συνθήκες εκείνες πάνω στις οποίες συνεργάζονται αρμονικά, κράτος και κεφάλαιο. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος φυλακίζει αυτούς που αμφισβητούν την ύπαρξή του, που αμφισβητούν αυτό το σάπιο σύστημα και παλεύουν να το αλλάξουν ριζικά. Την ίδια στιγμή αποφυλακίζει παιδοβιαστές, κλείνει τα μάτια σε τεράστια οικονομικά σκάνδαλα, σε κυκλώματα trafficking με θύματα ακόμη και ανήλικα παιδιά, αφήνει ατιμώρητους μπάτσους δολοφόνους. Αφήνει ατιμώρητους τους υπεύθυνους της τραγικής δολοφονίας 57 επιβατών και εργαζόμενων μηχανοδηγών στο έγκλημα στα Τέμπη. Γι’ αυτό και ο αγώνας του συντρόφου δεν είναι ξεκομμένος από όλους τους υπόλοιπους, αλλά αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των αγωνιζόμενων που αντιστέκονται σε κράτος και κεφάλαιο. Αγώνες ενάντια στις δολοφονίες και τα pushbacks μεταναστών και προσφύγων στο Αιγαίο, στις εντεινόμενες φασιστικές επιθέσεις, στη λεηλασία της φύσης, στη φτώχεια που απλώνεται σε όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας, στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, στη βάναυση καταστολή των αστυνομικών δυνάμεων, στις κινητοποιήσεις των φυλακισμένων ενάντια στον νέο σωφρονιστικό κώδικα.
Ο Γ. Μιχαηλίδης, επιλέγει για μία ακόμη φορά τον ίδιο επώδυνο αγώνα στο όνομα της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας. Ας δείξουμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας και ας στηρίξουμε τον αγώνα του. Γιατί ο αγώνας του Γιάννη, είναι και δικός μας αγώνας.
ΑΜΕΣΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΜΟΡΦΗ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΥ
ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΟΛΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΘΕ ΦΥΛΑΚΗΣ
«Soylent Green»: Τι μας λέει για το 2022 η cult sci-fi ταινία των ’70s
Το «Soylent Green» είναι μια cult ταινία επιστημονικής φαντασίας, γυρισμένη στις αρχές των ‘70s, όταν υπήρξε μια μίνι αναβίωση της προειδοποιητικής επιστημονικής φαντασίας των ‘50s. Ο Έλληνας διανομέας της εποχής είχε φροντίσει για την ενημέρωσή μας αναφορικά με το χρονικό πλαίσιο της ιστορίας, κυκλοφορώντας το φιλμ στις αίθουσες με τον τίτλο «Νέα Υόρκη, Έτος 2022 Μ.Χ.», αλλά το είχαμε ξεχάσει.
Το φιλμ παρουσιάζει μια δυστοπική εκδοχή του ανθρώπινου μέλλοντος, όπου το πρόβλημα του υπερπληθυσμού έχει ξεφύγει, οι πόροι έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν στοιβαγμένοι μαζικά στα κτίρια, εκτός από μια μικρή ομάδα που συγκεντρώνει το συντριπτικό μέρος του εναπομείναντα πλούτου και ζει σε πολυτελή ρετιρέ, καθώς και όσους εργάζονται για τη Διοίκηση, οι οποίοι έχουν το «προνόμιο» του προσωπικού δωματίου.
Τη σίτιση έχει αναλάβει μονοπωλιακά μια εταιρεία, η Soylent, τα συμπυκνωμένα τρόφιμα της οποίας παίρνουν την επιμέρους ονομασία τους από το χρώμα τους – Soylent Yellow, Soylent Red, Soylent Green και ούτω καθεξής.
Το Soylent Green, λοιπόν, είναι το νέο προϊόν της εταιρείας, μια «θαυματουργή τροφή, καμωμένη από θρεπτικότατο πλαγκτόν που συλλέχθηκε από ωκεανούς». Το Soylent Green μοιράζεται στο κοινό τις Τρίτες –«Tuesday is Soylent Green Day» αναφέρει η επιγραφή– κατά το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα βάσει κουπονιών, καθώς διατίθεται σε περιορισμένη ποσότητα.
Οδηγός μας σε αυτό τον κόσμο είναι ένας αμοραλιστής αστυνομικός –όπως όλοι οι αστυνομικοί στο έργο– τον οποίο υποδύεται ο Τσάρλτον Ίστον. H επιτυχία του «Πλανήτη των Πιθήκων» (1968) γέννησε κι άλλα πρωταγωνιστικά οχήματα επιστημονικής φαντασίας για τον σταρ, όπως το «Omega Man» (1971) και το παρόν.
Ο αστυνομικός του Ίστον αναλαμβάνει να διαλευκάνει τη δολοφονία ενός μέλους της εταιρείας Soylent και σταδιακά ανακαλύπτει τι κρύβεται πίσω από τηνδράση της. Η αστυνομική πλοκή είναι προσχηματική στο φιλμ, εκείνο που ενδιαφέρει πραγματικά τους δημιουργούς του είναι να βολτάρουμε μαζί τους στο σύμπαν που επινόησαν, επιχειρώντας να παρουσιάσουν το δική τους όραμα πάνω στο μέλλον της ανθρωπότητας. Οι σκηνές που αφορούν την έρευνα είναι και οι λιγότερο ενδιαφέρουσες, χώρια που συνήθως αποτελούν αφορμή για να συναντήσει ο ήρωας ωραίες γυναίκες και να μπει σε upper class διαμερίσματα, διακοσμημένα με γνώμονα τη μόδα της εποχής – αμφότερα στόχο είχαν να ενισχύσουν την εμπορική απήχηση του φιλμ.
Σε σκηνές όπως εκείνη του δείπνου του ήρωα με τον φίλο του εντοπίζεται η γοητεία του έργου. Τον τελευταίο υποδύεται ο αγαπημένος καρατερίστας Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον που έπαιξε στην ταινία σχεδόν χωρίς ακοή και γνωρίζοντας ότι επρόκειτο να πεθάνει σύντομα.
Στην εν λόγω σκηνή, ο Ίστον έχει φέρει προμήθειες που υπεξαίρεσε από το σπίτι του δολοφονημένου μέλους της Soylent –μια άλλη γνώριμη φιγούρα του παρελθόντος, ο Τζόζεφ Κότεν– και ο Ρόμπινσον ετοιμάζει ένα δείπνο με υλικά που αυτός θα ξαναδοκιμάσει μετά από δεκαετίες και ο Ίστον για πρώτη φορά.
Στην έκδηλη συγκίνηση του Ρόμπινσον αλλά και στην έκπληξη του Ίστον, όταν τρώνε ένα απλό μαρούλι, συνοψίζεται και μεταδίδεται εύστοχα το δράμα των ανθρώπων του έργου, που βρέθηκαν να στερούνται τα απολύτως απαραίτητα αγαθά από την απληστία, την αδιαφορία και την αγνωμοσύνη των προγόνων τους – το κολάζ των τίτλων αρχής καθιστά όχι στενά προσδιορισμένους μεν, μα εμφανείς τους λόγους της καταστροφής. Και είναι σε αυτήν τη σκηνή που το έργο ίσως χτυπήσει κάποια ευαίσθητη χορδή των σημερινών θεατών, απευθυνόμενο αναλογικά σε εκείνα που στερηθήκαμε όλο αυτό το διάστημα, υπογραμμίζοντας τη γνώση που συνειδητά και ασυνείδητα επιλέγουμε να παραμερίσουμε, όσοι ζούμε στις δυτικές δημοκρατίες: ότι τα ωφελήματα και τα προνόμιά μας τελούν πάντοτε υπό την αίρεση ενός γεγονότος ή μιας κατάστασης που θεωρούμε εντελώς απίθανη, μέχρι αυτή να επέλθει και να πέσουμε από τα σύννεφα.
Στο τελευταίο ημίωρο της ταινίας τη σκυτάλη από τις μετα-αποκαλυπτικές συνθήκες, που επινόησε ο σεναριογράφος Στάνλεϊ Γκρίνμπεργκ διασκευάζοντας το βιβλίο του Χάρι Χάρισον, παίρνουν ο επαγγελματισμός και η μαστοριά του σκηνοθέτη Ρίτσαρντ Φλάισερ («20.000 Leagues Under the Sea», «Compulsion», «The Boston Strangler»). Ο Φλάισερ θα στήσει πρώτα μια αρμοστά χαοτική σκηνή μαζικής εξέγερσης και σκληρής καταστολής, που κατά κάποιον τρόπο προοικονομεί και το φινάλε, και στη συνέχεια μια μακροσκελή, σιωπηρή σεκάνς καταδίωξης που οδηγεί στη μεγάλη αποκάλυψη.
Έχοντας ως πρότυπο την άλλη sci-fi επιτυχία του πρωταγωνιστή Ίστον, τον «Πλανήτη των Πιθήκων», που άφηνε τους θεατές σοκαρισμένους με το twist του, οι δημιουργοί του «Soylent Green» επιφυλάσσουν κι αυτοί ένα σοκ, βάζοντας και πάλι τον Ίστον να ωρύεται ηττημένος. Αν και η ατάκα που ξεστομίζει είναι γνωστή ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν δει την ταινία, δεν θα την αναφέρουμε, ούτε θα αποκαλύψουμε το φινάλε, για να μη χαλάσουμε την έκπληξη στον «παρθένο» θεατή. Θα επισημάνουμε μόνο ότι ως σύλληψη επικυρώνει τον προειδοποιητικό χαρακτήρα του έργου, καθώς ενέχει ένα δομικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης: τη ροπή προς την αυτοκαταστροφή.
Ευτυχώς τώρα που καταφέραμε να φτάσουμε μέχρι το σωτήριο έτος 2022 Μ.Χ. μπορούμε να πούμε ότι, προς το παρόν, η ταινία έχει πέσει έξω στις πιο ζοφερές προβλέψεις της. Γενικά, όταν παρακολουθείς σχετικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας του παρελθόντος σήμερα, που «το μέλλον είναι τώρα», όπως έλεγε εκείνη η κλισέ ατάκα, έχει μεγάλο ενδιαφέρον να εξετάζεις ποιο σκέλος της επιστημονικής φαντασίας, έπαψε να είναι τέτοιο – φαντασία. Και η πραγματικότητα του «Soylent Green» είναι ακόμα μακριά από τη δική μας.
1 ΜΑΗ 2023 ΛΙΜΑΝΙ ΚΑΒΑΛΑΣ …Ή οι φωνές μας και οι αγώνες μας θα βάλουν ένα τέλος σε αυτή την αδιαφορία, ή θα περιμένουμε το επόμενο δυστύχημα για να μετράμε αθώες ψυχές στο βωμό του κέρδους.
O Πέδρο Αλμοδόβαρ, πιο πολιτικός από ποτέ, αφιερώνει ακόμη μια φορά στη μητρότητα. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας για την Πενέλοπε Κρουζ.
Δύο ανύπαντρες έγκυες γεννούν την ίδια μέρα. Λίγους μήνες μετά και με αφορμή μια τυχαία παρατήρηση για τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του βρέφους, η μία από αυτές ανακαλύπτει ότι δεν είναι η βιολογική μητέρα του μωρού με το οποίο έφυγε από τα μαιευτήριο. Αναζητά την άλλη γυναίκα με το φόβο ότι έχει γίνει ένα χοντρό λάθος. Στην πορεία προστίθενται μία τραγική απώλεια, ένας λεσβιακός έρωτας, αλλεπάλληλα τεστ DNA, το συλλογικό τραύμα του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, οι νεκροί που ζητούν τη λύτρωση μέσα από την ιστορική δικαίωση, οι ζωντανοί που ψάχνουν τις απαντήσεις. Όλο αυτό θα μπορούσε να είναι μία κακόγουστη σαπουνόπερα. Ή η νέα ταινία του Πέδρο Αλμοδόβαρ. Ευτυχώς για όλους μας είναι το δεύτερο.
Αμετάκλητα πλέον στο πάνθεον του ισπανικού και του παγκόσμιου σινεμά, ο Αλμοδόβαρ δεν χρειάζεται στην έβδομη δεκαετία της ζωής του να αποδείξει τίποτα και σε κανέναν, συνεχίζει ωστόσο να κινηματογραφεί με το ίδιο πάθος των πρώτων ημερών της movida. Σ’ αυτή την ύστερη, πιο ώριμη, περίοδο κάθε ταινία του είναι μια ακόμα αποθέωση (στυλιστική, θεματική, αισθητική) των εμμονών του, δεν χάνει όμως ποτέ την αιχμή του. Στις «Παράλληλες Μητέρες», μάλιστα, γίνεται πιο πολιτικός από ποτέ. Ίσως γιατί στη δύση της ζωής του συνειδητοποιεί ότι για να αλλάξεις το μέλλον πρέπει να συμφιλιωθείς με το παρελθόν. Και να κλείσεις τις πληγές του.
Κι αν η μητρότητα είναι από τα βασικά θέματα-φετίχ που διατρέχουν ολόκληρη τη φιλμογραφία του, από το «Μια Ζωή Ταλαιπωρία» μέχρι φυσικά το «Όλα για τη Μητέρα μου», εδώ γίνεται μια ξεκάθαρα πολιτική πράξη αλληλεγγύης και προσφοράς, ένας δεσμός που ξεπερνά την επιστημονική νομοτέλεια του ανθρώπινου γονιδιώματος και γίνεται κάτι βαθύτερο, ένας συνεκτικός δεσμός που καθιστά τη γυναικεία μορφή θεματοφύλακα της ιστορικής μνήμης. Και τον σκηνοθέτη μια παράλληλη μητέρα με τις ηρωίδες του.
Η Γιάνις, εξάλλου, είναι μια αρχετυπικά αλμοδοβαρική ηρωίδα. Είναι εκείνη που ψάχνει σε πείσμα όλων έναν ομαδικό τάφο γεμάτο από τα πτώματα εκτελεσθέντων Δημοκρατικών του Εμφυλίου, μεταξύ των οποίων ο παππούς της. Εκείνη που αποφασίζει να κρατήσει το παιδί με τον παντρεμένο ανθρωπολόγο που θα τη βοηθήσει με την εκσκαφή και την ταυτοποίηση και να το μεγαλώσει μόνη της, γιατί «είναι παράδοση στην οικογένειά της οι γυναίκες να ανατρέφουν μόνες τα παιδιά τους». Εκείνη που θα θελήσει να μάθει όλη την αλήθεια για την ταυτότητα της κόρης της και θα θυσιάσει την ευτυχία της για να προχωρήσει μπροστά. Εκείνη που θα δώσει στην Πενέλοπε Κρουζ την ευκαιρία να αποδείξει για άλλη μια φορά πόσο πολύτιμο ερμηνευτικό όργανο μπορεί να γίνει στα χέρια του σκηνοθέτη που την ανέδειξε.
Με έναν ολόκληρο αστερισμό από γνώριμες και μη μορφές, μεταξύ των οποίων η πάντα έτοιμη να κλέψει την παράσταση Ρόσι Ντε Πάλμα, με μία χρωματική παλέτα που αγκαλιάζει όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου και υπογραμμίζει τη συναισθηματική πορεία προς την κάθαρση, με την απρόβλεπτα χιτσκοκική μουσική επένδυση του Αλμπέρτο Ιγκλέσιας και μια ερωτική σκηνή ανθολογίας με υπόκρουση του Summertime της Τζάνις Τζόπλιν (η οποία, άλλωστε, ήταν η πηγή έμπνευσης για το όνομά της ηρωίδας), και με ένα συγκλονιστικό τελευταίο δεκάλεπτο, ικανό να σου φέρει δάκρυα στα μάτια, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ κάνει κάτι τελικά παραπάνω από μια (υπέροχη) ταινία. Δημιουργεί ένα safe place και ανοίγει μια κινηματογραφική αγκαλιά. Σαν μια μητέρα. Παράλληλη ή μη.
Την Κυριακή 2/4 προχωρήσαμε σε αντιφασιστική συγκέντρωση ενάντια στο εθνικό κόμμα των δολοφόνων Ελλήνων, το κόμμα του Κασιδιάρη. Περισσότεροι από 70 αντιφασίστες/στριες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του Αυτόνομου Στεκιού Καβάλας, καθώς και σύντροφοι/ισες από την Ξάνθη, πλαισιώνοντας την αντιφασιστική πορεία. Μπορεί να μην μπορέσαμε τελικώς να ακυρώσουμε τη μάζωξη των δοσίλογων, αλλά καταφέραμε να τους αποκλείσουμε από την πόλη της Καβάλας, καθώς η κομματική τους εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο Παληό (χωριό έξω από την Καβάλα) στην επιχείρηση-καφέ SunPalio.
Η οργάνωση της κομματικής τους εκδήλωσης έγινε μυστικά και με την απόκρυψη της πραγματικής τους ταυτότητας από τους επιχειρηματίες της πόλης. Οι ίδιοι διέδιδαν ότι θέλουν να κάνουν εκδήλωση με έναν YouTuber και όταν γνωστοποιήθηκε από μέρους μας η φύση των λαδέμπορων, οι πόρτες έκλειναν η μία πίσω από την άλλη. Η δημόσια ανακοίνωση του εμπορικού κέντρου επιβεβαιώνει την κοινωνική απόρριψη των δολοφόνων του Παύλου Φύσσα και του Σαχζάτ Λουκμάν.
Έτσι, στην πόλη πραγματοποιήθηκαν δύο αντιφασιστικές συγκεντρώσεις και πορείες, ενώ ο ακροδεξιός υπόκοσμος, μαζεύοντας τις δυνάμεις που έχει από όλη τη βόρεια Ελλάδα, κατάφεραν να κρυφτούν σε κάποιο χωριό, κρατώντας κρυφό το σημείο συνάντησης τους με νύχια και με δόντια. Εκεί άλλωστε είναι και η πραγματική τους θέση: στη σκιά της ιστορίας.
Ποτέ δεν είχαμε την αυταπάτη ότι οι κυβερνητικοί χειρισμοί και ο δικαστικός μηχανισμός θα μπορούσαν πραγματικά να σταματήσουν τη δράση των φασιστών. Πάντα ενεργούσαν επιλεκτικά απέναντι στο παρακράτος, με βάση τα συμφέροντα τους. Άλλωστε, τα τάγματα εφόδου και οι δολοφονικές επιθέσεις συνεχίζονται μέχρι και σήμερα, στην προσπάθεια τους να κερδίσουν και πάλι την παρουσία τους στους δρόμους.
Η προσπάθεια αυτή επιχειρείται την ίδια ώρα όπου λαμβάνει χώρα το εφετείο της δίκης της Χρυσής Αυγής, προσβάλλοντας τα θύματα του φασισμού. Μάλιστα, στα πρακτικά του παρατηρητηρίου της δίκης της Χ.Α., μπορεί κανείς να διαβάσει τη μεταστροφή της υπερασπιστικής γραμμής του συνηγόρου του Ρουπακιά , που στην ουσία ομολογεί και επίσημα την εμπλοκή του κομματικού μηχανισμού και της ηγεσίας (Κασιδιάρη, Λαγό, Μιχαλολιάκο και Παππά) της Χ.Α. τόσο στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, όσο και στις δολοφονικές επιθέσεις στους Αιγύπτιους αλιεργάτες και τους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ.
Εμείς από την μεριά μας χαιρετίζουμε κάθε προσπάθεια που επιτεύχθηκε για τον αποκλεισμό των μεταλλαγμένων χρυσαυγιτών, κάθε άρνηση φιλοξενίας και κάθε συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε ενάντια στους νοσταλγούς των ναζί στην πόλη μας. Αυτές οι κινήσεις αποδεικνύουν πως ο αντιφασιστικός αγώνας δεν είναι ούτε εργολαβία, ούτε αποκλειστικότητα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Αντιθέτως, ο φασισμός, με σβάστικα ή χωρίς, είναι συνέπεια του μίσους, του ρατσισμού, του μισογυνισμού, του φονταμενταλισμού, της μισαλλοδοξίας και μας αφορά όλους. Μόνο ο κοινωνικός αποκλεισμός μαζί με τον μαχητικό αντιφασισμό μπορούν να πετύχουν την πλήρη διάλυση των νοσταλγών της χούντας, την ώρα που προσπαθεί και πάλι να φορέσει τον κοινοβουλευτικό μανδύα, ώστε να πετύχει την απαραίτητη κοινωνική νομιμοποίηση και να πράξει μια νέα δολοφονία.
Όσα προσωπεία και να επιχειρήσουν να αλλάξουν, η δυσωδία του μίσους και του ρατσισμού θα τους προδίδει πάντα. Μέσα από τους χώρους δουλειάς, τα σχολεία και τις γειτονιές, θα οργανώνουμε πάντα την αντιφασιστική δράση στον πόλεμο ενάντια στον φασισμό και στο σύστημα που τον γεννά.
Και τώρα, όπως το 40, τη φτώχεια και τον φασισμό θα πολεμάμε πάντα.
Η νέα ταινία του Μάρτιν ΜακΝτόνα δεν είναι τίποτα λιγότερο από σπουδαία. Με έναν εξαιρετικά αστείο, απολαυστικό κι εξαιρετικά θλιμμένο τρόπο. 9 υποψηφιότητες για Όσκαρ, ανάμεσα στις οποίες Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου και υποψηφιότητες για τους τέσσερις βασικούς ηθοποιούς της
Πέντε χρόνια μετά τον Θρίαμβο του «Οι Τρεις Πινακίδες Εξω από το Εμπινγκ, στο Μιζούρι», ο Μάρτιν ΜακΝτόνα επιστρέφει, επανενώνοντας τους πρωταγωνιστές του στο «Αποστολή στη Μπριζ», Κόλιν Φάρελ και Μπρένταν Γκλίσον σε μια ακόμη απολαυστική, ιδιοφυή, κατάμαυρη κωμωδία που οδεύει νομοτελειακά προς το δραματικό, επιβεβαιώνοντας πως συχνά «τα πολλά γέλια φέρνουν κλάματα».
Τοποθετημένη στο πλασματικό απομονωμένο νησί του Ινίσεριν, κοντά στις ακτές της Ιρλανδίας το 1923, η ταινία πιάνει την αρχή της αφήγησής της, την μέρα που ο Κολμ, ανακοινώνει στον κολλητό του Πάρικ πως δεν θέλει πια να είναι φίλοι και πως θα πρέπει να σταματήσει να του μιλά. «Απλά δεν σε συμπαθώ πια» του λέει, όταν ο Πάρικ προσπαθεί να καταλάβει για ποιο λόγο δεν μπορούν να πίνουν πλέον τις μπίρες τους μαζί κάθε απόγευμα στις δύο. Ο Κολμ είναι αποφασισμένος πως δεν έχει χρόνο για άσκοπες πολυλογίες και ανούσιες κουβέντες, προτιμά να περάσει τα χρόνια που του απομένουν μέχρι να πεθάνει, συνθέτοντας μουσική, θέλοντας να αφήσει πίσω του κάτι που θα κάνει τους ανθρώπους να τον θυμούνται. «Κανείς δεν θυμάται κάποιον μόνο και μόνο επειδή ήταν καλός άνθρωπος» λέει.
Κι όταν ο Πάρικ επιμένει να προσπαθεί να χτίσει γέφυρες, για να αναθερμάνει την φιλία τους, ο Κολμ τον απειλεί πως για κάθε φορά που θα τον ενοχλεί, για κάθε φορά που θα του ξαναμιλήσει, θα κόβει ένα δάχτυλο του χεριού του με ένα κλαδευτήρι. Μια απειλή που απροσδόκητα, θα κάνει σύντομα πράξη, κάνοντας τον Πάρικ να καταλάβει ότι δεν αστειεύεται, αλλά όχι και να τον πείσει να σταματήσει να προσπαθεί να τον κερδίσει ξανά.
Σύντομα, το τέλος της σχέσης τους, θα εμπλέξει στο δράμα του ολόκληρο το μικρό χωριό τους, δίνοντας στον ΜακΝτόνα την ευκαιρία να παρουσιάσει μια σειρά από εξαιρετικά καλοσχεδιασμένους χαρακτήρες, που κεντούν πάνω σε ένα άψογο σενάριο και διαλόγους που δεν χτυπούν ούτε μια λάθος νότα. Το φιλμ ξεκινά απολαυστικά, ανυψώνει την ιστορία του στο πεδίο της πιο πνευματώδους κωμωδίας, αφήνοντας χώρο στην ανάσα μιας υπαρξιακής μελαγχολίας να γίνεται όλο και πιο βαριά καθώς η ώρα προχωρά και τα πράγματα σοβαρεύουν.
Οριοθετώντας με αποφασιστικότητα το δικό της ύφος κάπου ανάμεσα στο φολκλόρ, την λαϊκή κωμωδία και το υπαρξιακό δράμα, κατορθώνει να φωτίσει ένα συναρπαστικό πορτρέτο μιας κοινότητας και της ψυχολογίας ενός ολόκληρου λαού και μαζί να εξερευνήσει μια σειρά από πυκνότερες ιδέες: Οι διαφορετικοί τρόποι να βλέπεις και να ζεις την ζωή σου, η αξία της χειροπιαστής στιγμής απέναντι στην φευγαλέα αιωνιότητα, η περηφάνια και οι προκαταλήψεις, η ρευστή φύση της αγάπης, οι δεσμοί που χτίζεις με έναν τόπο και ο τρόπος που αυτός μπορεί να γίνει φυλακή, είναι μερικά μόνο από αυτά για τα οποία μιλούν τα «Πνεύματα του Ινισέριν», με τον δικό του απροσδόκητο μα πάντα αποτελεσματικό τρόπο.
Με φόντο τον Ιρλανδικό Εμφύλιο που μαίνεται στην αντίπερα όχθη, το φιλμ, ακολουθεί μια μικρότερου βεληνεκούς αλλά όχι ήσσονος σημασίας σύγκρουση ανάμεσα στους δύο ήρωές της και στην νοοτροπία τους για την ζωή, μια σύγκρουση που λαμβάνει χώρα στο σημείο όπου το ρεαλιστικό συναντά το παράλογο και το γκροτέσκο το αφοπλιστικά τρυφερό. Χτισμένη από σκηνές που η κάθε μια είναι πιο πετυχημένη από την άλλη και που ο τόνος τους κυμαίνεται από το αληθινά αστείο έως το συντριπτικά επώδυνο, η ταινία οδεύει με απόλυτο έλεγχο προς ένα αναπόφευκτο φινάλε, νικώντας κάθε σου συναισθηματική άμυνα μη αφήνοντάς σου άλλη επιλογή από τα παραδοθείς στην μελαγχολική της πνοή που διαποτίζει κάθε πλάνο σαν την υγρασία του τόπου όπου διαδραματίζεται.