Ted Kaczynski: Ένας ερημίτης της άγριας φύσης που μίσησε τον τεχνοβιομηχανικό πολιτισμό.

Στις 10 Ιουνίου ο 81χρονος Τεντ Καζίνσκι, γνωστός ως «Unabomber», εντοπίστηκε νεκρός στο κελί του στο ιατρικό κέντρο της φυλακής Μπούτνερ στη Βόρεια Καρολίνα, όπου εξέτιε ποινή ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα αναστολής. Σύμφωνα με τις αρχές, ο Καζίνσκι αυτοκτόνησε στο κελί του, χωρίς μέχρι στιγμής να δίδονται περισσότερες πληροφορίες. Ο Τεντ Καζίνσκι είχε προβλήματα υγείας τα τελευταία χρόνια και είχε μεταφερθεί στην ιατρική πτέρυγα των φυλακών της Βόρειας Καρολίνας το 2021 και αφού είχε εκτίσει 25 χρόνια στις φυλακές υψίστης ασφάλειας Φλόρενς στο Κολοράντο.

 

Ο Τεντ Καζίνσκι γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1942, στο Σικάγο και σε ηλικία 16 ετών εισήχθη στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, σε τομέα των θεωρητικών μαθηματικών. Το 1967, η διατριβή του Καζίνσκι Boundary Functionsκέρδισε το βραβείο Sumner B. Myers για την καλύτερη διατριβή των μαθηματικών της χρονιάς. Στα 25 του, ήταν ήδη ο νεότερος αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Μπέρκλεϋ. Εκεί πήρε και τη συνειδητή του απόφαση να ζήσει ως ερημίτης στην ύπαιθρο της Μοντάνα (1971). Μακριά από τον πολιτισμό και χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Αντιλαμβανόμενος ότι η βιομηχανοποίηση καταστρέφει τη φύση και τη ζωή, ξεκίνησε μοναχικό αγώνα ιδιοκατασκευής και χρήσης βομβών, από σκουπίδια, τις οποίες απέστειλε από το 1978 έως το 1995 σε διάφορους στόχους, προξενώντας το θάνατο σε 3 άτομα και τραυματίζοντας άλλα 23. Δήλωσε ότι θα σταματήσει τη βομβιστική του δράση εάν δημοσιευόταν το έργο του «Βιομηχανική κοινωνία και το μέλλον της». Όταν ο αδελφός του Καζίνσκι, Ντέιβιντ, και η σύζυγος του διάβασαν το δοκίμιο, αναγνώρισαν το στυλ γραφής και ανέφεραν τις υποψίες τους στο FBI, με το αζημίωτο ασφαλώς. Τελικά, στις 3 Απριλίου 1996, οι πράκτορες του FBI συνέλαβαν τον Καζίνσκι στην καλύβα του.

Στη Διαδρομή Ελευθερίας, εκτός των άλλων, έχουν δημοσιευθεί παλαιότερα ένα κείμενο του, όπως απεστάλη στο περιοδικό Green Anarchy, μέσα από τη φυλακή και μια συνέντευξη του στην αναρχική τούρκικη ομάδα Veganarsy, όπως δημοσιεύθηκε από το περιοδικό Anarchy, τχ 61.

Στο προλογικό της αναδημοσίευσης από το Green Anarchy, ο κύκλος σύνταξης της Διαδρομής(φ.8, Νοέμβριος 2002) σημείωνε, μεταξύ άλλων: «Ο Ted Kaczynski δεν είναι αναρχικός, αλλά στρέφεται δυναμικά ενάντια στο σύστημα και ειδικά στην τεχνολογία. Το κείμενο που ακολουθεί είχε σταλεί μέσα από την φυλακή στην εφημερίδα «Green Anarchy». Το κείμενο αυτό περιβάλλεται από ένα μανδύα νομιμότητας, προφανώς για να μπορέσει να «βγει» από την φυλακή». Σημειώνει, λοιπόν, ο Καζίνσκι:

  1. Στόχος είναι η τεχνολογία

Είναι ευρέως αποδεκτό πως «η βασική συνισταμένη που καθορίζει τη σύγχρονη ιστορική διαδικασία προέρχεται από την εξέλιξη της τεχνολογίας» (Celso Furtado). H τεχνολογία, εκτός των άλλων, είναι υπεύθυνη για την παρούσα κατάσταση του πλανήτη και θα ελέγχει και τη μελλοντική εξέλιξή του. Έτσι, η «μπουλντόζα» που πρέπει να καταστρέψουμε είναι η ίδια η σύγχρονη τεχνολογία. Πολλοί αγωνιστές το γνωρίζουν αυτό και έτσι κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να εξαφανίσουν όλο το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα. Όμως, δυστυχώς, δεν έχουν προσέξει την ανάγκη να χτυπηθούν τα σημεία εκείνα του συστήματος που πονάνε.

Το να σπάσει κανείς τη τζαμαρία κάποιων φαστ-φουντ, όπως τα ΜcDonald’s, δεν έχει νόημα. Όχι ότι με νοιάζει. Δεν μου κάνει διαφορά αν κάποιος κατεβάσει τη τζαμαρία τους ή όχι. Όμως, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί επαναστατική πρακτική. Ακόμη κι αν όλα τα φαστ-φουντάδικα του κόσμου εξαφανίζονταν, το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα θα είχε υποστεί μόνο ελάχιστη ζημιά, καθώς πολύ εύκολα θα επιβιώσει χωρίς τις αλυσίδες φαστ-φουντ. Έτσι μια επίθεση σε ένα φαστ-φουντάδικο δεν είναι χτύπημα εκεί που πονάει(…).

  1. Η ξυλεία είναι ένα δευτερεύον ζήτημα

Για να χρησιμοποιήσω ένα άλλο παράδειγμα, δεν υπάρχει άνθρωπος που να στέκει στα λογικά του ο οποίος να πιστεύει πως η πραγματικά άγρια φύση θα συνεχίσει να υφίσταται για πολύ εάν συνεχίσει να υπάρχει το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα. Πολλοί οικολόγοι αγωνιστές πιστεύουν πως αυτό είναι και το σημαντικό και ελπιδοφόρο αδύναμο σημείο που θα κάνει το σύστημα να καταρρεύσει. Στη πράξη όμως, το μόνο που κάνουν είναι να καταφέρονται εναντίον της ξυλείας.(…)

Όμως, από μόνη της δεν αποτελεί επιτυχή επίθεση κατά του συστήματος, (ακόμη και αν οι αγωνιστές κατάφερναν να σταματήσουν την ξυλεία σε κάθε μεριά της γης), καθώς το σύστημα πάλι δεν θα κατέρρεε. (…) Τα ορυχεία και η εκμετάλλευση κοιτασμάτων, η όξινη βροχή, οι κλιματολογικές αλλαγές και η εξαφάνιση σπάνιων ειδών είναι όλοι παράγοντες που καταστρέφουν την άγρια φύση. Επίσης η άγρια φύση εξημερώνεται και τιθασεύεται διαμέσου της ψυχαγωγίας, της επιστημονικής έρευνας, της διαχείρισης των φυσικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων και άλλων όπως ο ηλεκτρονικός εντοπισμός «σημαδεμένων» ζώων, το γέμισμα των ποταμών με ψάρια εκτροφείου και η φύτευση μεταλλαγμένων φυτών.

Η άγρια φύση μπορεί να σωθεί μόνο εάν καταστραφεί το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα, και κάτι τέτοιο δεν θα επιτευχθεί μόνο με την καταστροφή της (βιομηχανίας) ξυλείας καθώς τα προϊόντα του ξύλου εύκολα αντικαθίστανται με άλλα υλικά. […]

  1. Γιατί το σύστημα είναι σκληρό

Το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα είναι εξαιρετικά σκληρό εξ αιτίας της λεγόμενης «δημοκρατικής» δομής του και της ευελιξίας που απορρέει απ’ αυτή. Επειδή τα δικτατορικά καθεστώτα τείνουν να είναι στέρεα, οι κοινωνικές εντάσεις και η αντίσταση μεγαλώνουν μέσα σε αυτά και μπορεί να οδηγήσουν σε επανάσταση. Όμως, σ’ ένα δημοκρατικό σύστημα, όταν τα παραπάνω φτάσουν σ’ ένα οριακό σημείο, το σύστημα μπορεί και ελίσσεται, συμβιβάζεται ως ένα σημείο και έτσι επαναφέρει τις εντάσεις σε ένα «ασφαλές» γι’ αυτό επίπεδο.

(…) Έτσι αν θες να χτυπήσεις το σύστημα εκεί που πονάει θα πρέπει να επιλέξεις ζητήματα για τα οποία το σύστημα δεν θα κάνει πίσω, για τα οποία θα παλέψει μέχρι τελικής πτώσεως. Γιατί αυτό που χρειάζεστε δεν είναι ένας συμβιβασμός με το σύστημα, αλλά ένας αγώνας μέχρις εσχάτων.

  1. Είναι ανώφελο να χτυπήσεις το σύστημα με βάση τις δικές του αξίες

Είναι τελείως ουσιαστικό να χτυπήσεις το σύστημα όχι βάσει των δικών του τεχνολογικοβιομηχανικών αξιών, αλλά βάσει των αξιών που είναι ασυμβίβαστες με τις αξίες του συστήματος. Όσο χτυπάς το σύστημα βάσει των δικών του αξιών δεν το χτυπάς εκεί που πονάει και του επιτρέπεις να καθησυχάζει τις φωνές διαμαρτυρίας με το να κάνει κάποιες υποχωρήσεις.

Για παράδειγμα, εάν εξαπολύσεις επίθεση κατά της ξυλείας πρωτίστως επειδή τα δάση είναι αναγκαία για να διατηρηθούν οι υδάτινοι πόροι και οι ευκαιρίες ψυχαγωγίας, τότε το σύστημα μπορεί να απαλύνει τις διαμαρτυρίες χωρίς να συμβιβάσει τις δικές του αξίες: οι υδάτινοι πόροι και η ψυχαγωγία είναι αξίες παντελώς συμβατές με τις αξίες του συστήματος και εάν κάνει κάποια υποχώρηση περιορίζοντας την ξυλεία στο όνομα των υδάτινων πόρων και της ψυχαγωγίας, αυτό δεν είναι παρά μια τακτική υποχώρηση και δεν αποτελεί στρατηγική ήττα όσο αφορά τον κώδικα αξιών του.

Εάν προωθήσεις ζητήματα κατατρεγμένων κοινωνικών ομάδων, όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός, η ομοφυλοφιλία ή η φτώχεια, δεν προκαλείς τις αξίες του συστήματος και δεν το υποχρεώνεις καν να υπαναχωρήσει ή να συμβιβαστεί. Το βοηθάς με άμεσο τρόπο. Οι πιο σοφοί συνήγοροι του συστήματος αναγνωρίζουν ότι αυτά τα ζητήματα αποτελούν πληγές γι’ αυτό. Έτσι, προσπαθεί από μόνο του να εξαλείψει αυτά τα ζητήματα κι άλλα παρόμοια. Οι φάμπρικες, με τα χαμηλά ημερομίσθια και τις άθλιες συνθήκες εργασίας, μπορεί να αποφέρουν κέρδος σε μερικά αφεντικά, αλλά οι σοφοί υπερασπιστές του συστήματος ξέρουν ότι το σύστημα ως σύνολο λειτουργεί πολύ καλύτερα όταν οι εργαζόμενοι έχουν σωστή μεταχείριση. Έτσι, αν εγείρει κάποιος αυτό το ζήτημα, βοηθά το σύστημα, δεν το αποδυναμώνει.

Πολλοί αγωνιστές μπαίνουν στον πειρασμό να επικεντρωθούν σε μη ουσιώδη ζητήματα όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η ζωή στις φάμπρικες επειδή είναι κάτι εύκολο. Επιλέγουν ένα ζήτημα για το οποίο το σύστημα έχει περιθώρια υπαναχώρησης και για το οποίο θα υποστηριχτούν από διάφορους (Ralph Nader, Winona La Duke, εργατικά σωματεία και άλλους ροζ μεταρρυθμιστές). Ίσως το σύστημα, υπό πίεση, να υπαναχωρήσει λιγάκι, οι ακτιβιστές να δουν κάποιο αποτέλεσμα και να μείνουν με την ικανοποίηση ότι κάτι πέτυχαν. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν θα έχουν επιτύχει κάτι για να καταστρέψουν το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα.

(…)

5. Οι αγωνιστές πρέπει να επιτεθούν στο σύστημα στα αποφασιστικά σημεία

Για να εργαστούν οι αγωνιστές αποτελεσματικά στην κατεύθυνση της εξουδετέρωσης του τεχνολογικοβιομηχανικού συστήματος πρέπει να πολεμήσουν το σύστημα στα σημεία για τα οποία δεν μπορεί να υπαναχωρήσει. Πρέπει να επιτεθούν στα ζωτικά όργανα του συστήματος. Φυσικά, όταν χρησιμοποιώ τη λέξη «επίθεση» εννοώ μόνο νόμιμα μέσα διαμαρτυρίας και αντίστασης.

Μερικά παραδείγματα ζωτικών οργάνων του συστήματος είναι:

Α. Η βιομηχανία ηλεκτρισμού. Το σύστημα κυρίως βασίζεται στο δίκτυο αυτό.

Β. Η βιομηχανία της επικοινωνίας. Χωρίς άμεση επικοινωνία όπως το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, το e-mail, το σύστημα δεν θα επιβίωνε.

Γ. Η βιομηχανία των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Χωρίς κομπιούτερ, το σύστημα θα κατέρρεε άμεσα.

Δ. Η βιομηχανία προπαγάνδας. (…)

Ε. Η βιομηχανία βιοτεχνολογίας. (…)

(…)

6. Η βιοτεχνολογία μπορεί να είναι ο καλύτερος στόχος για πολιτική επίθεση

Πιθανότατα ο πιο υποσχόμενος στόχος για να εξαπολύσει κάποιος πολιτική επίθεση είναι η βιοτεχνολογία. Παρ’ όλο που συνήθως οι επαναστάσεις γίνονται από μειονότητες, είναι πολύ χρήσιμο να έχεις ένα βαθμό υποστήριξης, συμπάθειας ή έστω συναίνεσης από το γενικό πληθυσμό. Το να έχεις αυτή την υποστήριξη ή τη συναίνεση είναι ένας απ’ τους στόχους της πολιτικής δράσης. Αν επικεντρώσεις για παράδειγμα όλη σου την πολιτική επίθεση στη βιομηχανία ηλεκτρισμού, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να λάβεις όποια υποστήριξη εκτός από αυτή άλλων αγωνιστικών μειονοτήτων, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι αντιδρούν στην ιδέα ν’ αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους, και ειδικά σε κάθε τι που τους δυσκολεύει. Γι’ αυτό το λόγο πολύ λίγοι είναι εκείνοι που θα είναι πρόθυμοι να ζήσουν χωρίς ηλεκτρισμό. (…) Και η βιοτεχνολογία αποτελεί ένα ζήτημα πάνω στο οποίο το σύστημα δεν έχει περιθώρια να υπαναχωρήσει. Είναι ένα ζήτημα για το οποίο πρέπει να παλέψει μέχρι τελικής πτώσης, πράγμα που είναι ακριβώς ό,τι χρειαζόμαστε. Για παράδειγμα, αν χτυπήσεις τη βιοτεχνολογία πρωτίστως επειδή μπορεί να προκαλέσει καταστροφή στο περιβάλλον ή επειδή οι γενετικά μεταλλαγμένες τροφές μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στην υγεία, τότε το σύστημα μπορεί να μετριάσει την επίθεση σου υποχωρώντας ή κάνοντας συμβιβασμούς –για παράδειγμα εισάγοντας αυξημένη παρακολούθηση της γενετικής έρευνας και πιο αυστηρές δοκιμές και κανονισμούς στις γενετικά μεταλλαγμένες καλλιέργειες. (…)

7. Κάθε βιοτεχνολογία πρέπει να χτυπηθεί ως ζήτημα αρχών, ζήτημα ηθικής

Έτσι, αντί να υπάρχουν διαμαρτυρίες για τη μια ή την άλλη αρνητική επίπτωση της βιοτεχνολογίας, πρέπει να χτυπήσεις όλη τη σύγχρονη βιοτεχνολογία, με τη λογική ότι:

α) είναι μια προσβολή για κάθε ζωντανό οργανισμό,

β) δίνει υπερβολική δύναμη στην εξουσία,

γ) θα καταστρέψει ριζικά βασικές ανθρώπινες αξίες που υπάρχουν εδώ και χιλιάδες χρόνια.(…)

8. Οι αγωνιστές δεν χτυπούν τη βιοτεχνολογία αποτελεσματικά ακόμη

Ορισμένοι αγωνιστές χτυπούν τη βιοτεχνολογία, είτε πολιτικά, είτε άμεσα αλλά απ’ όσο ξέρω εξηγούν αυτή την επίθεση με βάση τις αξίες του ίδιου του συστήματος. Δηλαδή με την καταστροφή του περιβάλλοντος και της υγείας των ανθρώπων.

Και δεν χτυπούν τη βιοτεχνολογία εκεί που πονάει. Για να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα σωματικής πάλης ξανά, ας υποθέσουμε ότι έπρεπε να υπερασπιστείς τον εαυτό σου από ένα χταπόδι. Δεν θα μπορούσες να παλέψεις αποτελεσματικά εάν έκοβες τις άκρες των πλοκαμιών του. Πρέπει να χτυπήσεις το κεφάλι του. Όμως, απ’ όσο ακούω, οι αγωνιστές ακόμη παλεύουν με τα πλοκάμια. Προσπαθούν να πείσουν καλλιεργητές, μεμονωμένα, να μην βάλουν γενετικά μεταλλαγμένους σπόρους. Όμως υπάρχουν πολλές χιλιάδες φάρμες, πράγμα που καθιστά εξαιρετικά αναποτελεσματικό να προσπαθεί κάποιος να πείσει έναν-έναν τους καλλιεργητές ν’ αντιταχθούν στην γενετική μετάλλαξη. Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό να πεισθούν οι ερευνητές-επιστήμονες που ασχολούνται με το θέμα ή τα στελέχη επιχειρήσεων, όπως η Monsanto, να μην ασχοληθούν άλλο με αυτό το πεδίο. Το να πείσει κάποιος έστω και λίγους απ’ αυτούς είναι πολύ πιο χρήσιμο από το να πείσει εκατοντάδες αγρότες να μην φυτέψουν μεταλλαγμένους σπόρους.

9. Χτυπήστε εκεί που πονάειΕίναι σχετικό το αν έχω δίκιο αναφορικά με το ότι η βιοτεχνολογία είναι το καλύτερο ζήτημα για να χτυπήσεις το σύστημα πολιτικά. Όμως είναι αδιαμφισβήτητο πως οι αγωνιστές σήμερα χάνουν πολύτιμη ενέργεια με ζητήματα που έχουν μικρή ή καθόλου σχέση με την επιβίωση του τεχνολογικού συστήματος. Και όταν πάλι αναφέρονται στα σωστά ζητήματα, δεν χτυπούν εκεί που πονάει. Έτσι, αντί να κάνουν άνω-κάτω την επόμενη παγκόσμια σύνοδο κορυφής για το εμπόριο, με εξάρσεις κατά της παγκοσμιοποίησης, οι αγωνιστές πρέπει να σκεφτούν λίγο για το πώς θα χτυπήσουν το σύστημα εκεί που πονάει. […]

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.239, Ιούλιος- Αύγουστος 2023

 

Β μέρος

Τον Μάιο 2007, σε μετάφραση του πυρήνα ΞΑΝΑ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, δημοσιεύθηκε στη Διαδρομή Ελευθερίας, φ. 61, συνέντευξη του Τ. Καζίνσκι στην αναρχική τούρκικη ομάδα Veganarsy, όπως δημοσιεύθηκε από το περιοδικό Anarchy, τεύχος 61. Στο προλογικό σημειώναμε: «Προχωρήσαμε στη δημοσίευση, παρά τις διαφωνίες μας σε αρκετά σημεία, (όπως για παράδειγμα με τις γενικεύσεις που γίνονται σε σχέση με τις κοινότητες που δεν έχουν αφομοιωθεί από τον πολιτισμό), θεωρώντας πως υπάρχουν πολλά σημεία που μπορούν να αποτελέσουν αφορμές για συζητήσεις.

 

Άλλωστε, ο Unabomber ακολούθησε μια υποδειγματική στάση σε σχέση με τις απόψεις του, ακολουθώντας ένα ατομικό τρόπο στάσης και δράσης και δεν παρουσίασε τον εαυτό του ως αναρχικό, προσπαθώντας να καλυφθεί, αλλά υπήρξε και παραμένει ειλικρινής στις απόψεις και τις προθέσεις του, ανεξαρτήτως συμφωνιών ή διαφωνιών».

V: Νομίζω ήσουν μαθηματικός, και δεν πίστευες αυτά που πιστεύεις τώρα; Τι άλλαξε συνολικά τις ιδέες σου; Πότε άρχισες να σκέφτεσαι ότι το πρόβλημα είναι στον πολιτισμό; Μπορείς να πεις με λίγες λέξεις γιατί αρνείσαι τον πολιτισμό; Πώς και πότε αποφάσισες να ζήσεις σε ένα δάσος και να στέλνεις βόμβες;

TK: Μια ολοκληρωμένη απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις θα ήταν πολύ εκτεταμένη και πολύπλοκη, αλλά θα πω τα εξής: Η διαδικασία μέσω της οποίας αρνήθηκα το μοντερνισμό και τον πολιτισμό άρχισε όταν ήμουν 11 χρονών. Σ’ αυτή την ηλικία άρχισα να έλκομαι από τον πρωτόγονο τρόπο ζωής, όταν διάβασα για τη ζωή του ανθρώπου του Νεάτερνταλ. Τα επόμενα χρόνια, μέχρι να μπω στο Harvard στην ηλικία των 16, συνήθιζα να ονειρεύομαι την απόδραση από τον πολιτισμό και τη ζωή σε κάποιο άγριο μέρος. Κατά την ίδια περίοδο, η αποστροφή μου για τη μοντέρνα ζωή μεγάλωνε καθώς καταλάβαινα όλο και περισσότερο ότι οι άνθρωποι στη βιομηχανική κοινωνία αναγκάζονται να είναι γρανάζια μιας μηχανής, στερούνται την ελευθερία και υπόκεινται στις θελήσεις των μεγάλων οργανισμών που ελέγχουν τις συνθήκες στις οποίες ζουν. Μετά την είσοδό μου στο Harvard, παρακολούθησα κάποια μαθήματα ανθρωπολογίας, μαθαίνοντας περισσότερα για τους πρωτόγονους ανθρώπους και τις γνώσεις που τους βοηθούσαν να ζήσουν στη φύση. Για παράδειγμα, ευχόμουν να έχω τις γνώσεις τους για φυτά που τρώγονται. Αλλά δεν είχα ιδέα για το που να βρω τέτοιες γνώσεις μέχρι περίπου δύο χρόνια αργότερα, ανακάλυψα έκπληκτος ότι υπήρχαν βιβλία για τα φαγώσιμα φυτά. Το πρώτο απ’ αυτά που αγόρασα ήταν το Stalking the Wild Asparagus (Κυνηγώντας το Άγριο Σπαράγγι) του Euell Gibbons, και μετά, όταν γυρνούσα σπίτι απ’ το κολέγιο και το μεταπτυχιακό τα καλοκαίρια, πήγαινα πολλές φορές κάθε εβδομάδα στο προστατευμένο δάσος του Cook County, κοντά στο Σικάγο, για να ψάξω για φαγώσιμα φυτά. Στην αρχή φαινόταν παράξενο να πηγαίνω μόνος μου στο δάσος, μακριά από δρόμους και μονοπάτια. Αλλά καθώς μάθαινα το δάσος και φυτά και ζώα που ζουν σ’ αυτό, μου έφευγε η αμηχανία και ένιωθα όλο και πιο άνετα. Σιγά σιγά γινόμουν όλο και πιο σίγουρος ότι δεν ήθελα να περάσω όλη μου τη ζωή μέσα στον πολιτισμό, κι ότι ήθελα να ζήσω σε κάποιο άγριο μέρος. Στο μεταξύ, πήγαινα καλά στα μαθηματικά. Είχε πλάκα να λύνω μαθηματικά προβλήματα, αλλά στην ουσία τα μαθηματικά ήταν βαρετά και κενά, γιατί για μένα δεν είχαν κάποιο σκοπό. Αν είχα δουλέψει πάνω στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, θα είχα συνεισφέρει στην ανάπτυξη της τεχνολογικής κοινωνίας που μισούσα, έτσι δούλεψα μόνο πάνω στα καθαρά μαθηματικά. Αλλά τα καθαρά μαθηματικά ήταν μόνο ένα παιχνίδι. Δεν καταλάβαινα τότε, αλλά και τώρα, γιατί οι μαθηματικοί ήταν ευχαριστημένοι να σπαταλούν όλη τους τη ζωή για ένα μόνο παιχνίδι. Εγώ δεν ήμουν καθόλου ευχαριστημένος με τέτοια ζωή. Ήξερα τι ήθελα: να πάω να ζήσω σε ένα άγριο μέρος. Αλλά δεν ήξερα πώς να το κάνω. Σ’ εκείνες τις μέρες δεν υπήρχαν πρωτογονιστικά κινήματα, survivalists, και κάποιος που θα άφηνε μια φιλόδοξη καριέρα στα μαθηματικά για να πάει να ζήσει ανάμεσα στα δάση ή τα βουνά θα θεωρούνταν χαζός ή τρελός. Δεν ήξερα ούτε ένα άτομο που να καταλάβαινε γιατί ήθελα να κάνω αυτό το πράγμα. Έτσι, βαθιά μέσα μου, πείστηκα ότι δεν μπορούσα να αποδράσω από τον πολιτισμό. Επειδή έβρισκα τη μοντέρνα ζωή τελείως απαράδεκτη, μεγάλωσα όλο και πιο ανέλπιδα, μέχρι που στα 24 έφτασα σ’ ένα είδος κρίσης: ένιωθα τόσο μίζερα που δεν μ’ ένοιαζε αν θα πέθαινα ή αν θα ζήσω. Αλλά όταν έφτασα σ’ αυτό το σημείο, μια ξαφνική αλλαγή συνέβη: κατάλαβα ότι αν δεν φοβόμουν αν θα ζήσω ή αν θα πεθάνω, τότε δε θα χρειαζόταν να φοβάμαι για τις συνέπειες του ο,τιδήποτε θα έκανα. Έτσι μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα. Ήμουν ελεύθερος! Αυτό ήταν το σημείο καμπής στη ζωή μου, γιατί τότε απόκτησα κουράγιο το οποίο διατηρώ από τότε. Εκείνο τον καιρό, επίσης, βεβαιώθηκα ότι θα πήγαινα σύντομα να ζήσω στη φύση, ανεξάρτητα από τις συνέπειες. Πέρασα 2 χρόνια διδάσκοντας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια για να μαζέψω κάποια λεφτά, κι έπειτα παραιτήθηκα κι έψαξα να βρω ένα μέρος στο δάσος για να ζήσω. Θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να απαντήσω το τελευταίο μέρος της ερώτησής σας, αλλά θα σας δώσω μια τμηματική απάντηση αντιγράφοντας αυτό που έγραψα για το περιοδικό μου στις 14 Αυγούστου 1983: «Στις 5 Αυγούστου πήγα ανατολικά. Πήγα στην κρυμμένη κατασκήνωση που έχω σε ένα φαράγγι πέρα απ’ το «Διαγώνιο Φαράγγι». Έμεινα εκεί την επόμενη μέρα, 6 Αυγούστου. Ένιωσα την ειρήνη του δάσους εκεί. Αλλά παρ’ όλο που υπάρχουν φυτά huckleberries και ελάφια εκεί, δεν υπάρχει παρά λίγο παιχνίδι. Επιπλέον, ήταν καιρός από τότε που είδα τελευταία φορά το όμορφο υψίπεδο απ’ το οποίο κατάγονται τα διάφορα είδη του ποταμίσιου σολωμού. Έτσι αποφάσισα να πάω εκεί στις 7 Αυγούστου. Αφού  διέσχισα το δρόμο στους πρόποδες του βουνού Crater, άρχισα ν’ ακούω αλυσοπρίονα· ο ήχος ακουγόταν σα να έρχεται από το τέρμα της ρεματιάς Roaster Bill. Υπέθεσα ότι έκοβαν δέντρα· δεν μου άρεσε αλλά νόμιζα ότι θα μπορούσα ν’ αποφύγω τέτοιες καταστάσεις όταν θα έφτανα στο υψίπεδο. Περπατώντας ανάμεσα στους λοφίσκους, είδα κάτω ένα καινούργιο δρόμο που δεν υπήρχε παλιά, και φαινόταν να διασχίζει τις ράχες που κλείνουν στη ρεματιά Stemple. Ένιωσα κάπως ν’ αρρωσταίνω. Κι όμως, πήγα στο υψίπεδο. Αυτό που είδα μου έσπασε την καρδιά. Το υψίπεδο είχε χαραχτεί με νέους δρόμους, πλατείς και καλοφτιαγμένους. Το υψίπεδο είχε καταστραφεί για πάντα.

Το μόνο που θα το έσωζε θα ήταν η κατάρρευση της τεχνολογικής κοινωνίας. Δεν μπορούσα να το αντέξω. Ήταν το καλύτερο και πιο όμορφο, απομονωμένο μέρος, εκεί γύρω και είχα υπέροχες αναμνήσεις από αυτό. «Ένας δρόμος πέρασε μέσα από λίγες εκατοντάδες πόδια ενός αγαπημένου σημείου, όπου κατασκήνωνα για πολύ καιρό πριν μερικά χρόνια και πέρασα πολλές ευχάριστες ώρες. Γεμάτος θλίψη και οργή γύρισα πίσω και κατασκήνωσα στο South Fork Humbug». Την επόμενη μέρα ξεκίνησα για την καλύβα μου. Η πορεία μου με έφερε σε ένα όμορφο σημείο, ένα από τα αγαπημένα μου μέρη, όπου υπήρχε μια πηγή αγνού νερού που μπορούσες να το πιείς με ασφάλεια χωρίς να το βράσεις. Σταμάτησα και είπα κάτι σαν προσευχή στο πνεύμα της πηγής. Ήταν μια προσευχή στην οποία ορκίστηκα ότι θα εκδικηθώ γι’ αυτό που γινόταν στο δάσος. Το ταξίδι μου συνεχίζεται: «…και τότε επέστρεψα σπίτι όσο πιο γρήγορα μπορούσα επειδή είχα κάτι να κάνω!» Μπορείτε να μαντέψετε τι.

V: Ποιος είναι ο λόγος που αποφάσισες να ανατινάξεις τεχνολογικές περιοχές; Πώς νομίζεις ότι μπορούμε να καταστρέψουμε τον πολιτισμό, πώς θα ερχόταν πιο κοντά σε σένα;

TK: Το πρόβλημα του πολιτισμού είναι πανομοιότυπο με το πρόβλημα της τεχνολογίας. Ας εξηγήσω πρώτα ότι όταν μιλάω για τεχνολογία δεν αναφέρομαι μόνο σε υλικές συσκευές, όπως τα εργαλεία και τα μηχανήματα. Περιλαμβάνω, επίσης, τεχνικές όπως η χημεία, η πολιτική μηχανική, ή η βιοτεχνολογία. Επίσης, ανθρώπινες τεχνικές, όπως η προπαγάνδα ή η εκπαιδευτική ψυχολογία, όπως και οργανωτικές τεχνικές που δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν σε ένα προηγμένο επίπεδο, χωρίς τις υλικές συσκευές –τα εργαλεία, τα μηχανήματα και τις δομές– και από τις οποίες εξαρτάται όλο το τεχνολογικό σύστημα. Πάντως, η τεχνολογία, με την ευρύτερη έννοια της λέξης, περιλαμβάνει, όχι μόνο μοντέρνα τεχνολογία, αλλά και τις τεχνικές και υλικές συσκευές που υπήρχαν σε προηγούμενα στάδια της κοινωνίας. Για παράδειγμα, το αλέτρι, ο ζυγός για τα ζώα, τα εργαλεία του σιδηρουργού, η εκτροφή ζώων και η καλλιέργεια φυτών, και οι τεχνικές της γεωργίας, η αγροτική-κτηνοτροφική οικονομία και η μεταλλουργία. Πρώιμοι πολιτισμοί εξαρτιόνταν απ’ αυτές τις τεχνολογίες, όπως και στις ανθρώπινες και οργανωτικές τεχνικές που χρειάζονταν για να εξουσιάσουν μεγάλα σύνολα ανθρώπων. Οι πολιτισμοί δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την τεχνολογία στην οποία βασίζονται. Αντίστροφα, όπου η τεχνολογία είναι διαθέσιμη, ο πολιτισμός πιθανότατα θα αναπτυχθεί αργά ή γρήγορα. Έτσι, το πρόβλημα του πολιτισμού μπορεί να εξισωθεί με το πρόβλημα της τεχνολογίας. Όσο πιο πίσω σπρώξουμε την τεχνολογία, τόσο πιο πίσω θα σπρώξουμε και τον πολιτισμό. Αν μπορούσαμε να σπρώξουμε την τεχνολογία πίσω στη λίθινη εποχή, δεν θα υπήρχε πια πολιτισμός.

V: Θεωρείς ότι η βία είναι δεδομένη;

TK: Βέβαια, η βία είναι δεδομένη. Και είναι απαραίτητη στη φύση. Αν οι κυνηγοί δεν σκότωναν μέλη ενός είδους θηράματος, τότε το είδος του θηράματος θα πολλαπλασιαζόταν σε τέτοιο βαθμό που θα κατέστρεφε το περιβάλλον καταναλώνοντας όλα τα φαγώσιμα. Πολλά είδη ζώων είναι βίαια εναντίον μελών του δικού τους είδους. Για παράδειγμα, είναι ευρέως γνωστό ότι οι άγριοι χιμπατζήδες συχνά σκοτώνουν άλλους χιμπατζήδες. Δείτε το περιοδικό Time, στις 19 Αυγούστου 2002, σελίδα 56. Σε κάποιες περιοχές είναι συχνές οι συμπλοκές μεταξύ αρκούδων. (…)

Ο καθηγητής Coon ξεκαθαρίζει (…) ότι θαυμάζει τους κυνηγούς-συλλέκτες και τους θεωρεί πιο τυχερούς από τους πολιτισμένους. (…) γιατί οι μοντέρνοι άνθρωποι θεωρούν τη βία σαν κακή από μόνη της; Το κάνουν για ένα και μόνο λόγο: έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου από την προπαγάνδα. (…)

V: Πώς βλέπεις τους αναρχικούς, τους οικο-αναρχικούς, τους αναρχο-πριμιτιβιστές; Συμφωνείς μαζί τους; Πώς βλέπεις τη χορτοφαγία/ολική χορτοφαγία; Τι νομίζεις για το να μην τρως και να χρησιμοποιείς ζώα; Τι νομίζεις για το ALF/ELF; Τι νομίζεις για ομάδες όπως η Earth First!, το ELF και τους Gardening Gorillas;

TK: Όλες οι ομάδες που αναφέρετε εδώ είναι κομμάτι ενός κινήματος. (Ας το ονομάσουμε «GA» – απ’ το «green anarchist» / οικο-αναρχικό). Φυσικά, αυτοί οι άνθρωποι έχουν δίκιο στο βαθμό που αντιτίθενται στον πολιτισμό και την τεχνολογία στην οποία βασίζεται. Αλλά, εξαιτίας του βαθμού αυτού του αναπτυσσόμενου κινήματος, μπορεί στην ουσία να βοηθήσει το τεχνο-βιομηχανικό σύστημα να προστατέψει τον εαυτό του και να λειτουργήσει σαν εμπόδιο στην επανάσταση. Θα εξηγήσω. Είναι δύσκολο να καταστείλεις την εξέγερση ευθέως. Όταν η εξέγερση καταστέλλεται, ξεσπάει πολύ συχνά αργότερα με άλλη μορφή, την οποία οι αρχές αντιμετωπίζουν πιο δύσκολα. Για παράδειγμα, το 1878 η Γερμανική βουλή νομοθέτησε σκληρούς και καταπιεστικούς νόμους ενάντια στο Σοσιαλδημοκρατικό κίνημα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα το κίνημα να συντρίβει, τα μέλη του σκορπίστηκαν, συγχύστηκαν και αποθαρρύνθηκαν, αλλά μόνο για λίγο. Το κίνημα σύντομα επανενώθηκε, έγινε πιο ενεργητικό, και βρήκε νέους τρόπους να διαδώσει τις ιδέες του. Έτσι, το 1884 ήταν δυνατότερο από ποτέ (G.A. Zimmermann, Das Neunzehnte Jahrhundert: Geshichtlicher und kulturhistorischer, Ruckblick, Druck und Verlag von Geo. Brumder, Milwaukee, 1902, σελίδα 23). Οι οξυδερκείς παρατηρητές των ανθρώπινων υποθέσεων ξέρουν ότι οι ισχυρές τάξεις μιας κοινωνίας μπορούν να αμυνθούν αποτελεσματικά ενάντια στην εξέγερση, χρησιμοποιώντας ισχύ και άμεση καταστολή μόνο σε έναν περιορισμένο βαθμό, και βασιζόμενοι κύρια στη χειραγώγηση για την εκτροπή/παρέκκλιση της εξέγερσης. Ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία που χρησιμοποιείται είναι αυτό της παροχής καναλιών μέσω των οποίων οι εξεγερτικές παρορμήσεις μπορούν να εκφραστούν με τρόπους που είναι ανώδυνοι για το σύστημα. Για παράδειγμα, είναι ευρέως γνωστό ότι στη Σοβιετική Ένωση το σατιρικό περιοδικό Krokodil σχεδιάστηκε για να δίνει διέξοδο σε παράπονα και στη δυσφορία για τις αρχές με τρόπο που δεν θα οδηγούσε κάποιον σε αμφισβήτηση της νομιμότητας του Σοβιετικού συστήματος ή στο να εξεγερθεί εναντίον του με κανέναν σοβαρό τρόπο. Αλλά το δημοκρατικό σύστημα της Δύσης έχει αναπτύξει μηχανισμούς για την εκτροπή/παρέκκλιση της εξέγερσης που είναι πολύ πιο σύνθετοι και αποτελεσματικοί απ’ οποιονδήποτε άλλον υπήρξε στη Σοβιετική Ένωση. Είναι αξιοσημείωτο, ότι στη μοντέρνα Δυτική κοινωνία οι άνθρωποι εξεγείρονται για τις αξίες του ίδιου του συστήματος, εναντίον του οποίου φαντάζονται ότι εξεγείρονται. Οι αριστεροί εξεγείρονται υπέρ μιας φυλετικής ή θρησκευτικής ισότητας, για ισότητα για τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους, για την ανθρώπινη μεταχείριση στα ζώα, και ούτω καθ’ εξής. Αλλά αυτές είναι οι αξίες που τα Αμερικανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προωθούν κάθε μέρα επάνω μας. Οι αριστεριστές έχουν υποστεί τέτοια ενδελεχή πλύση εγκεφάλου από τα ΜΜΕ που μπορούν να εξεγερθούν μόνο με τους όρους αυτών των αξιών, οι οποίες είναι αξίες του ίδιου του τεχνο-βιομηχανικού συστήματος. Με αυτό τον τρόπο το σύστημα έχει επιτυχημένα κατορθώσει να εκτρέψει/παρεκκλίνει τις εξεγερτικές παρορμήσεις της αριστεράς σε κανάλια που είναι ανώδυνα για το σύστημα.

Η εξέγερση ενάντια στην τεχνολογία και τον πολιτισμό είναι αληθινή εξέγερση, μια αληθινή επίθεση στις αξίες του υπάρχοντος συστήματος. Αλλά οι πράσινοι αναρχικοί (οικο-αναρχικοί), αναρχο-πριμιτιβιστές και ούτω καθ’ εξής (το κίνημα «GA»), έχουν γίνει δέκτες μιας βαριάς επίδρασης της αριστεράς, που η εξέγερσή τους ενάντια στον πολιτισμό έχει σε ένα μεγάλο βαθμό ουδετεροποιηθεί. Αντί να εξεγερθούν ενάντια στις αξίες του πολιτισμού, έχουν υιοθετήσει πολλές πολιτισμικές αξίες οι ίδιοι και έχουν κατασκευάσει μια φαντασιακή εικόνα των πρωτόγονων κοινωνιών που ενσωματώνει αυτές τις πολιτισμένες αξίες. Υποκρίνονται ότι οι κυνηγοί-συλλέκτες δούλευαν μόνο 2 ή 3 ώρες τη μέρα (δηλαδή 14 με 21 την εβδομάδα), ότι είχαν φυλετική ισότητα, ότι σέβονταν τα δικαιώματα των ζώων, ότι πρόσεχαν να μη βλάψουν το περιβάλλον κτλ. Αλλά όλα αυτά είναι μύθος. Αν διαβάσετε πολλές αναφορές που γράφτηκαν από ανθρώπους που προσωπικά παρατήρησαν κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών σε καιρούς που ήταν σχετικά ανέγγιχτοι από τον πολιτισμό, θα δείτε ότι:

α) Όλες αυτές οι κοινωνίες έτρωγαν φαγητό από ζώα, καμία δεν ήταν χορτοφαγική.

β) Πολλές (αν όχι όλες) απ’ αυτές τις κοινωνίες κακοποιούσαν ζώα.

γ) Η πλειοψηφία αυτών των κοινωνιών δεν είχαν ισότητα μεταξύ των φύλων.

δ) Ο μέσος όρος των 2 ή 3 ωρών εργασίας τη μέρα, ή 14 με 21 ωρών την εβδομάδα, βασίζεται σε έναν αποπροσανατολιστικό ορισμό της «εργασίας». Μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για πλήρως νομαδικές κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών θα έδινε περίπου 40 ώρες εργασίας την εβδομάδα, και μερικές δούλευαν για πολύ παραπάνω.

ε) Οι περισσότερες απ’ αυτές τις κοινωνίες δεν ήταν μη-βίαιες.

στ) Ο ανταγωνισμός υπήρχε στις περισσότερες, ή πιθανόν σε όλες απ’ αυτές τις κοινωνίες. Σε μερικές απ’ αυτές ο ανταγωνισμός μπορούσε να πάρει βίαιες μορφές.

ζ) Αυτές οι κοινωνίες ποικίλλουν εξαιρετικά στο βαθμό που προσέχουν να μη βλάψουν το περιβάλλον. Μερικές το συντηρούν, αλλά άλλες βλάπτουν το περιβάλλον τους με το υπερβολικό κυνήγι, με την ασύδοτη χρήση φωτιάς ή με άλλους τρόπους (…)

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Πηγή: anarchypress

Black Athena: Τα pass ΔΕΝ είναι επιδόματα. Είναι διαβατήρια.

Είναι γνωστό ότι συχνά οι κυρίαρχοι διαστρεβλώνουν τις έννοιες και τους δίνουν ακόμα και αντίθετο νόημα από αυτό που είχαν αρχικά (βλ. Orwell). Είναι λιγότερο γνωστό αλλά συμβαίνει εξίσου συχνά να χρησιμοποιούν έννοιες με το κυριολεκτικό τους νόημα αλλά αυτό να μη γίνεται αντιληπτό, να περνάει εντελώς απαρατήρητο. Πολλές φορές το εντελώς οικείο παραμένει και εντελώς αόρατο. Μια τέτοια περίπτωση αφορά ίσως και το σημερινό σημείωμα.

Προτείνω, χωρίς να θέλω να σας τρομάξω, να δούμε όλα αυτά τα pass που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια διαφορετικά (covid, market, freedom, fuel, power, dentist, samos, youth κτλ). Τα pass αυτά ΔΕΝ είναι επιδόματα. Είναι πραγματικά pass. Pass όπως στο “passport”, δηλαδή, εκείνο το έγγραφο που σου δίνεται από την εξουσία για να έχεις πρόσβαση σε άλλη χώρα. Pass όπως το “password” που πρέπει να δώσεις μια λέξη-κλειδί που θα σου ανοίξει μια πύλη ή θα σου δώσει πρόσβαση σε κάποιο περιεχόμενο.

Όλα τα pass που ξέρουμε δεν έχουν καμία διαφορά με τα παραπάνω παραδείγματα. Είναι εισιτήρια/διαβατήρια που μας δίνει το κράτος ώστε να αποκτήσουμε πρόσβαση σε κάποιο χώρο ή υπηρεσία ή αγαθό.

Τα pass δεν είναι επιδόματα, δεν είναι οικονομική ενίσχυση, δεν είναι χρήμα-μέσο ανταλλαγής, δεν είναι μέσα αλλοτρίωσης, ούτε μέσα πειθαρχίας. Eίναι μια νέα μορφή διαβατηρίου και γι’ αυτό το λόγο κανείς λογικός άνθρωπος δε λέει όχι σε αυτά και όλοι τα επιθυμούμε. Ποιος θα έλεγε όχι σε ένα κλειδί που του δίνει πρόσβαση κάπου, ενώ τώρα δεν έχει τέτοια πρόσβαση; Οι μόνοι που το κάνουν είναι καθαρά για λόγους ιδεολογίας – δεν το απαξιώνω.

Το κράτος δημιουργεί δια της βίας και της ικανοποίησης αναγκών και επιθυμίων/απολαύσεων/εθισμών το πλαίσιο, τον φράχτη, τα τείχη και τα σημεία ελέγχου που εσωκλείουν όσα είναι αναγκαία και επιθυμητά για τη ζωή. Ύστερα, μοιράζει διαβατήρια και ατομικά κλειδιά (τα pass) για να μπορούν οι υποτελείς τάξεις να εισέλθουν εντός των τειχών. Είναι μια άδεια εισόδου.

Σκεφτείτε το. Αυτό συμβαίνει στις εθνικές οδούς με τα διόδια, στα covid-pass της πανδημίας, στο taxis net και στο gov gr, στο σούπερ μάρκετ, στο ΚΕΑ και τα επιδόματα του ΟΠΕΚΑ (που θα δίνονται τα επόμενα χρόνια αποκλειστικά σε μορφή κάρτας, ή αλλιώς πάσου όπως οι φοιτητές).

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι αυτά τα pass είναι κάτι αντίστοιχο με τα κουπόνια στις κομμουνιστικές χώρες. Τα κουπόνια εκείνα χρησίμευαν σαν ένα αντίστοιχο έγγραφο για την διανομή των αγαθών από το κράτος. Σαν έγγραφο πρόσβασης στα αγαθά και αυτό. Αυτό που ζούμε τώρα είναι μια μετεξέλιξη αυτού του κουπονιού. Τα σημερινά pass ενώ λειτουργούν σαν τρόπος διανομής των αγαθών έχουν επί πλέον και τη λειτουργία ελέγχου της ανθρώπινης κίνησης (όπως τα διαβατήρια/εισιτήρια στα ΜΜΜ). Δεν είναι μόνο ένας τρόπος διανομής των αγαθών αλλά και ένας τρόπος οργάνωσης της κίνησης των υποτελών πληθυσμών στο χώρο (βλ. covid pass). Επιπλέον, είναι και τρόπος οργάνωσης της κίνησης στον χρόνο. Μέσα από το σύνολο των διασυνδεδεμένων pass και προσωπικών στοιχείων τα κράτη έχουν στη κατοχή τους έναν ολοκληρωμένο χάρτη που απεικονίζει όχι μόνο το πως γίνεται η διανομή και ποια είναι τα σημεία ελέγχου αλλά και ποιοι και πόσοι είναι οι «ωφελούμενοι» και οι «εκτός των τειχών» και πως η πρόσβαση πραγματοποιείται ή απαγορεύεται μέσα στην διάρκεια του χρόνου (κάρτα εργασίας, ΜΜΜ). Τι είναι ο χρόνος άλλωστε; Η ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων, η ταχύτητα των αναγκαίων εργασιών, η επιτάχυνση της κυκλοφορίας του εμπορεύματος, η ρύθμιση της κίνησης και της ακινησίας.

Το ιδιαίτερο τεχνικό στοιχείο που ευνοεί όλη αυτή τη λειτουργία είναι φυσικά τα υπολογιστικά συστήματα που έχουν εισαχθεί παντού. Με αυτά γίνεται εφικτό να ενοποιηθούν οι διαφορετικές μοφρές των αδειών εισόδου/εξόδου: παραδοσιακά διαβατήρια, πάσο και κάρτες, κωδικοί σε λογισμικά συστήματα, χρήμα κτλ. Προσοχή, ειδικά για το τελευταίο. Το χρήμα σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί το ίδιο ως διαβατήριο, ως πρόσβαση στην κατανάλωση.

Αν τα pass είναι εισιτήρια πρόσβασης στην κατανάλωση, εισιτήρια εισόδου στον χώρο και κάρτες εισόδου σε διαστήματα χρόνου τότε τι σημαίνει αυτό για το σύνολο της κοινωνικής μας ζωής; Αν τα pass είναι εισιτήρια πρόσβασης στα περιορισμένα αγαθά και υπηρεσίες που παράγονται είτε από την αγορά είτε απευθείας από το κράτος τότε τι αγορά είναι αυτή και τι είδους κράτος;

Η κατανάλωση, ο χώρος και ο χρόνος βρίσκονται υπό τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους, υπό την οργανωσιακή του εξουσία. Μετατρέπονται όλο και περισσότερο σε ένα κλειστό κύκλωμα μέσα στο οποίο κυκλοφορούν χρήμα, άνθρωποι, εμπορεύματα. Και γι’ αυτό είναι απαραίτητες άπειρες είσοδοι και έξοδοι. Εξ ου και τα pass και τα κάθε είδους κλειδιά. Αναμφίβολα, η αγορά που λειτουργεί με pass δεν είναι αγορά. Αφού το pass δεν είναι κάποια ανταλλαγή. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ένα μέρος της κατανάλωσης και της παραγωγής βγαίνει από την αγορά. Και αυτό το κάνει το κράτος. Το κράτος το ίδιο περιορίζει την αγορά, την ανταλλαγή και αυτό είναι ένα σημείο των καιρών.Των καιρών που η ελαχιστοποίηση (και γι’ αυτό ο έλεγχος) της κατανάλωσης από τις υποτελείς τάξεις θα είναι ο κανόνας.

Μπορούμε να δούμε τα pass με νέα μάτια μέσα στην καθημερινότητά μας. Κάθε pass κι ένα διαβατήριο. Κάθε pass κι ένας περίκλειστος χώρος όπου κάποιοι έχουν πρόσβαση και κάποιοι μένουν απ’εξω. Κάθε pass κι ένα μικρό κελί, ένας μικρός χώρος αναμονής σαν αυτούς που έχουν οι τράπεζες στις εισόδους τους. Είσοδος για λίγο εντός και μετά πάλι απ’έξω.

Πηγή: blackathena

Anselm Jappe: Από τον Céline στο Videoclip

Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Agalma 23 και μεταφράστηκε στα αγγλικά για την ιστοσελίδα libcom. Ο Anselm Jappe είναι καθηγητής φιλοσοφίας και μέλος του Krisis Groupe. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας. Πρώτη δημοσίευση: https://geniusloci2017.wordpress.com/2023/01/18/from_celine_to_videoclip/

 

Νωρίτερα φέτος κυκλοφόρησα μια συλλογή από δοκίμια στη Γαλλία με τίτλο Crédit à Mort, αφιερωμένο ειδικά στην οικονομική κρίση και τις κοινωνικές της συνέπειες. Ο τίτλος είναι εμφανώς μια αναφορά στο δεύτερο μυθιστόρημα του Louis-Ferdinand Céline. Δεν υήρχε ωστός καμιά άμεση αναφορά στο κείμενο του Céline· ο τίτλος μου ήταν απλά ένα λογοπαίγνιο περιλαμβάνοντας τις λέξεις «θάνατος» και «πίστωση». Παρόλα αυτά, αργότερα συνειδητοποίησα πόσο ταιριαστή ήταν στη πραγματικότητα η αναφορά στον Céline και πως έκανα μια σωστή επιλογή δίχως αρχικά να το συνειδητοποιήσω. Το βιβλίο γενικά είναι μιοα απόρριψη των ψευδών μορφών κοινωνικής κριτικής που εμφανίστηκαν λόγω της κρίσης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στο βιβλίο, απέρριψα πρώτα από όλα την μονόπλευρη πολεμική που κατευθύνεται εναντίον του χρηματοπιστωτικού τομέα, των τραπεζών και της κερδοσκοπίας, που θεωρείται όχι η ορατή πτυχή μιας πιο βαθιάς κρίσης – την κρίση της συσσώρευσης του κεφαλαίου – αλλά ως η πραγματική αιτία της καταστροφικής κρίσης του καπιταλιστικού τρόπου ζωής. Η πολεμική εναντίον της κερδοσκοπίας, που μπορεί να βρεθεί στην αριστερά αλλά και στη δεξιά, αποδίδει όλα τα κακά του κόσμου όχι σε μια κοινωνική δομή αλλά σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων που υποκινούνται από την απληστία και την επιθυμία για εξουσία. Πρέπει να υπερασπιστούμε τους εργάτες και τους τίμιους καταθέτες από τα παράσιτα του χρηματοπιστωτικού συστήματος: η επιδίωξη αυτή μοιάζει να έχει γεννήσει μια κοινή πεποίθηση με την οποία συμφωνούν ακόμη και ο Barak Obama, ο George Soros και ο Mario Draghi.

Μια τέτοια θέση αποτυγχάνει να κατανοήσει την σύνδεση μεταξύ της αφηρημένης εργασίας και αξίας, προϊόντος και χρημάτων, κεφαλαίου και μισθών, που αφορά την ειδικότητα του καπιταλισμού και είναι η αιτία των τωρινών προβλημάτων. Επιπλέον, απαντά στην ευρέως διαδεδομένη ανάγκη να βρεθεί κάποιος που να κατηγορηθεί, η εξαφάνιση του οποίου θα μπορούσε να λύσει τα πάντα δίχως να αλλάξει τίποτα άλλο σχετικά με την υπόλοιπη κοινωνία. Τέτοιου είδους κοσμοαντίληψη υπάρχει, με πολλές διαφοροποιήσεις, για περισσότερό από ένα αιώνα, έπαιρνε όμως πάντοτε τη μορφή κάποιου είδους λαϊκισμού. Και ο λαϊκισμός εμφανίζει το χαρακτηριστικό να υπάρχει και στη δεξιά όπως και στην αριστερά, μερικές φορές με σχεδόν πανομοιότυπα επιχειρήματα. Αυτή τη στιγμή περνά μια μεγάλη επανεμφάνιση. Ο λαϊκισμός υποκαθιστά τη κριτική με συναισθήματα, και ειδικά με ένα συναίσθημα απίστευτης δύναμης: την μνησικακία. Δεν είναι τυχαίο που ένας από τους πιο δημοφιλείς στοχαστές της εποχής μας, ο Slavoj Zizek, πρόσφατα αποκατέστησε την πολιτική αξία της «μνησικακίας».

Δεν χρειάζεται να τονίσουμε το γεγονός πως ο Céline, ακόμη και αγνοώντας κάθε πολιτικό προσανατολισμό, ήταν βάρδος της μνησικακίας, μια μνησικακία ύψιστου βαθμού, κατευθυνόμενη εναντίον των πάντων και όλων, μια μνησικακία σε κοσμική κλίμακα. Αυτή ήταν η τρομακτική του δύναμη: η έκφραση, δίχως διαμεσολαβήσεις, ωμά και αδρά, τα συναισθήματα που η ζωή στη σύγχρονη, αστική και καπιταλιστική κοινωνία μπορεί πρακτικά να προκαλέσει. Από την άποψη αυτή, ο Céline είναι αξεπέραστος. Αντιπροσωπεύει ένα πραγματικό πειρασμό. Την πρώτη φορά που διαβάζεις το Ταξίδι στην Άκρη της Νύχτας, όταν είσαι νέος, μπορεί να προκαλέσει την ίδια αναστάτωση με την πρώτη φορά που διαβάζεις Nietzsche ή την πρώτη φορά που μελέτησες την Κραυγή του Munch. Και σε κάθε τέτοια περίπτωση είναι αναγκαίο να απομακρυνθείς στην συνέχεια για να διακρίνεις πόση αλήθεια περιέχει ένα τέτοιο παράδειγμα από το σοκ που προκαλεί.

Φυσικά, στο κομμάτι αυτό που η λαϊκίστικη κριτική στο κεφάλαιο χρησιμοποιεί μια «αριστερή» γλώσσα υπάρχει ελάχιστη αναφορά στον Céline, ιδιαίτερα όχι στις πολιτικές του «ιδέες», ήταν όμως χαρακτηριστικό γνώρισμα του λαϊκισμού του Céline να ταλαντεύεται – επιφανεικά τουλάχιστον – μεταξύ αριστεράς και δεξιάς. Είναι γνωστό πως το Ταξίδι έγινε δεκτό από μεγάλο μέρος του αριστερού τύπου ως απόρριψη του καπιταλισμού· ο ίδιος ο Leon Trotsky αφιέρωσε ένα ουσιαστικά θετικό (και κατά τα άλλα εύστοχο) άρθρο στο βιβλίο. Προφανώς, αυτοί οι πρώιμοι θαυμαστές θα απογοητεύονταν ιδιαίτερα  από την στροφή προς τα δεξιά που πήρε ο Céline μερικά μόλις χρόνια αργότερα. Όλοι γνωρίζουν πως η ακραία αντίθεση μεταξύ ενός αγιοποιημένου εγώ και ενός  απόλυτα «κακού» κόσμου μπορεί να είναι θελκτικός και στην δεξιά και προς την αριστερά. Όπως αποδείχτηκε, το άνοιγμα του Céline στα «αριστερά» ήταν μόνο προσωρινή και οπορτουνιστική παρόρμηση: ήδη, σε διάφορα άρθρα που δημοσιεύτηκαν σε ιατρικά περιοδικά το 1928, πρότεινε μια ιατρική πρακτική στην υπηρεσία μιας αυστηρής εργοστασιακής πειθαρχίας, που θα έβαζε ακόμη και τον ασθενή να δουλέψει, καθώς τα συμφέροντα του εργοδότη ήταν σημαντικότερα από τα συμφέροντα του «λαού». Ο Céline δεν ήταν ποτέ ούτε αναρχικός ούτε και κομμουνιστής και, όπως αναφέρει ο Michael Bounan, «το ζήτημα δεν είναι να καταλάβουμε πως ένας ‘προοδευτικός’ θα ανακατεύονταν με τους Ναζί, αλλά γιατί κάποιος σαν και αυτόν θα σκεφτόταν ποτέ πως θα ήταν καλή ιδέα να μεταμφιέσει τον εαυτό του ως ‘προοδευτικό’».

Ωστόσο, το να αποδείξουμε πως ο Céline ήταν πάντοτε πολιτικά δεξιό χάνει το πραγματικό νόημα. Είναι ξεκάθαρο πως δεν ήταν κάποιου είδους «δεξιού αναρχικού», ή κάποιος που είχε «ευγενώς» παραστρατήσει. Η περίπτωση του δεν μοιάζει να είναι συγκρίσιμη με εκείνες του Martin Heidegger, Ernst Jünger, Carl Schmitt ή των Gottfried  Benn, Drieu La Rochelle ή του Charles Maurras. Δεν μπορεί να διακρίνει κανείς σε αυτόν ούτε ίχνος αναλυτικών, ακόμη και εσφαλμένων, λόγων, αλλά μονο μια ανικανοποίητη δίψα για το αχρείο. Για αυτό και ο Céline που ήταν ο φυλλαδιογράφος και συνεργάτης (που κατέδωσε στους Γερμανούς , με τα μικρά και επίθετά τους, τους «Εβραίους» που, κατά την άποψη του. Έπρεπε να συλληφθούν) προκαλεί μια αηδία και αποστροφή που σκεπάζει την ντροπή που προκάλεσαν άλλοι διανοούμενοι εκείνης της εποχής που επίσης στήριξαν τον απολυταρχισμό.

Εδώ μπορούμε να σημειώσουμε τη διαφορά μεταξύ συγγραφέων και και φιλοσόφων και των διαφορετικών τους ευθυνών. Αν και για πολλές δεκαετίες υπάρχει μια προσπάθεια  να αμφισβητηθεί αυτή η διάκριση στο όνομα κάποιας «ποιητικής σκέψης», η κριτική της απαίτησης για εννοιολογικό σφρίγος στο όνομα θεωρούμενων βαθύτερων αληθειών που εμπεριέχονται στη λογοτεχνία, δεν μοιάζει να είναι εντελώς μάταιη στο να συντηρηθεί ακέραια αυτή η βασική διάκριση: η φιλοσοφία δεν μπορεί να εγκαταλείψει την λογική και αναλυτική δομή. Ο φιλόσοφος είναι έτσι υπευθυνος  για κάθε δήλωση που κάνει, επειδή πρέπει να είναι προϊόν μιας προηγούμενης αλυσίδας επιχειρημάτων. Ο συγγραφέας, από την άλλη, μπορεί απλά να πει ότι αισθάνεται και αισθάνεται κάθε στιγμή για ότι του έρχεται στο μυαλό, δίχως να είναι υποχρεωμένος να υπερασπιστεί αυτό που λέει ποτέ.  Έχει παραπάνω από δικαίωμα να αντικρούει τον εαυτό του.  Φυσικά υπάρχουν συγγραφείς (όπως ο Nietzsche) που ανήκουν και στις δυο κατηγορίες, αλλά με τη μορφή μίγματος  που δεν επηρεάζει τις διαφορές σχετικά με τις αρχές που υπάρχουν στο καθένα. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να κάνει επίκληση στο δικαίωμα αυτό της ως ένα βαθμό ανευθυνότητας του συγγραφέα στη περίπτωση του Céline, καθώς τα πολυάριθμα αντισημιτικά του φυλλάδια δεν ήτα μια προσωρινή παρέκκλιση, αλλά το σημείο κορύφωσης ενός μίσους που δεν είναι απλά το προϊόν μιας προσωπικής παθολογίας, αλλά η συγκεντρωμένη έκφραση ενός κοινωνικού φαινομένου.

Ο Ernst Jünger, που από τη πλευρά του έκανε μια προσπάθεια να αποστασιοποιηθεί από το Ναζισμό, συνάντησε τον Céline το 1941, όταν ο Jünger ήταν Γερμανός αξιωματικός στο κατεχόμενο Παρίσι. Σε ένα εντυπωσιακό απόσπασμα του ημερολογίου του, ο Jünger εκφράζει την έκπληξη και το τρόμο του για ένα Céline που κατηγόρησε τους Γερμανούς κατακτητές ως πολύ «μετριοπαθείς» και τους ενθάρρυνε να κάνουν έρευνα από σπίτι σε σπίτι στο Παρίσι και να μαζέψουν όλους τους Εβραίους και τους κομμουνιστές. Σύμφωνα με τον Jünger, για ένα άτομο σαν και αυτό,  η ίδια η επιστήμη (στη περίπτωση αυτή, ο βιολογικός ρατσισμός, που προσποιούνταν πως ήταν επιστημονικός) χρησιμεύει μόνο ως όπλο για να σκοτώσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα, οι ιδέες που υποστηρίζει δεν έχουν σημασία: είναι εναλλάξιμες και ο μόνος τους σκοπός είναι να του επιτρέψουν να ανέβει σε ένα πύργο από τον οποίο μπορεί να σπείρει το τρόμο πυροβολώντας στο πλήθος.

Ο Jünger αναμφίβολα αντιλαμβάνονταν μια κεντρική πτυχή του Céline και της νοοτροπίας που ο Céline αντιπροσώπευε. Ακόμη ο αντισημιτισμός του – που για τον Céline, σε κάθε περίπτωση, δεν περιορίζονταν στη περίοδο των φυλλαδίων του, αλλά παρουσιάζονταν από την αρχή της λογοτεχνικής του καριέρας και ακόμη και η αλληλογραφία τουέδειξε πως δεν ήταν απλά μια προσποίηση, αλλά μια πραγματική και αυθεντική εμμονή – έμοιαζε να είναι το αποτέλεσμα μιας ακόμη βαθύτερης τάσης να εξοντώσει ότι μισούσε και επιθυμούσε την ίδια στιγμή. Από την οπτική αυτή, ο Céline θα ήταν επίσης ικανός να θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία μιας σταλινικής εκστρατείας εναντίον της «μπουρζουαζίας» ή των «τροτσκιστών». Η επιλογή του του αντισημιτισμού ως μέσου έκφρασης της μνησικακίας του, ωστόσο, δεν ήταν τυχαία· η δολοφονική δύναμη του σύγχρονου αντισημιτισμού επίσης πηγάζει από το γεγονός πως είναι καλύτερα προσαρμοσμένος από οποιαδήποτε άλλη ιδεολογία να εκφράσει την πικρία αυτή εναντίον ολόκληρου του κόσμου που είναι τόσο διαδεδομένη σήμερα. Αντί να συμπαθεί πολιτικά τους Ναζί – ο Céline καυχιόνταν πως απεχθάνονταν κάθε «ιδέα» – ο Céline βρέθηκε να τους συμπαθεί ψυχολογικά και να μοιράζεται την ίδια «ορμή θανάτου» και την ίδια επιθυμία να καθαρίσει τη γη από τους «βρώμικου». Το να πούμε πως η περίπτωση του Céline δεν εκφράζει μια πολιτική ιδεολογία με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά μια συγκεκριμένη προσέγγιση προς το κόσμο, μια συγκεκριμένη ψυχοκοινωνική συγκρότηση, μια συγκεκριμένη «νοοτροπία» δεν έχει ως σκοπό να μειώσει  την περίπτωση του σε ένα ζήτημα προσωπικού «χαρακτήρα» ή ατομικής παθολογίας. Αυτό που είναι ενδιαφέρον σχετικά με τον Céline είναι η αδιαμφισβήτητη ικανότητα του – κάποιος θα μπορούσε να το θεωρήσει ένα είδος προτερήματος – να εκφράζει δυναμικά αυτό το διάχυτο μίσος για το κόσμο το οποίο δεν είναι προσβάσιμο σε κριτική συνείδηση και που υπάρχει στο επίπεδο μιας μπερδεμένης αντίληψης και μουρμούρας. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, σε σύγκριση με την αλλαζονική μετριότητα και με την πεποίθηση πως ζούμε στον καλύτερο από όλους τους πιθανούς κόσμους, η αίσθηση ακραίας απέχθειας και εξέγερσης μοιάζει πολύ πιο δικαιολογημένη και αποτελεί την αφετηρία για κάθε κριτική οπτική πάνω στο κόσμο. Πολύ συχνά όμως στην ιστορία του 20ου αιώνα πιστεύονταν πως  κάθε μορφή αγανάκτησης μπορούσε να εξελιχθεί σε επαναστατική δράση: από την ηγέτης της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, August Babel, που στο τέλος του 19ου αιώνα θεωρούσε τον αναδυόμενο λαϊκό αντισημιτισμό ως «σοσιαλισμό των ηλιθίων», σε ένα κομμάτι του «αντι-παγκοσμιοποιητικού» κινήματος, που πιστεύει πως μπορεί να διακρίνει ένα κοινό αγώνα μεταξύ Άγγλων φοιτητών και των Παλαιστίνιων βομβιστών αυτοκτονίας, ή μεταξύ των Βολιβιανών μεταλλωρύχων και των οπαδών του ποδοσφαίρου. Από την οπτική αυτή ο Céline μπορεί πάντα να υπολογίζει σε πολυάριθμους θαυμαστές στην αριστερά. Ο Trotsky, ωστόσο, είχε ήδη παρατηρήσει πως ο Céline δεν ήταν επαναστάτης (ή πως ήταν επαναστάτης ως συγγραφέας μόνο), αλλά αντίθετα πως ήταν «αδιάφορος για τους ανθρώπους και τις πράξεις τους». Αν ο Céline είναι επαναστάτη, είναι επαναστάτης με τον ίδιο τρόπο που είναι οι εξεγέρσεις των γκέτο των προαστίων του Παρισιού, ή όπως ήταν η εξέγερση στη Ρέτζιο Καλάμπρια το 1970.

Δίχως να μπούμε στις λεπτομέριες της ψυχολογίας της μνησικακίας, είναι παρόλα αυτά αναγκαίο να θυμηθούμε πως στο Céline οι πληγές (πραγματικές ή φανταστικές) που υπέστει είναι πάντοτε και μόνο αισθητές ως προσβολές στην ατομική περσόνα· το εγώ βλέπει τον εαυτό του ως το θύμα του «κόσμου» ή των «άλλων» ως σύνολο. Ο φθόνος και η επιθυμία για εκδίκηση είναι η προéϋπόθεση και η συνέπεια τους. Η μνησικακία είναι έτσι στενά συνδεδεμένη με την ναρκισσιστική προσωπικότητα, που, βαθιά μέσα, αναγνωρίζει μόνο την ίδια και αρνείται την ανεξάρτητη ύπαρξη ενός εξωτερικού κόσμου. Πρακτικά, τα στοιχεία δείχνουν πως ο Céline, κάθε άλλο από το να είναι αιώνια στο έλεος των γεγονότων όπως ο ήρωας του, ο Μπαρντάμου, επεδίωξε πεισματικά την φήμη και το πλούτο και μισούσε όλους όσους δεν του χάριζαν την ναρκισσιστική ικανοποίηση που περίμενε: για αυτό και γύρισε τη πλάτη στην αριστερά μετά την αποτυχία να κερδίσει το Βραβείο Γκονκούρ με το Ταξίδι το 1933, και το 1936 έγραψε την αποκήρυξη του προς την Σοβιετική Ένωση, Mea Culpa, μετά την επιστροφή του σε εκείνη τη χώρα, όπου μια ρωσική μετάφραση του Ταξιδιού είχε μόλις εκδοθεί και που αισθάνθηκε ενοχλημένος που καλωσορίστηκε με μικρότερες τιμές από τον  André Cole.

Σήμερα, φυσικά, πρακτικά κανένας δεν υπερασπίζεται τον Céline τον φυλλαδιογράφο ή τον Céline τον συνεργάτη. Αυτό όμως δεν προϋποθέτει την διάκριση μεταξύ του μεγάλου συγγραφέα και στυλίστα, από την μια, και των απεχθών παρεκκλίσεων του όταν πέρασε σε ένα πεδίο για το οποίο δεν ήταν κατάλληλος και για το οποίο δεν αντιλαμβάνονταν τίποτα, από την άλλη; Μπροστά σε ένα τόσο μεγάλο συγγραφέα, έναν από τους σπουδαιότερους Γάλλους συγγραφείς του 20ου αιώνα, και ίσως – σύμφωνα με κάποιες «ειδικές» φωνές – τον «σπουδαιότερο» Γάλλο συγγραφέα του 20ου αιώνα, δεν είναι τέτοιου είδους κριτικές κάπως κακόβουλες; Πρέπει να πετάξουμε τον στυλίστα που έκανε την γαλλική λογοτεχνία να χωριστεί σε προ- και μετά-Céline; Δεν αρκεί να καλύψουμε τις ντροπιαστικές του πράξεις με ένα πέπλο συμπάθειας αφού τις καταδικάσουμε;

Μια τέτοια θέση απολαμβάνει ευρεία αποδοχή στήριξης σήμερα. Προφανώς είναι δύσκολο να ορίσουμε τον «σπουδαίο συγγραφέα», αλλά το μεγαλύτερο μέρος του γαλλικού λογοτεχνικού κόσμου μοιάζει να είναι πεπεισμένος πως ο Proust και ο Céline είναι τα ανώτερα δείγματα «σπουδαίων συγγραφέων» στον 20ο αιώνα (και γνωρίζουμε πως είναι εκείνοι που κρατούν την σειρά Bibliothèque de la Pléiade ζωντανή, καθώς είναι στην κορυφή των πωλήσεων). Δεν είναι αυτός ένας τρόπος για να σταματήσουμε όποια επιπλέον αμφισβήτηση;

 

Πηγή: shadesmag

Αρχαία Ελληνική Τραγωδία και τραγικό πρόσωπο

Το τραγικό πρόσωπο:

Γνώση-γλώσσα-σκέψη

  • 1

Η αρχαία ελληνική τραγωδία είναι αποκαλυπτική του πολυδιάστατα τραγικού Είναι της ανθρώπινης ύπαρξης και κατ’ αυτόν τον ορίζοντα αναδεικνύει τον τραγικό χαρακτήρα της γνώσης. Υπάρχει και μη τραγική γνώση; Η αληθής γνώση του ανθρώπου, αυτή που μετασχηματίζει τη συνείδησή του –από ακατέργαστη, άξεστη σε φιλοσοφική συνείδηση, κατά Hegel– μπορεί να είναι μόνο τραγική. Οποιαδήποτε άλλη μορφή γνώσης είναι ένα είδος εκτεχνικευμένης συμφωνίας ανάμεσα στη φαντασιακή οντογένεση ενός αντικειμένου και στην παραστασιακή του απεικόνιση. Η γνώση είναι τραγική, καθώς συνιστά κατ’ εξοχήν οντολογικό και όχι απλώς γνωσιοθεωρητικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης: μηδενίζει ή διαυγάζει αναλόγως την ανθρώπινη δημιουργία. Είναι η έσχατη γνώση των ορίων της εν λόγω ύπαρξης και ως τέτοια  καθιστά τη συνείδηση ικανή να αντιμετωπίζει εκάστοτε τις αδιάλειπτες συγκρούσεις ασύμπτωτων οντολογικών διαβαθμίσεων.  Τα μεγάλα επιτεύγματα της τραγικής ποίησης των αρχαίων Ελλήνων ήταν ακριβώς συμπαντικά σύνολα τραγικής γνώσης, γιατί πραγματεύονταν τραγικά θέματα της ζωής που στις ψυχές των θεατών δημιουργούσαν φόβο και οίκτο για τους ήρωες, ηχούσαν ως τραγωδία αυτής τούτης της ζωής· αλλά ως μια τραγωδία με αίσιο τέλος. Πρόκειται για μια τραγωδία της ζωής, που πηγάζει από αυτό τούτο το μυστήριο του χρόνου και της ιστορίας: υπό τη μορφή του χρόνου διεκτείνονται οι πολλαπλές συγκρούσεις των αντινομικών στοιχείων, που συνθέτουν την ιστορικότητα του ανθρώπου ως προσώπου.

 

  • 2

Στο νεοελληνικό status της παρούσας τραγωδίας της ζωής, την ως άνω ιστορικότητα τέμνει εγκαρσίως και καθέτως η παράνοια και η ειδεχθής ωμότητα της φεουδαρχικο-καθεστωτικής «αριστεράς». Οι πρωταγωνιστές/τα πρόσωπα της καλπάζουσας τραγωδίας δεν είναι ούτε ήρωες –ενεργά σύμβολα του Αισχύλου και του Σοφοκλή– ούτε αντιήρωες –ενεργά σύμβολα του Ευριπίδη– παρά τα πιο αυτοπεριφρονημένα όντα της σύγχρονης κοινωνίας, χωρίς προσωπικότητα και αξιοσύνη παρά μόνο με πολύκροτα προσωπεία, επομένως γνωσιο-οντο-λογικώς άκυρα. Η εκτεχνικευμένη [=χωρίς νοηματισμό] «Γνώση» τέτοιων όντων τα «εφοδιάζει» μόνο με μια νηπιακή, εν πολλοίς, αν όχι σαλεμένη, νοημοσύνη, ώστε να αντισταθμίζουν την αναισθησία, την ανικανότητα και τη βαρβαρότητά τους με την ασυγκράτητη εξουσιομανία· να βλέπουν την τελευταία δηλαδή ως την  υπόληψη ενός «ισχυρού» Εαυτού απέναντι στην ανυποληψία του μοχθηρού-παραλυτικού τους Είναι.  Απεναντίας,  τα τραγικά πρόσωπα της αρχαίας τραγωδίας αποτελούν ανθρώπινα σύμβολα, ικανά να επιβιώνουν σε όλες τις εποχές. Γιατί; Επειδή ενσαρκώνουν το τραγικό στοιχείο της γνώσης: ομιλούν τη γνήσια γλώσσα αυτού που φέρει στο νου του ο άνθρωπος και αναγκάζεται να υποφέρει στη ζωή του:  δυσάρεστες, δεινές καταστάσεις του βίου, «στυγίους δ βροτν λύπας» [=μαύρες λύπες των θνητών (Ευριπίδη: Μήδεια, στ. 195)], χωρίς κάποια άλλη γλώσσα να μπορεί να μεταδώσει παραμυθία, παρηγορητικό λόγο. Έτσι, θάνατοι και ανήκουστες συμφορές χτυπούν τα σπίτια ( «θάνατοι δειναί τε τύχαι σφάλλουσι δόμους » ό.π., στ. 198), τη στιγμή μάλιστα  που οι «παραφουσκωμένοι βάτραχοι» της παράφρονης «αριστεράς» έχουν  «γεμάτο μπροστά τους το τραπέζι» («εδειπνοι δατες», ό.π. στ. 202), αλλά εντελώς αδίσταχτα θέλουν να φαίνονται πως «αγωνιούν» για το άδειο τραπέζι των πεινασμένων.

  • 3

Πίσω από τα τραγικά πρόσωπα, η τραγική γνώση ομο-λογείται από τη γλώσσα της ανθρώπινης μοίρας. Μια μοίρα ουσιωδώς  κοινή τότε και τώρα. Η συγκεκριμένη γλώσσα δεν εκφράζει απλώς τραγικά συμβάντα, αλλά στήνει εμπρός μας  αυτό τούτο το τραγικό μας Είναι ως το Dasein [=ως την παρούσα ύπαρξη], που δεν μπορεί να ελέγξει τη μοίρα του. Το εν λόγω Dasein δεν απηχεί μια μεμονωμένη ύπαρξη, όσο κι αν κατονομάζεται ως το εκάστοτε ορισμένο ενικό-Είναι –π.χ. Αγαμέμνων, Ορέστης, Μήδεια κ.λπ.– αλλά κατονομάζει διαμεσολάβηση σχέσεων ανάμεσα στα άτομα· ας πούμε, οικογενειακές σχέσεις (π.χ. Αγαμέμνων, Ιφιγένεια ή Ορέστης), σχέσεις εξουσιασμού και αντεξουσιασμού (π.χ. Κρέων, Αντιγόνη) κ.λπ. Ο ρόλος του τραγικού προσώπου είναι καθοριστικός: αυτό ενσαρκώνει, στην ποιητική γλώσσα της τραγωδίας, τη γνώση και τη σκέψη, συνεπώς και τη δράση που οφείλει να διέπει ή πράγματι διέπει το παροντικό-Είναι του ανθρώπου.  Το τραγικό πρόσωπο εγγυάται και κατευθύνει την ποιότητα της ανθρώπινης επικοινωνίας. Στο πνεύμα μιας τέτοιας επικοινωνίας  έρχεται στο Είναι ως ο πομπός που μεταδίδει γλωσσικά σήματα: νοηματικά πολλοστημόρια γνώσης, που δίνουν την αφορμή ή το έναυσμα, συνειδητά ή μη, για να απελευθερώνεται μια πολλαπλότητα γλωσσικών μορφών –πέρα από τη γλώσσα των λέξεων– όπως π.χ. γλώσσα οπτική, γλώσσα του βλέμματος κ.λπ. και να αναγγέλλει το πρωτάκουστο, το πρωτοφανέρωτο: ας πούμε, το θλιμμένο πρόσωπο του αγγελιαφόρου, το ανήσυχο μάτι, η σκυθρωπή του όψη, όταν μεταφέρει θλιβερές ειδήσεις,  αναγγέλλει κάτι το δεινό πολύ πιο άμεσα και άκρως παραστατικά συγκριτικά με την λεκτική έκφραση.

  • 4

Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο θεατής δεν μένει απλώς χειροκροτητής –όπως συμβαίνει σήμερα με τον παθητικό και ακαλαίσθητο άνθρωπο του μαζοποιημένου θεατριζόμενου– αλλά συμμετέχει ενεργά και γι’ αυτό προικοδοτείται με την τραγική γνώση. Έτσι είναι σε θέση να εκφράζει  –να ομο-λογεί με τον δικό του τρόπο– φόβο και έλεος για λογαριασμό του πάσχοντος τραγικού προσώπου. Η άλλη αυτή γλώσσα προηγείται της γλώσσας των λέξεων και προετοιμάζει το έδαφος για ό,τι χρειάζεται να γνωστοποιηθεί ή να αναγγελθεί. Η γνωστοποίηση ή η αναγγελία τότε συνιστά μια σχετικά αυτόνομη στοχαστική παρέμβαση του κήρυκα στο όλο δράμα που παίζεται. Για παράδειγμα, στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου, ο κήρυκας στοχάζεται κατά πόσο είναι φορέας ευτυχίας ή δυστυχίας και τούτο επιτρέπει να φωταγωγείται όλο το περιβάλλον των γλωσσικών σημάτων που πρόκειται να ακολουθήσουν. Εδώ έχουμε να κάνουμε με τη ζωντανή πολυμορφία της γλώσσας, η οποία (πολυμορφία) συνήθως εκδηλώνεται ως κίνηση από την όψη, τη θέα, το ορατό, προς τον Λόγο, προς το ποιητικό λέγειν και ομιλείν, και από κει προς  τη σκέψη. Μια τέτοια κίνηση φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αισθητή στα έργα του Ευριπίδη. Γενικώς ειπείν, η αρχαία τραγωδία κινείται σε ένα επίπεδο ριζικών συγκρούσεων ανάμεσα σε διάφορα οντολογικά στρώματα του ανθρώπινου Είναι και κυοφορεί ένα είδος αναίρεσης του συμβατικού πολιτεύεσθαι (με την ευρεία έννοια) στην ιδιωτική και δημόσια ζωή του ανθρώπου. Μοιάζει να συντρίβει τα όρια μιας ενδοκοσμικής ύπαρξης και να διανοίγει τον θεατή στην αυθεντική επίγνωση των ορίων του ως Dasein. Και τούτο σε αντίθεση με τον σημερινό θεατριζόμενο μαζάνθρωπο, συμπεριλαμβανομένου και του σφόδρα κρετίνου πολιτικού, που ως επί το πλείστον παρακολουθεί την αρχαία τραγωδία με το βλέμμα θορυβοποιού της μαζικής κουλτούρας και ο οποίος, ελλείψει κριτικού λόγου, όταν θέλει να «μετα-στοχαστεί» επί του θεατρικού δρώμενου, παπαγαλίζει λέξεις-φράσεις σαν τις παρακάτω: θαυμάσιο, υπέροχο, εξαίσιο, συγκλονιστικό ….

Omar Nioi – Scripta Manent: Μια πολιτική δίκη ενάντια σε 20 χρόνια ιστορίας του επαναστατικού αναρχισμού

Λάβαμε και δημοσιεύουμε

Επιστολή Παρέμβαση του αναρχικού συντρόφου απο τη Σαρδηνία Omar Nioi
(
που καταδικάστηκε στη δίκη της επιχείρησης Scripta Manent”) στην εκδήλωση
που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα (Α.Σ.Ο.Ε.Ε.) στις 19 Δεκέμβρη 2022 σχετικά με
τον αναρχομηδενιστή απεργό πείνας
Alfredo Cospito.
Διοργάνωση:

Αναρχικό Στέκι Ναδίρ
(Θεσσαλονίκη),
Μεταφραστικό εγχείρημα
blessed-is-the-flame.espivblogs.net,
Σύντροφοι-Συντρόφισσες
.
Την μετάφραση από τα ιταλικά έκανε η
Ομάδα Αντιπληροφόρησης
Ραδιοφράγματα.(
radiofragmata.nostate.net)

 

Πρώτα απ ‘όλα, ένας χαιρετισμός σε όλους/ες τους/ις συντρόφους/ισσες που ήταν παρόντες/ούσες σε αυτή την πρωτοβουλία, ένας χαιρετισμός και ένα ιδιαίτερο ευχαριστώ στους/ις συντρόφους/ισσες που την προώθησαν. Μέχρι σήμερα, η ύφανση των διεθνών σχέσεων, ανταλλαγών και συγκρίσεων, εξακολουθεί να αποτελεί, όπως και στο παρελθόν, απαραίτητο στοιχείο και πάντα ζωντανό κομμάτι του επαναστατικού αναρχισμού, ώστε να ενδυναμώνουμε τις προθέσεις μας

Scripta Manent: Μια πολιτική δίκη ενάντια σε 20 χρόνια ιστορίας του επαναστατικού αναρχισμού

Τα γεγονότα:

Κατά την αυγή της 6ης Σεπτεμβρίου 2016, 32 σύντροφοι/ισσες σε όλη την επικράτεια του ιταλικού κράτους αφυπνίζονται από την πολιτική αστυνομία (DIGOS). Το αποτέλεσμα του πρώτου μέρους της αστυνομικής επιχείρησης με την ονομασία «Scripta Manent», που διέταξε η Εισαγγελία του Τορίνο μέσω του ανακριτή της Roberto Maria Sparagna, είναι 15 ύποπτοι/ες και 7 συλλήψεις. Από την άλλη, ένας όγδοος αναρχικός, υπεύθυνος του εκδοτικού έργου του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού (που έχει πλέον κλείσει), συλλαμβάνεται μετά από κατ’ οίκον έρευνα εναντίον του, στην οποία βρέθηκαν μπαταρίες και ένα εγχειρίδιο ηλεκτρολόγου.


Εκτός από τους συντρόφους Alfredo Cospito και Nicola Gai, οι οποίοι βρίσκονται ήδη στη φυλακή από το 2012 έχοντας δικαστεί και καταδικαστεί για τον τραυματισμό του Roberto Adinolfi, (Διευθύνοντος Συμβούλου της Ansaldo Nucleare) δράση που ανελήφθη από τον “Nucleo Olga της FAI / FRI”, οι σύντροφοι/ισσες Alessandro, Marco, Danilo, Valentina και Anna συλλαμβάνονται.


Για τους συντρόφους/ισσες, ενεργοποιούνται για διάφορους λόγους τα άρθρα 270 bis (περί σύνδεσης με τρομοκρατικούς σκοπούς), 280 bis (περί τρομοκρατικής ενέργειας με
θανατηφόρους ή εκρηκτικούς μηχανισμούς) και 285 (περί Σφαγής), τα οποία είναι υπό αμφισβήτηση ξεκινώντας από το μακρινό 2003 και όντας όλα σχετικά με μια σειρά επιθέσεων που υπογράφηκαν συγκεκριμένα από την “Άτυπη Αναρχική Ομοσπονδία” μέσω των πυρήνων FAI/Narodnaya Volya(FAI/Λαϊκή Θέληση), την “Cooperativa Artigiana Fuoco e Affini( FAI/Συνεργασία Πυρός και Τεχνουργημάτων (Περιστασιακά Θεαματική),)”, την “FAI/RAT (FAI/Ανώνυμη Χαοτική Ανταρσία)” και την “Nucleo Olga FAI/FRI”( FAI/IRF Πυρήνας Όλγα).


Έτσι, γίνεται η πολλοστή έρευνα για την Άτυπη Αναρχική Ομοσπονδία, μια ακόμα
προσπάθεια ψαρέματος στο σκοτάδι μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν έναν μισθό, ο οποίος μεταξύ της περιόδου της έρευνας και της δίκης, κάνει όσο το δυνατόν περισσότερους υπηρέτες του Κράτους να παχαίνουν τις τσέπες τους.

Κατά τους πρώτους μήνες αυτής της επιχείρησης, στους/ις συλληφθέντες/είσες συντρόφους/ισσες έχουν επιβληθεί απαγορεύσεις συνάντησης μεταξύ τους, λογοκρισία αλληλογραφίας, πλήρης απομόνωση και αρκετές μεταφορές.


Τον Απρίλιο του 2017, με την ανακοίνωση περάτωσης των ερευνών για όσους/ες
συνελήφθησαν και βρίσκονταν υπό έρευνα τον Σεπτέμβριο του 2016 προστίθεται, εκτός από τα εγκλήματα που είχαν αμφισβητηθεί προηγουμένως, σε 12 από τους/ις 17 αρχικούς/ές κατηγορούμενους/ες το άρθρο 414 του ποινικού κώδικα (περί υποκίνησης σε διάπραξη εγκληματικής ενέργειας με τρομοκρατικούς σκοπούς) ως δημιουργούς ή/και διακινητές του έργου του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού, της εφημερίδας και του ιστολογίου, κάνοντας ρητή αναφορά σε ορισμένα άρθρα γνώμης και άλλα άρθρα από το Νο0 έως το Νο3. Όσον αφορά το αδίκημα της υποκίνησης σε έγκλημα, αναφέρεται, επίσης, η επιβαρυντική περίσταση για «τέλεση της πράξης μέσω υπολογιστή και τηλεματικών εργαλείων».


Στις 2 Ιουνίου του 2017 έφτασε το δεύτερο μέρος της έρευνας για την υπόθεση Scripta Manent. Άλλοι 7 αναρχικοί ερευνηθήκαμε με βάση το 270 bis και το άρθρο 414 του
ποινικού κώδικα με την υποψία της σύνταξης (και όχι μόνο) του εγχειρήματος του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού και των ιστολογίων του RadioAzione και Anarhjia.info, όπου όλες οι κατηγορίες αφορούν το 270 bis (περί ανατρεπτικής σύνδεσης με τρομοκρατικούς σκοπούς) σε αντιδιαστολή με τους αναρχικούς συντρόφους που ερευνήθηκαν στο πρώτο μέρος της Scripta Manent σε σχέση με τη FAI κι εκτός από το άρθρο 414 (περί υποκίνησηςσε εγκληματική ενέργεια πάντα με σκοπό την τρομοκρατία) για μεταφράσεις ανακοινώσεων, προετοιμασία, υποκίνηση, ηθική αυτουργία, σύλληψη και διάδοση πάντα μέσω ιστότοπων και εφημερίδων αναρχικού ιδεολογικού προπαγανδιστικού υλικού που έγκειται σε πλαίσια“αγωνιστών της εξέγερσης” και συλλογή χρημάτων για την υποστήριξη φυλακισμένων συντρόφων/ισσών.


Πέραν της περαιτέρω κατηγορίας, οι 2 από τους 7 που αναφέρονται παραπάνω
κατηγορούνται και σε σχέση με το άρθρο 280 του ποινικού κώδικα για την εύρεση έντυπου υλικού, κατά τη διάρκεια των ερευνών το Σεπτέμβριο του 2016, μαζί με άλλο υλικό που δημοσιεύθηκε στον Αναρχικό Μαύρο Σταυρό και για αντίγραφο της ανάληψης ευθύνης της επίθεσης στο δικαστήριο της Civitavecchia τον Ιανουάριο του 2016, υπογεγραμμένο από την F.A.I / F.R.I. /Fireworks committee for an extraordinary year(“F.A.I / F.R.I. /Πυροτεχνική επιτροπή για μια αξιοσημείωτη χρονιά”).


Λίγες ημέρες αργότερα, στην προκαταρκτική ακρόαση της 5ης Ιουνίου 2017, τα δύο μέρη της έρευνας ενώθηκαν, στέλνοντας τους/ις πάντες/πάσες σε δίκη, χωρίς να αλλάξει καμία από τις διάφορες κατηγορίες. Πρακτικά, μετά από ένα χρόνο ελέγχου, λογοκρισίας (μέσω συστηματικών αποκλεισμών και κατασχέσεων της αλληλογραφίας των
συλληφθέντων/εισών συντρόφων/ισσών, η οποία εισήλθε απευθείας στους φακέλους του Εισαγγελέα και προστέθηκε στα έγγραφα κατά την προκαταρκτική ακρόαση) και παρακολούθησης του κόσμου της αλληλεγγύης, ο Εισαγγελέας και η αστυνομία κατάφεραν να εντάξουν στην έρευνα ακόμη και εκείνους/ες που συνέχισαν να διατηρούν επαφή με τους/ις κρατούμενους/ες και συνέχισαν τη συντακτική δραστηριότητα.

Η δίκη σε πρώτο βαθμό:

Κατά τη διάρκεια του Ιουλίου του 2017 πραγματοποιήθηκε η προκαταρκτική ακρόαση. Η δίκη για όλους/ες ξεκίνησε στις 16 Νοεμβρίου 2017 στην ειδική δικαστική αίθουσα της φυλακής του Τορίνο.


Μετά από περισσότερο από ένα χρόνο ατελείωτων ακροάσεων, στις οποίες η εισαγγελία πήγε να ψαρέψει ακόμη και από παλιές αντιαναρχικές έρευνες
(μεταξύ της δεκαετίας του90’ και τις αρχές του 2000) ανακαλώντας τα τελευταία τριάντα χρόνια επαναστατικού αναρχισμού στην Ιταλία, με το ιστορικό των επιθέσεων που υπέγραψε η FAI, τη διαδοχή μαρτύρων κατηγορίας, με τεχνικούς εμπειρογνώμονες της εισαγγελίας και της υπεράσπισης, το Μάρτιο του 2019 έφθασαν οι αποφάσεις καταδίκης από τον Εισαγγελέα και τον Απρίλιο του ίδιου έτους οι καταδίκες σε πρώτο βαθμό.


Ο Alfredo καταδικάστηκε σε 20 χρόνια, κρίθηκε υπεύθυνος για την κατοχή και τη μεταφορά εκρηκτικών υλών σε σχέση με τη βόμβα στο Parco Ducale στο RIS της Πάρμας το 2005 (αθωώθηκε για την κατηγορία της επίθεσης, λόγω «αδύνατου εγκλήματος» επειδή ο διακόπτης της βόμβας ήταν απενεργοποιημένος), του ταχυδρομικού πακέτου βομβών που στάλθηκε στον τότε δήμαρχο της Μπολόνια Cofferati το 2005 (καταδικάστηκε για την
επίθεση συν την κατοχή και τη μεταφορά εκρηκτικών υλών), των επιθέσεων με πολλαπλούς εκρηκτικούς μηχανισμούς στη σχολή των Carabinieri στο Fossano το 2006 και στην περιοχή Crocetta στο Τορίνο το 2007 (έγκλημα που επισύρει την κατηγορία της σφαγής και επιδεινώθηκε από το γεγονός ότι ο στόχος ήταν η αστυνομία· η επιβαρυντική περίσταση των πολιτικών κινήτρων έχει μειωθεί), της αποστολής δεμάτωνβομβών στον τότε δήμαρχο του Τορίνο, Chiamparino, στον διευθυντή της εφημερίδας Torino Cronaca, Giuseppe Fossati, και στην εταιρεία COEMA Edilità το 2006. Αναφέρεται, επίσης, ως υποστηρικτής της FAI, αναγνωρισμένης ως ανατρεπτικής οργάνωσης με σκοπό την τρομοκρατία. Η επιβαρυντική περίσταση του διεθνισμού έχει μειωθεί.


Η Anna καταδικάστηκε σε 17 χρόνια για τις βόμβες σε Crocetta και Fossano και για την ταχυδρομική βόμβα του 2006, καθώς και για ανατρεπτική σύνδεση με σκοπό την τρομοκρατία, όπως η υποστήριξη της FAI.
Ο Nicola καταδικάστηκε σε 9 χρόνια για ανατρεπτική σχέση με σκοπό την τρομοκρατία.
Ο Marco και ο Sandro καταδικάστηκαν σε 5 χρόνια για συμμετοχή σε ανατρεπτική οργάνωση με σκοπό την τρομοκρατία.


Όλοι/ες οι άλλοι/ες κατηγορούμενοι/ες αθωώθηκαν. Όλοι/ες οι καταδικασθέντες/είσες
παραμένουν στη φυλακή, ενώ ο Danilo αποφυλακίζεται και η Valentina είναι σε κατ’ οίκον περιορισμό

Διαδικασία ένστασης:

Η πρώτη ακρόαση της έφεσης της δίκης Scripta Manent είχε οριστεί για την 1η Ιουλίου 2020 στο καταφύγιο της φυλακής του Τορίνο.


Οι κρατούμενοι/ες κατηγορούμενοι/ες θα βρίσκονταν εκεί μέσω τηλεδιάσκεψης, όπως και σε όλες τις τελευταίες ακροάσεις πρώτου βαθμού. Στην πραγματικότητα, κατά την περίοδο των προκαταρκτικών ακροάσεων δεν υπήρχε ακόμη νομοθεσία που να επιβάλλει την
σύνδεση μέσω τηλεδιάσκεψης. Στην συνέχεια, κατά την αρχή των ακροάσεων πρώτου βαθμού, πέρασε ο νόμος, αλλά έδωσε ένα χρόνο περιθώριο στις φυλακές και στα δικαστήρια για να προσαρμοστούν, επιβάλλοντας εκείνη τη χρονιά προσαρμογή της τηλεδιάσκεψης μόνο στους/ις κατηγορούμενους/ες που κατηγορούνται ότι βρίσκονται στην κορυφή των «οργανώσεων». Μετά την περίοδο του ενός έτους, η σύνδεση μέσω τηλεδιάσκεψης εφαρμόστηκε σε όλους/ες, όπως είχε προβλεφθεί. Το μεγαλύτερο μέρος της ακροαματικής διαδικασίας μονοπωλήθηκε από την συζήτηση επί των διαφόρων ενστάσεων που παρουσίασαν οι συνήγοροι υπεράσπισης επί της έφεσης για τους/ις συντρόφους/ισσες που αθωώθηκαν σε πρώτο βαθμό, την οποία παρουσίασε ο P.M. Sparagna. Ειδικότερα, ήταν προφανές ότι ο ίδιος δεν είχε τηρήσει τις προθεσμίες για την υποβολή της προσφυγής του, αλλά διαπιστώθηκε ο εκ νέου υπολογισμός από τους δικαστές αργά το απόγευμα που η προσφυγή ήταν ακόμα έγκυρη… η διαδικασία συνεχίστηκε επομένως και για τους/ις κατηγορούμενους/ες που αθωώθηκαν πρωτοδίκως.

Κατά τις επόμενες ακροάσεις, ζήτησε την καταδίκη για όλους/ες, αρνούμενος την αναγνώριση του “ne bis in idem (δηλαδή το ότι έχουν ήδη δικαστεί για τα ίδια εγκλήματα)· απαίτησε, επίσης, τη μη αναγνώριση γενικών ελαφρυντικών για όλους/ες και, συγκεκριμένα, την συνέχιση του αδικήματος όσον αφορά τη ζημιά στον Adinolfi. Απαίτησε, ακόμη, την αναγνώριση του εγκλήματος περί σφαγής για την επίθεση στο RIS στην Πάρμα.


Στις 24 Νοεμβρίου 2020 εκδόθηκε η απόφαση του εφετείου.

Anna: 16 έτη και 6 μήνες (πρωτοβάθμιο: 17 έτη)

Alfredo: 20 έτη (όπως και στο πρωτοβάθμιο)

Nicola: 1 έτος και 1 μήνας (πρωτοβάθμιο: 9 έτη), σε συνέχεια της ποινής του με δικαίωμα αναίρεσης σε 8 χρόνια, 8 μήνες και 20 ημέρες για την επίθεση κατά του Adinolfi.

Alessandro: αθωώθηκε από όλες τις κατηγορίες (πρωτοβάθμιο: 5 χρόνια).

Marco: απαλλάχθηκε από την κατηγορία της «ανατρεπτικής σχέσης με σκοπό την τρομοκρατία και ανατροπή της δημοκρατικής τάξης» (πρωτοβάθμιο: 5 έτη), αλλά
καταδικάστηκε σε 1 έτος και 9 μήνες για «υποκίνηση σε εγκληματική ενέργεια» σε σχέση με τον «Αναρχικό Μαύρο Σταυρό».

Η καταδίκη για «ανατρεπτική σχέση με σκοπό την τρομοκρατία και την ανατροπή της δημοκρατικής τάξης» επιβεβαιώθηκε μόνο για την Anna, τον Alfredo και το Nicola.


Οι σύντροφοι Nicola, Alessandro και Marco αποφυλακίστηκαν.


Επιπρόσθετα με το δικαστήριο σε πρώτο βαθμό, εκδόθηκαν εννέα άλλες ποινές, που αφορούσαν επίσης όσους συντρόφους κατηγορήθηκαν για «υποκίνηση σε εγκληματικές ενέργειες». Καταδίκες που αφορούν, για διάφορους λόγους, την έκδοση του “Αναρχικού
Μαύρου Σταυρού”, του περιοδικού και της ιστοσελίδας και τη διαχείριση ορισμένων άλλων ιστοτόπων, για τους οποίους είχαν κατηγορηθεί στην αρχική διαδικασία. Οι ποινές, αυτές, κυμαίνονται μεταξύ 2 ετών και 6 μηνών για τον Gioachino Somma έως 1 έτους και 9 μηνών για την/ους Erika, Omar, Alessandro και Lello.


Εκτός από τον Alessandro, εννέα άλλοι/ες αναρχικοί/ές σύντροφοι/ισσες απαλλάχθηκαν από όλες τις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένου του Danilo που βρισκόταν στη φυλακή από τις 6 Σεπτεμβρίου του 2016 και αποφυλακίστηκε με αθώωση στο πρωτοβάθμιο στις 24
Απριλίου 2019 και της Βαλεντίνας που βρισκόταν στη φυλακή και στη συνέχεια σε κατ’ οίκον περιορισμό την ίδια περίοδο, η οποία επίσης αποφυλακίστηκε με αθώωση στο πρωτοβάθμιο. Οι άλλοι/ες σύντροφοι/ισσες που κατηγορήθηκαν αφέθηκαν ελεύθεροι/ες.

Το Ανώτατο Δικαστήριο:

Τον περασμένο Ιούλιο το Ανώτατο Δικαστήριο αναδιαμόρφωσε την κατηγορία της εκρηκτικής επίθεσης εναντίον της σχολής των Καραμπινιέρων στο Fossano (Cuneo), η οποία πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουνίου του 2006 και ανελήφθη από την FAI/Ανώνυμη Χαοτική Ανταρσία, σε κατηγορία περί «πολιτικής σφαγής» (άρθρο 285 του ποινικού κώδικα), παραπέμποντας στο ελεγκτικό δικαστήριο του Τορίνο τον σύντροφο Alfredo Cospito και την συντρόφισσα Anna Beniamino για τον επανυπολογισμότης ποινής με κίνδυνο ισόβιας κάθειρξης. Η ισόβια κάθειρξη είναι η βασική ποινή που επιβάλλει ο ποινικός κώδικας όσον αφορά τις προβλέψεις περί πολιτικής σφαγής στην Ιταλία. Μετά την επανεκδίκαση του εγκλήματος, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέβαλε το Εφετείο ακριβώς για να επανακαθορίσει τις ποινές. Η ακροαματική διαδικασία που θακρίνει το μέγεθος της καταδίκης έχει οριστεί στο Τορίνο για τις 5 Δεκεμβρίου του 2022.


Στις 5 Δεκεμβρίου, που μόλις πέρασε, πραγματοποιήθηκε η ακροαματική διαδικασία της έφεσης της δίκης Scripta Manent εναντίον του Alfredo Cospito και της Anna Beniamino. Ο γενικός εισαγγελέας ζήτησε 27 χρόνια και ένα μήνα για την Anna και ισόβια κάθειρξη με 12 μήνες ημερήσιας απομόνωσης για τον Alfredo, ξεπερνώντας ακόμη και τα προηγούμενα αιτήματα του P.M. Sparagna, τα οποία σήμαιναν για τον Alfredo 30 χρόνια.


Το Εφετείο του Τορίνο παρέλειψε να εκδώσει την καταδικαστική απόφαση και επόμενος στόχος είναι το Συνταγματικό Δικαστήριο: Οι δικαστές του Τορίνο ρωτούν αν είναι νόμιμο να υποχρεωθούν να μην αναγνωρίζουν ελαφρυντικά στον Alfredo Cospito λόγω του
ποινικού του μητρώου. Αυτό είναι που στην πραγματικότητα, θα υποχρέωνε να καταδικάσουν τον Alfredo σε ισόβια κάθειρξη, ακόμη και για μια πράξη που δεν προκάλεσε ούτε θανάτους ούτε τραυματισμούς.


Στις 19 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε νέα ακρόαση στο Τορίνο, μια επίσημη ακρόαση με στόχο να γίνει επεξεργασία της ερώτησης που είχε υποβληθεί προς διαβούλευση.
Ο Alfredo και η Anna παρενέβησαν με αυθόρμητες δηλώσεις που μέχρι σήμερα θα είστε σε θέση να διαβάσετε, καθώς μεταφράζονται και διαδίδονται διεθνώς. Ο Alfredo επανέλαβε ότι θα συνεχίσει την απεργία πείνας που ξεκίνησε στις 20 Οκτωβρίου 2022 μέχρι την τελευταία του πνοή ενάντια στο 41 bis και την ισόβια κάθειρξη και η Anna επεσήμανε ότι όποιος/α έχει τουλάχιστον κριτική σκέψη θα είναι σε θέση να εντοπίσει τους υποκινητές και τους εκτελεστές της εξόντωσης του Alfredo. Οι παρευρισκόμενοι/ες στην αίθουσα του δικαστηρίου υποδέχτηκαν τον/ην κατηγορούμενο/η σύντροφο/ισσα με συνθήματα και
φωνές.


Τελειώνοντας με αυτό τη σύντομη περίληψη και ανάλυση σχετικά με το ποια ήταν η διαδικασία της υπόθεσης Scripta Manent, θα προσπαθήσω να αναφερθώ στην ουσία της διάταξης του καθεστώτος 41 bis στον συντρόφό μας Alfredo, στην απεργία πείνας του και στη διεθνή κινητοποίηση σε αντιστοιχία με όποιο προηγούμενο έχει δημιουργηθεί.
Αναφέρω μια πρόσφατη συμβολή μου στη συζήτηση, με τις απαραίτητες αλλαγές για την περίσταση. Αν και θα υπάρξουν περισσότερες διευκρινίσεις σχετικά με αυτό από τους συντρόφους της αναρχικής εφημερίδας Vetriolo, σε σχέση με το τι σήμανε η “Επιχείρηση Sibilla” για τους ίδιους και ιδίως για τον Alfredo.

Η σημασία της επαναστατικής αλληλεγγύης.
Με τον αναρχικό Alfredo Cospito, την πορεία του και τις θέσεις του.

Θέλουμε ένα παρόν που ν’ αξίζει να βιώνεται, κι όχι απλώς να θυσιάζεται στη
μεσσιανική προσδοκία ενός μελλοντικού επίγειου παραδείσου. Γι’ αυτό βαλθήκαμε να
μιλάμε στην πράξη για μιαν αναρχία που πραγματώνεται τώρα, όχι αύριο. Το “όλα με τη
μία” είναι ένα στοίχημα, ένα παιχνίδι στο οποίο έχουμε ριχτεί, όπου το διακύβευμα είναι η
δική μας η ζωή, η ζωή ολωνών, ο δικός μας ο θάνατος, ο θάνατος ολωνών»…»


Pierleone Mario Porcu

Εκείνο το πρωινό της 7ης Μαΐου του 2012 στη Γένοβα, οπότε συμπληρώθηκε ο γεμιστήρας ενός παλιού πιστολιού Tokarev, το οποίο στη συνέχεια αφού σφίχτηκε σε μια γροθιά, πυροβόλησε στα πόδια του Διευθύνοντος Συμβούλου της Ansaldo Nucleare, Roberto Adinolfi, δεν υπήρχαν μόνο δύο αναρχικοί της δράσης, ο Nicola Gai και o Alfredo Cospito, αλλά υπήρχε το πιο ζωντανό και πραγματικό κομμάτι του επαναστατικού αναρχισμού που μετουσιώνεται σε δράση. Ο «Πυρήνας Όλγα» μέσω της Άτυπης Αναρχικής Ομοσπονδίας, εκείνη την ημέρα έκοψε τις γέφυρες με το παρόν και, στην συνέχεια, με την ακινησία του πραγματικού, όπου ο αναρχισμός και η υποχώρησή του τείνει προς όλο και πιο καθοδικούς τόνους. Μετά τη Φουκουσίμα εμφανίζεται η επιστροφή του πυρηνικού φαντάσματος στην Ευρώπη, όπως η πίσω όψη της τραγωδίας που βασανίζει τον πλανήτη, τη φύση, τον άνθρωπο, των ίδιων τραγωδιών που πυροδοτούν έντονα συναισθήματα στις καρδιές μας. Δεν υπάρχουν αφαιρέσεις, δεν υπάρχουν έννοιες: αλλά υπάρχουν άνδρες που συνεχίζουν αμείλικτα την τρελή και αυτοκαταστροφική πορεία τους, υπάρχουν δομές που καθιστούν δυνατή την πρόοδο του θανάτου, υπάρχουν σκλάβοι που προστατεύουν ο ένας τον άλλον με όπλα. Και αυτοί οι άνδρες, αυτές οι δομές, έχουν όνομα και διεύθυνση. Μετά από αυτή την ενέργεια, ο Nicola και ο Alfredo συνελήφθησαν, δικάστηκαν και ανέλαβαν την ευθύνη της πράξης τους με υπερηφάνια στη δικαστική αίθουσα. Επισημαίνοντας πως η καταστροφική άμεση δράση και η ένοπλη υπόθεση ήταν ακόμα γεγονότα τόσο αληθινά όσο απαραίτητη ήταν κι η υπεράσπισή τους από τους/ις αναρχικούς/ές.


Μετά από δέκα χρόνια φυλάκισης, στις 5 Μαΐου του 2022, ο Alfredo έλαβε ειδοποίηση για τη μεταφορά του από το καθεστώς “Υψίστης Ασφαλείας 2″ στο “41 bis”.

Στις 6 Ιουλίου του 2022, το Ελεγκτικό Δικαστήριο επαπροσδιόρισε την εκρηκτική επίθεση εναντίον της σχολής των Καραμπινιέρων στο Fossano τον Ιουνίο του 2006, της οποίας η ευθύνη ανελήφθη από τον πυρήνα FAI/Ανώνυμη Χαοτική Ανταρσία, για την οποία κατηγορήθηκαν η συντρόφισσα Anna Beniamino και ο σύντροφος Alfredo Cospito, σε «Πολιτική Σφαγή», αναφερόμενοι σε έναν επανυπολογισμό της ποινής που θα μπορούσε να προβλέπει και ισόβια κάθειρξη.


Σήμερα, για άλλη μια φορά, ο Alfredo βρίσκεται να δίνει τόσα πολλά στον αναρχισμό και σε όλους/ες μας, τοποθετώντας την αξιοπρέπεια και τις αδιάλλακτες θέσεις του ακόμα και
πριν από τη φυσική του κατάσταση με μια απεργία πείνας από τις 20 Οκτωβρίου του 2022 κατά του καθεστώτος 41 bis και την ισόβια κάθειρξη χωρίς δυνατότητα αναστολής, την οποία θα συνεχίσει μέχρι το πικρό τέλος, χρησιμοποιώντας το σώμα του ως οδόφραγμα, έτσι ώστε να μην περάσει η χρήση του καθεστώτος 41 bis εναντίον των αναρχικών. Απεργία πείνας, στην οποία έχουν ενταχθεί με την πάροδο του χρόνου οι αναρχικοί Juan Sorroche, Ivan Alocco και η αναρχική Anna Beniamino (οι/η οποίοι/α αυτή την στιγμή έχουν σταματήσει).


Η παρούσα κατάσταση δίνει χώρο σε διάφορους προβληματισμούς, έντονα συναισθήματα και πολλές ποικίλλες πρωτοβουλίες αυτούς τους δύο μήνες, πρωτοβουλίες πάντα σε αυτά τα πολύ σημαντικά πλαίσια, έγκυρες και θεμελιώδους σημασίας για να έχει αυτή η μάχη τη μεγαλύτερη δυνατή απήχηση, αλλά ο αγώνας του Alfredo αυτή τη στιγμή γίνεται, επίσης,
εργαλείο κριτικής στο καθεστώς 41 bis και την κοινωνία των φυλακών γενικότερα. Αυτή την στιγμή πρέπει να επικρατήσουν, κατά τη γνώμη μου, ως επαναστατικά αναρχικά στοιχεία (διεθνώς), η ψυχραιμία, η διαύγεια και η σταθερότητα που απαιτεί η κατάσταση. Κατανοήστε τι πρέπει να κάνετε και πώς να το κάνουμε, ποια επιχειρήματα να υποστηρίξουμε, αλλά πάνω απ ‘όλα την συγκεκριμένη στιγμή, κι όπως απαιτεί μια επ’ αόριστον απεργία πείνας, να συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που έχουμε να κάνουμε, αυτό που έγινε μέχρι χθες και την ευκαιρία να το κάνουμε και αύριο. Μια σκέψη σε αρμονία με όσα έχουν γραφτεί παραπάνω είναι σίγουρα η ανάγκη να βγούμε από το πλέγμα ενός περιορισμένου συγκεκριμένου αγώνα κατά των φυλακών, να βγούμε από το αδιέξοδο μιας γενικευμένης κινητοποίησης που ευαισθητοποιημένα κοιτάζει μόνο το καθεστώς 41 bis, γνωρίζοντας πώς να διαβάσει τη φάση και να κατανοήσει μέσα στο χρόνο το πραγματικό αντικείμενο της διαμάχης ξεκινώντας από την οικοδόμηση μιας διεθνιστικής, ειδικής, ατομικιστικής αλληλεγγύης στην κινητοποίηση για την αποτροπή της δολοφονίας του συντρόφου μας Alfredo Cospito σε έναν τάφο από σίδερο και σκυρόδεμα, σε συνθήκες μοναξιάς.


Μια επαναστατική αλληλεγγύη που ξεκινά πάνω απ’ όλα από την ανοιχτή διεκδίκηση πως δεν είναι μόνο οι γενικές πρακτικές, οι οποίες τελικά προσλαμβάνουν αποκλειστικά τον χαρακτήρα εκείνων που τις ασκούν, αλλά είναι η ιστορία, οι ιδέες, οι θέσεις, οι
συγκεκριμένες ενέργειες που αμφισβητήθηκαν από τον σύντροφό μας και οι συνακόλουθοι λόγοι που τις συνόδευσαν. Και πρέπει αυτό να το φωνάξουμε, πρέπει να είναι αυτή η πρακτική που ισχύει και για άλλες διαδικασίες άμεσων καταστροφικών ενεργειών, επειδή είναι ένα από τα θεμελιώδη βήματα που αποσκοπούν στην άρση της απομόνωσης γύρω από τους/ις συλληφθέντες/είσες, αποδεικνύοντας στην εξουσία ότι αυτές οι ενέργειες ανήκουν σε όλους/ες τους/ις αναρχικούς/ές.


Γιατί αν είμαστε στο πλευρό του Alfredo, δεν είναι μόνο επειδή η τωρινή του κατάσταση βασανίζει τις καρδιές μας, αλλά γιατί ξέρουμε κυρίως πως είναι ένας σύντροφος που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην αναρχική ιδέα, που είναι και δική μας. Και είναι προφανές ότι αν δεν είμαστε σε θέση να αμυνθούμε εμείς, ο μηδενιστικός επαναστατικός αναρχισμός και ο λόγος του, κανείς άλλος δεν θα μπορέσει να το κάνει ποτέ.


Σε αυτό το σημείο, οποιοσδήποτε λόγος, περισσότερο ή λιγότερο αποδεκτός, είναι πιθανό να εγκλωβιστεί σε αυτή τη συνθήκη, να προορίζεται αποκλειστικά για το επίπεδο της
ανθρώπινης αλληλεγγύης, αραιωμένο σε έναν αγώνα αμβλύ και γενικότερα κατά της φυλακής. Στο παρελθόν, έχουμε ασχοληθεί με το ζήτημα 41 bis αρκετές φορές, βάζοντας μπροστά το πρόσωπό μας, ακόμα και όταν δεν είχαμε έναν αναρχικό σύντροφο σε αυτό το καθεστώς, ενώ με τις εν συνεχεία ξαφνικές αλλαγές θα συνεχίσουμε να το αντιμετωπίζουμε και στο μέλλον πιο άμεσα, έχοντας τη δυνατότητα να επεξεργαστούμε έναν ευρύτερο συλλογισμό, σαν προοπτική, σχετικά με το πώς ένα τέτοιο καθεστώς κράτησης μπορεί να εφαρμοστεί σε άλλες μπάντες και σε όλο και πιο εκτεταμένες κοινωνικές συγκρούσεις. Αλλά αυτό που έχει σημασία στο σήμερα, σε αυτόν τον αγώνα ενάντια στο χρόνο, είναι να βγάλουμε τον Αlfredo από αυτό το καθεστώς, να επιτύχει άμεσο αποχαρακτηρισμό χωρίς άλλους όρους.


Ο Alfredo όλα αυτά τα χρόνια δεν υπήρξε ποτέ θύμα και αν σήμερα υποβάλλεται σε αυτό καθεστώς είναι αποκλειστικά εξαιτίας της βούλησης της εξουσίας να τον συντρίψει αφαιρώντας τις σχέσεις με αυτό που ο ίδιος πρώτος πάντα όριζε ως την κοινότητά του.
Εξάλλου, δεν μπορεί διόλου να αποκλειστεί η περίπτωση το κράτος να προσπαθεί να δοκιμάσει το έδαφος του «αναρχικού κινήματος», πιθανώς για να μπορέσει να διαθέσει αυτό το όργανο εξόντωσης εναντίον μας στο μέλλον περισσότερο για αυτό που είμαστε, παρά για αυτό που κάνουμε. Μπορούμε ακόμη και να υποθέσουμε ότι αυτό το καθεστώς θα μπορούσε να αντικαταστήσει οριστικά την πρακτική της Υψηλής Επιτήρησης στη δημιουργία υποθέσεων με την πάροδο του χρόνου.


Φαίνεται ξεκάθαρο ότι ο σκοπός που το κρατικό πολιτειακό σύστημα επιδιώκει, μέσω της εξουσίας της δικαστικής αστυνομίας με δίκες, καταδίκες για τρομοκρατία και επιβολή ενός καθεστώτος εκμηδένισης όπως το 41 bis, της εξάλειψης όσο και της απομόνωσης του
εχθρού του είναι η δεδηλωμένη τάξη, όπως μας δείχνει και η κατάσταση των επαναστατών/τριας κομμουνιστών/ριας Nadia Lioce, Roberto Morandi και Marco Mezzasalma που αντιστέκονται με υποδειγματική αξιοπρέπεια για 17 χρόνια στο σκοτάδι του 41 bis. Όλα αυτά μας υπενθυμίζουν έντονα πως η μάχη του Alfredo πρέπει, επίσης, να υποστηριχθεί και για αυτούς/ές. Όλα αυτά, εφόσον είναι μέρος της εγγενούς ύπαρξης του συστήματος της δικαστικής αστυνομίας και του δικαίου της, δεν μπορούν να προεκταθούν από μια ευρύτερη ομιλία σε διαλεκτική αντίθεσης, του κράτους ενάντια στην επαναστατική πάλη, του αναρχικού εναντίον του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος που περιλαμβάνει τη χρήση του 41 bis ως όργανο εξαναγκασμού και εκβιασμού της μετάνοιας, όταν δεν υπάρχουν στοιχεία ντόμινο μέσω των οποίων μπορούμε να ανακτήσουμε την ατομικότητα και τις επαναστατικές ενέργειες, γιατί ακριβώς είναι μια θέληση δική μας, επαναστατική, η οποία ξεπερνά το γρήγορο και αποπροσανατολιστικό της αναμονής. Μια βούληση που έχει την αποφασιστικότητα και την αισιόδοξη έπαρση να μεταμορφώνει την πραγματικότητα, διατηρώντας αναλλοίωτη την αναρχική μηδενιστική ένταση στην οποία πιστεύουμε, παρά το γεγονός ότι δεν έχουμε αφήσει ποτέ στην άκρη την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης, ότι αυτός ο κόσμος, ως έχει σήμερα, πρέπει να κατεδαφιστεί.


Δεν είναι τυχαίο ότι με αυτούς τους όρους διατυπώνονται πλήρως και οι κατηγορίες για υποκίνηση που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια εναντίον του “Αναρχικού Μαύρου Σταυρού” και του “RadioAzione”· η επιχείρηση Sibilla εναντίον της αναρχικής εφημερίδας “Vetriolo” και της δημοσίευσης της συνέντευξης του Alfredo Cospito “Ποια διεθνής;”. Με
αυτή την έννοια, μάλιστα, μπορούμε να πούμε ότι αυτό που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια με τις εκδόσεις μας συνεχίζει να είναι ανεκτίμητης αξίας επειδή επιτρέπει, στο σήμερα, στους /ις αναρχικούς/ές να ανακτήσουν την κατοχή των ιδεών τους, να τους δώσουν χώρο, με το θράσος του πάντα αμετάβλητου, με την ίδια τάση για δράση στην σφαίρα της επαναστατικής συνειδητοποίησης, χτίζοντας τη Διεθνή

Έξω ο Alfredo από το 41bis!
Ενάντια στη χρήση του 41 bis σε επαναστάτες/τριες
κρατούμενους/ες! Πάντα για την αναρχία.

Κλείνω αυτό το γραπτό εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία να στείλω τους πιο ειλικρινείς και θερμούς χαιρετισμούς μου στους υποστηρικτές αυτής της πρωτοβουλίας, σε όλους/ες τους/ις συντρόφους/ισσες στην Ελλάδα που συνεχίζουν να αγωνίζονται εδώ και χρόνια μέσα και έξω από τις φυλακές, ελπίζοντας ότι η πρωτοβουλία θα εξελιχθεί και πέρα από τις πιο αισιόδοξες προσδοκίες και ότι αποτελεί ερέθισμα για περαιτέρω βελτίωση των συζητήσεων, οπλίζοντας αυτή την ανάγκη για ελευθερία που μας διακρίνει.


Omar Nioi,
17/12/2022,
Σαρδηνία

Alfredo Cospito: ”Έτοιμοι ή όχι”

Αυτά τα 3 χρόνια, βρέθηκα αντιμέτωπος με επιλογές οι οποίες με οδήγησαν  σε ένα μονοπάτι έμφορτο με σταυροδρόμια και διακλαδώσεις.

Σαν να βαδίζω σε ναρκοπέδιο, έπρεπε να εξετάζω καταλεπτώς το κάθε μουβήμα με την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό μου να διακυβεύονται. Τοπρώτο δίλημμα που αναδύθηκε σχετιζόταν με το αν θα εξακολουθούσα να  συνεισφέρω ή θα επέτρεπα στην φυλακή να με κατασπαράξει, αναμένοντας μακρόθυμα την αποφυλάκιση μου. Δεδομένης πάντα και της εν τοις πράγμασιαυστηρά περιοριστικής κατάστασης μου, επέλεξα να συνεχίσω να συνεισφέρω διαμέσου του γραπτού λόγου. Μόλις έλαβα την εν λόγω απόφαση κοντοστάθηκα σε ακόμη ένα σταυροδρόμι: έπρεπε να διαλέξω αν θα περιχαράκωνα τον εαυτό μου – οικουμενικά – σε αυτήν την προεξέχουσα, τιμητική θέση για το  ”κύρος” μου ( sic ) ως ”επαναστατημένος” κρατούμενος – μοιράζοντας απλόχερα τις φιλοφρονήσεις μου δεξιά και αριστερά, επικροτώντας κάθε αναρχική πρακτική, προσέχοντας να μην αποκτήσω εχθρούς. Ή, αν θα  αξιοποιούσα το όπλο της κριτικής μου έτι περισσότερο επιχειρώντας να σκιαγραφήσω κάποιες αναλύσεις, να διανοίξω νέους λόγους. Επέλεξα το ευκολότερο ( τουλάχιστον για μένα): ανοιχτά να ωθήσω την κριτική μου στα άκρα, με τίμημα την περεταίρω απομόνωση μου (λιγότερα γράμματα, λιγότερες πληροφορίες, γενικά λιγότερη αλληλεγγύη).

Πάντα όμως ενσυναίσθητος σχετικά με την αβυσσαλέα απόσταση μεταξύ σκέψης και πράξης.

Οι λέξεις, όσο εμπνευσμένες κι αν είναι, πάντα κουβαλούν κάτι το στομφώδες, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου διέπονται από πραγματικά, συγκεκριμένα ρίσκα, ικανά να επισύρουν χρόνια στην φυλακή για προάσπιση ή υποκίνηση.

Στο ”δικό μου” κελί, τα λόγια τα οποία εστιάζω να ακούσω πιο προσεκτικά είναι όσα συνοδεύουν δράσεις, όσα μετατρέπονται σε λάμψεις και αίμα. Αναντίρρητα, είναι ζωντανά, πραγματικά. Διακρίνονται από την ασταμάτητη αδολεσχία στο παρασκήνιο ενός αναρχικού κινήματος περίκλειστου στην αυτοαναφορικότητα του, προδήλως καταβεβλημένο από μία επονείδιστη έλλειψη θάρρους και επίνοιας. Ένα κίνημα τρεφόμενο με το φαίνεσθαι, με την μεγαλαυχία και πολλές φορές με την δημαγωγία, με τις διαδηλώσεις του, τις συνελεύσεις, τις επικοινωνιακές του παρελάσεις, τις εκστρατείες πληροφόρησης, με την τελμάτωση σε μία περιοχή. Μία ακατάπαυστη φλυαρία. Δεν απαιτείται να επευφημείς τις αναλήψεις ευθύνης, γνωρίζεις όμως με βεβαιότητα την ειλικρίνεια τους διότι είναι παράγοντα πράξης, επειδή συντάσσονται κατόπιν ολοκληρωτικής συμμετοχής στο παιχνίδι, θέτοντας τις ζωές κάποιων σε κίνδυνο. Σε αυτούς τους κατακυριευμένους από την ψηφιακή πραγματικότητα καιρούς δεν πρόκειται για κάτι το αμελητέο, και όταν οι δράσεις αυτές μιλάνε η μία στην άλλη μετατρεπόμενες έτσι σε εκστρατείες δράσης, ο παρασκηνιακός θόρυβος, η φανφαρολογία, αναπόδραστα εξαφανίζεται. Όλα γίνονται πιο σοβαρά, πιο επικίνδυνα, πιο αληθινά.

Οι περισσότεροι αναρχικοί εδώ στην Ιταλία σήμερα δείχνουν να διακατέχονται από μία αγελαία ομαδοποίηση και μία ναρκόπνοη ομοθυμία. Φυλακιζόμαστε από χιλιάδες φόβους: Τον φόβο να θαφτούμε ζωντανοί σε κάποια φυλακή, τον φόβο να πεθάνουμε στην δράση, τον φόβο να μείνουμε μόνοι δίχως τις ζητωκραυγές του πλήθους ή τον φόβο να μας απομονώσουν οι ίδιοι μας οι σύντροφοι. Το ξεπέρασμα των παραπάνω φόβων θα μας καθιστούσε πιο διαυγείς. Πολλοί ”αγώνες” χτίζονται πάνω σε αυτούς τους φόβους, είναι προϊόντα αυτών των φόβων. Ο φόβος μας δηλητηριάζει, οι συμβιβασμοί είναι οι τοξικοί του καρποί. Έπειτα, με εύηχες λέξεις, αναπαυτικές θεωρίες, βολικές μακρόπνοες στρατηγικές, φροντίζουν να εξωραϊζουν την όλη ξεφτίλα συνιστώντας μας φρόνηση και τραβώντας μας στον πολιτικό ”ρεαλισμό”. Δυστυχώς όμως, τα σκατά και ροζ να τα βάψεις παραμένουν σκατά. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο τα ημίμετρα δεν θα έπρεπε να είχαν κανένα απολύτως νόημα για τους αναρχικούς. Με την πρόοδο της τεχνολογίας (της οπλισμένης πτέρυγας του πολιτισμού) ο εναπομείνας χρόνος μας στερεύει. Ο πολιτισμός τρέφεται από τα πάντα και αντίθετα τους. Από τις δημοκρατίες και τις δικτατορίες, την επιστήμη και την θρησκεία, τις πολιτικές ελευθερίες και την ελεύθερη αγορά, την συναίνεση και την υποταγή, τον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, τα οικολογικά προϊόντα και τα πυρηνικά εργοστάσια… χίλιες και πλέον πτυχές ενός και μόνο φαινομένου, αυτό του πολιτισμού, συνεκτικού και αρραγούς με την αρωγή μιας κόλας προερχόμενης από μία τεχνολογία ολοένα και πιο παρεμβατικής, η οποία καταστρέφει όχι κατ’ αποκλειστικότητα την ανθρώπινη υπόσταση αλλά επιπλέον παραμορφώνει ολόκληρη την ζωή πάνω σε αυτόν τον πλανήτη. Με ένα διακύβευμα τόσο μεγάλης εμβρίθειας, κάθε μη καταστρεπτική δράση συνιστά ένα άχρηστο αναλγητικό, μία αδικαιολόγητη σπατάλη χρόνου. Δεν υπάρχει λόγος να ακούμε τα ενάρετα πνεύματα της ”επανάστασης” πλέον που πάντα βρίσκουν αφορμές να αναβάλουν την δράση, να περιπλέξουν τα πράγματα. Ολοένα και συχνότερα η τακτική της παρατήρησης και της αναμονής, της σταδιακότητας δικαιολογείται με πρόφαση την προσβασιμότητα της στον μέσο άνθρωπο, την ανάγκη να αποκτηθεί κοινωνικό έρεισμα. Η αποζήτηση της περίφημης ”αναπαραγωγιμότητας” των μικρών δράσεων παρασύρει σε αύξηση των ασήμαντων πρακτικών οι οποίες απολήγουν σε παθητικές αντιστάσεις ή σε λαϊκά σχήματα αγώνα, πάντα φρόνιμα, ποτέ υπέρμετρα, αναβάλοντας την βίαιη ρήξη με το σύστημα για ένα αύριο που ποτέ δεν θα έρθει. Δεν υπάρχει ανάγκη για προσηλυτισμό, όλη αυτή η ομφαλοσκοπία, όλες οι αμφιβολίες μας κενώνουν, μας παροπλίζουν.

Η ασύμμετρη συσσώρευση πληροφοριών ισοδυναμεί με καθόλου πληροφορία. Η αποφορά της ιντελιγκέτσιας, του πολιτικαντισμού, του φόβου είναι ιδιαίτερα έντονη εδώ. Τι να κάνουμε; Να αναζητήσουμε προσφιλείς συντρόφους, να ενθαρρύνουμε με δράσεις τις πραγματικές, εύρωστες ζωντανές δυνάμεις. Να ”εξακοντίσουμε τις καρδιές μας πάνω από τα συρματοπλέγματα”, αδιαφορώντας για τις συνέπειες και τα ”επαναστατικά” εγχειρίδια, εγκαταλείποντας την σπασμωδική και εμμονική καταδίωξη της αποδοχής, να υποστηρίξουμε θέσεις επικίνδυνες για τους εφησυχασμένες ζωές της φλυαρίας και των αυθεντιών των συνελεύσεων. Να διασφαλίσουμε τα εργαλεία να επικοινωνούμε άμεσα ο ένας με την άλλη, χωρίς την μεσολάβηση της εξουσίας, χωρίς να απαιτείται προσωπική γνωριμία, μέσω δράσεων πλαισιωμένων από λέξεις, προσπερνώντας τους ρήτορες, απαλλαγμένες από την μεσιτεία της ιδεολογία και τους ειδικούς της μεσολάβησης μια και καλή. Οι ήδη δοκιμασμένες και αποτελεσματικές εκστρατείες δράσης είναι το εμβριθέστερο αποτέλεσμα αυτής της ακυδεμόνευτης επικοινωνίας, αποδεσμευμένης από οργανώσεις και συντονισμούς.

Ας αφεθούμε με εμπιστοσύνη στα πιο άλογα, πιο φυσικά μας ένστικτα: στην οργή, στο μίσος, στην αγάπη, στην φιλία, στην αδερφοσύνη, στην εκδίκηση.

Είθε το πάθος της καταστροφής να μην γίνει ποτέ ξανά δημιουργικό, τίποταδεν χρειάζεται να οικοδομηθεί.

Ας μιλήσει η δράση, εδώ και τώρα, αμέσως.

Έτοιμοι ή όχι…

Alfredo Cospito

Δημοσιεύθηκε στο τρίτο τεύχος του “Croce Nera Anarchica” τον Ιανουάριο του 2017, α-περιοδική έκδοση του Μαύρου Σταυρού Ιταλίας.

Πηγή: Darknights

Μετάφραση: Δ.ο Ragnarok

Alfredo Cospito: Ο «Αυτισμός» των Ινσουρεξιονιστών

(Κείμενο από την έκδοση της Μαύρης Διεθνούς «Εμπρηστικοί Διάλογοι») Οκτώβρης 2020.

Τα τελευταία χρόνια, οι αναρχικοί της πράξης επανατοποθέτησαν το άτομο και την ομάδα συγγένειας του, στο επίκεντρο της πρακτικής τους, εγκαταλείποντας τις πλατιές συνελεύσεις και επικοινωνώντας με οιονεί αμεσότητα μέσω των αναλήψεων [ ευθύνης ] τους. Η ίδια η υφή της έννοιας της ”ανάληψης ευθύνης” υπεβλήθη σε ριζική μεθερμηνεία, μετατρεπόμενη από ένα όργανο διαφανές προς τους ”αμύητους”, σε ένα εργαλείο ”περίκλειστο στον κύκλο του”, απευθυνόμενο κατά κύριο λόγο στους ήδη εμφορούμενους από κοινές στοχεύσεις, στην ίδια την μαχόμενη κοινότητα. Μολονότι φαντάζει οξύμωρο, η εν λόγω ”εσωστρέφεια” συνιστά τον θάνατο της πολιτικής, η αναζήτηση της δύναμης, της συναίνεσης, εξαλείφεται. Η αναζήτηση νέων συντρόφων στην μάχη απαξιώνεται όσο και το εγχείρημα ανάδυσης μίας ”αντί-εξουσίας” απέναντι στο κράτος. Υπό αυτό το πρίσμα, η επιχειρούμενη από ορισμένους συντρόφους, αντιπαραβολή των ανώνυμων δράσεων και των ανειλημμένων καθίσταται εργαλειακή, ένα ψευδές δίλημμα. Η ανώνυμη δράση και η πρακτική των αναλήψεων με ή χωρίς ακρωνύμια, αν γίνονται κατανοητές ως αντίθετες στρατηγικές, όσο απόμακρες κι αν φαντάζουν μεταξύ τους, καταντούν κοινά συμπτώματα ενός οιονεί αναρχικού «αυτισμού». Ακόμα κι αν ακολουθούνται μονολιθικά και δογματικά, διαμορφώνουν τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, αυτού της πολιτικής και της ιδεολογίας που δεν αποζητούν εξεγερμένες κοινότητες αλλά επιδιώκουν την κατήχηση και τον προσηλυτισμό. Δεν θα έπρεπε να έχουμε προκατασκευασμένες ιδέες για τις πολλαπλές πρακτικές της αναρχίας (ειδικά μιλώντας για την ένοπλη δράση ), οποιαδήποτε αναλαμβάνει την ευθύνη κάποια επίθεσης ενυπόγραφα μία δεδομένη στιγμή ίσως επιλέξει να το αποφύγει σε κάποια άλλη, ορισμένες φορές οι δράσεις μιλούν από μόνες τους- δεν εντοπίζω κάποια αντίφαση σε αυτό.

Κάτι έχει αλλάξει, τώρα απαντώνται συμπαγή παραδείγματα ενός λιγότερο δογματικού, πιο ευέλικτου οράματος με πιο πρόδηλες ποιότητες από αυτές του ινσουρεξιονισμού. Όχι ένα υποπροϊόν του, αλλά κάποιας μορφής «εξέλιξης», που δείχνει ακατάβλητη όταν αντιμετωπίζει καταδίκες, περιθωριοποίηση και δυσχέρεια στην επικοινωνία. Ενός ινσουρεξιονισμού, αφενός πιο άτακτου αλλά με τεράστια εμβρίθεια ένεκα της απεμπόλησης τετριμμένων συνταγών, όντας εντελώς χαοτικός. Παράγει λιγοστές εκδόσεις, ελάχιστες ακαδημαϊκές φλυαρίες, όσοι μιλούν επιλέγουν να το κάνουν κατ΄αποκλειστικότητα διαμέσου των αναλήψεων τους. Βγαίνουν από την -ανωνυμία- μόνο όσοι φυλακισμένοι αναγνωρίζουν αγέρωχα δημόσια τις επιλογές και μιλούν περί αυτών. Γίνεται λόγος για την πλέον επικίνδυνη αναρχική πρακτική επειδή αποδεικνύεται ένα διαρκές πείραμα, επιχειρεί να υπονομεύσει την κυριαρχία, να την χτυπήσει στα πιο ευάλωτα σημεία της.

Και τοιουτοτρόπως μπορούμε να καταλάβουμε όλα αυτά τα αντίποινα που εξαπολύονται ανά τον κόσμο: Στην Ιταλία, στην Ελλάδα, στην Χιλή, στην Αργεντινή, στην Βραζιλία, στην Ισπανία… Είναι αναμφισβήτητο πως τα τελευταία χρόνια η καταστολή εναντίον των αναρχικών κινημάτων έχει εντατικοποιηθεί. Τα κράτη κάνουν λόγο για διεθνείς αναρχικές συνωμοσίες, στην Ιταλική επικράτεια οι αναρχικές της FAI/IRF εξακολουθούν να εξάρονται από τις ίδιες τις μυστικές υπηρεσίες ως ο υψηλότερος ανατρεπτικός κίνδυνος στο εσωτερικό της χώρας.

Στο σημείο αυτό, πιστεύω πως ήρθε η στιγμή να κάνουμε κάποιες ερωτήσεις: αυτή η «νέα» αναρχία ενοχλεί πράγματι την εξουσία; Και αν είναι έτσι, τι είναι αυτό που ενοχλεί, σε βαθμό που υπάρχουν τόσα αντίποινα, που κατά την γνώμη μου, ξεπερνάει την συνήθη κατασταλτική διαχείριση των χωρών αυτών; Εν συντομία, σε τι οφείλουμε όλη αυτή την προσοχή; Από όλες τις αναρχικές πρακτικές, καταστροφική δράση είναι αυτή που αμέσως ανησυχεί περισσότερο τις κυβερνήσεις. Αν, επιπλέον, αυτός ο τρόπος επικοινωνίας μέσω των ανακοινώσεων, εξαπλώνεται πέρα από τα σύνορα, ο συναγερμός ενεργοποιείται και η δύναμη φέρνει αλυσιδωτές αντιδράσεις. Αυτή η «κοινή γλώσσα» χρησιμοποιήθηκε από την άτυπη FAI στην Ιταλία και την Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς στην Ελλάδα, και επίσης με την FAI-IRF ξεκίνησε το ταξίδι σε όλο τον κόσμο, εξελισσόμενο σε κάτι πιο «αναγκαίο», πιο δυναμικό, που δεν στριφογυρνάει αποκλειστικά γύρω από ένα ακρωνύμιο. Δεν ήταν ποτέ απλά το ακρωνύμιο αυτό που έχτισε αυτή την «κοινή γλώσσα», αλλά το αποτελεσματικό όπλο των διεθνών εκστρατειών, που δεν κλήθηκαν από επιτροπές, οργανισμούς, συνελεύσεις, αλλά από δράσεις των αναρχικών της πράξης χωρίς κανέναν μεσάζοντα. Το έχουμε δει αυτό πρόσφατα με τις εκατοντάδες δράσεις που έλαβαν χώρα μετά το G20 σε Γερμανία, Γαλλία, Ελλάδα, στις δράσεις ως απάντηση στην δολοφονία του Santiago Maldonado στην Χιλή, στην Αργεντινή, Βραζιλία, Ιταλία, Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, σε αλληλεγγύη με τον έγκλειστο αναρχικό σύντροφο Κωνσταντίνο Γιαγτζόγλου στην Ελλάδα, σε αλληλεγγύη με την αναρχική συντρόφισσα Lisa η οποία κατηγορείται για απαλλοτρίωση στην Γαλλία, Γερμανία… στις επιθέσεις στην Τουρκία σε αλληλεγγύη με τους Κούρδους που μάχονται για την επιβίωσή τους και στην επιμονή των δράσεων της FAI IRF σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Χιλή, Γερμανία…

Αυτό είναι, κατά την γνώμη μου, η δράση των αναρχικών που σήμερα ενοχλεί περισσότερο την εξουσία. Πόσο τους ενοχλεί; Δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό, αλλά σίγουρα κάποιο πρόβλημα δημιουργείται από αυτές τις διεθνείς καμπάνιες, έστω και σαν προοπτική. Το ωραίο στην δράση που δουλεύει είναι ότι είναι μεταδοτική, λίγο πολύ μπορεί να μας κάνει να υποβληθούμε σε καταστολή όταν η ανωνυμία περιβάλλει αυτό το αψηλάφητο ύφασμα δράσης κεντημένο από ανώνυμα χέρια. Καθώς πάντα η υπόθεση είναι όταν κάτι καινούριο λάμπει, δεν είναι μόνο ο εχθρός αυτός που ενοχλείται, αλλά και αυτοί που αναφέρονται στην «παράδοση», στην ιδεολογική «καθαρότητα» των «ιερών» κειμένων. Ίσως μπορεί να είναι ότι εμείς οι αναρχικοί κραυγάζουμε ότι είμαστε αίρεση. Σύντροφοι που στο παρελθόν δράσαμε πλάι πλάι με χειρισμό των «αιρετικών», όπως και οι ανόητοι και χαζοί άνθρωποι που δεν κατάλαβαν τίποτα από το «αρχικό σχέδιο», του «πραγματικού» εξεγερσιακού σχεδίου. Αλλά έχει νόημα αυτή η αντίθεση; Και αν αναγνωρίσουμε και στις δύο άτυπες «τάσεις» μια στρατηγική και μεθοδολογική ενότητα, ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ της «παλιάς» και «νέας» προοπτικής;

Προφανώς αυτές οι διαφορές φαίνεται να υπάρχουν, τουλάχιστον από το σημείο οπτικής της εξουσίας. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, στην διάρκεια της δίκης «Scripta Manent» τα γραπτά των «ιστορικών» εξεγερσιακών αναρχικών αποτελούν παράδειγμα του «καλού αναρχισμού» που αντιτίθενται σε αυτά που οι κατηγορούμενοι όρισαν ως «κακό». Το σύνηθες παιχνίδι του καλού και κακού. Πολλά έχουν συμβεί από την δίκη «Martini», όταν το κομμάτι του καλού, αναγκαίο για την δύναμη, απονεμήθηκε στους αναρχικούς της ιταλικής FAI. Ας μην βγω λάθος, εγώ ακόμα πιστεύω ότι, παρόλο που πολλοί δικαστές, εισαγγελείς και διάφοροι άλλοι θα πουν κακά πράγματα οι αναρχικοί είναι ανάξιοι της δύναμης, οποιασδήποτε δύναμης. Εγώ είμαι ο πρώτος που θα πει ότι αυτοί οι ελιγμοί είναι μόνο εργαλειοποιήσεις, αλλά υποδεικνύουν τι η καταστολή επιδιώκει να κάνει, αποκαλύπτουν όχι μόνο την πραγματική ουσία της δύναμης, αλλά και πάνω απ’όλα τι φοβάται την δεδομένη στιγμή, αποτελεί πυξίδα που υποδεικνύει την πιο αποτελεσματική πρακτική, γιατί είναι αυτή που προξενεί τον περισσότερο φόβο. Και παρατηρούμε καλά ότι η καταστολή δεν περιορίζεται μόνο στο να καταστέλλουν εκείνους που διαμαρτύρονται υλιστικά, αλλά και εκείνους που προτείνουν μια άλλη στρατηγική επίθεσης με λέξεις και ιδέες, πιο απλά, πιο δυναμικά, αψηλάφητη για την εξουσία. Θα ήταν αρκετό να ακούσουμε κάποιες ακροάσεις από το «τραγικό» τσίρκο που λαμβάνει χώρα στο δικαστήριο του Τορίνο για να το διαπιστώσουμε. Είναι ανόητο να γράφουμε αποτιμήσεις, το πιο σοφό που έχουμε να κάνουμε είναι να θέσουμε κάποια ερωτήματα στους εαυτούς μας.

Ας αφήσουμε στην άκρη αυτή την οπτική που ανήκει στην καταστολή, και ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε την ερώτηση σχετικά με τις διαφορές ανάμεσα στην «παλιά» και την «νέα» αναρχία. Είναι ο «συντονισμός», όπου η πρώτη διαφορά που ξεπροβάλλει ανάμεσα στον «ανοιχτό», «κοινωνικό» ινσουρεξιονισμό και σε αυτούς που ταυτίζονται με την FAI-IRF, σχετίζεται με την δράση, δίνοντας ζωή (οι υποστηρικτές της FAI-IRF) στα καλέσματα για επίθεση, μέσω επιθέσεων. Στην εξεγερσιακή στρατηγική που συνδέεται με ενδιάμεσους αγώνες σε συγκεκριμένη επικράτεια [για παράδειγμα στην Val Sua (αγώνας ενάντια στον σιδηρόδρομο υψηλής ταχύτητας στα βουνά)], ο συντονισμός είναι απαραίτητος για την εγγύηση συνέπειας διαχρονικά που επιτρέπει την προσαρμογή στις συνεχόμενες αλλαγές του «δημοφιλούς» αγώνα. Επιπλέον, ο «συντονισμός» αυτός πρέπει να ενεργεί χωρίς να αφήνει ίχνη, καθώς θα πρέπει να «κατευθύνει τον εαυτό του» χωρίς να αποκαλύπτει τα εξεγερσιακά του αντικείμενα, επειδή το «πραγματικό κίνημα» δεν θα μπορεί να κατανοήσει την οπτική ακραίας σύγκρουσης χωρίς διαμεσολαβήσεις και θα το ερμηνεύσει ως αυτοκτονικό. Τα “κομμάτι»” της σταρτηγικής αυτής μπορεί να έχει πολλά ονόματα: «αυτοδιαχειριζόμενες οργανώσεις», «απλές επιτροπές πολιτών», «συνελεύσεις πολιτών».. Και θα πρέπει να πορευτούν με σοφία και σύνεση, όπως ακριβώς σε μια παρτίδα ντάμα.

Ένα «παιχνίδι» στρατηγικής που ρισκάρει να εμπέσει ανάμεσα σε «πολιτική» και «παρέμβαση», αλλά το οποίο, αν είναι επιτυχές, θα μπορέσει να οδηγήσει σε εξέγερση, ακόμα και αν είναι σε μικρές επικράτειες. Ο συντονισμός συνεπάγεται κοινό ρίσκο με την συγκεκριμένη οργάνωση, την παραγωγή μιας ελίτ επαγγελματιών σε εξέγερση, οι οποίοι, χάρη στην ικανότητά τους και την θέλησή τους, αποφασίζουν και ελέγχουν τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα. Αυτός ο κίνδυνος δεν υφίσταται μεταξύ ομάδων, ατομικοτήτων, άτυπων οργανώσεων που είναι κομμάτι της -ας πούμε- «νέας αναρχίας». Σε αυτή την «αναρχική διεθνή» δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ ομάδων που επανορθώνουν… αυτές είναι περιορισμένες στο να συγκεντρώνουν τις δυνάμεις τους σε παρόμοια αντικείμενα μέσω διεθνών εκστρατειών, προαχθείσες από αξιώσεις υπευθυνότητας. Το αρχιπέλαγος FAI IRF είναι ένα από τα δομικά στοιχεία αυτής της «διεθνούς», η οποία είναι με τον ίδιο τρόπο « αδιάρθρωτη».

Άλλη διαφορά η οποία ξεχωρίζει είναι οι «ανακοινώσεις». Οι εξεγερσιακοί (παλαιού τύπου) το αποστρέφονται, καθώς απεχθάνονται ακρωνύμια και συντομεύσεις, για αυτούς οι ισχυρισμοί ευθύνης εξυπηρετούν μόνο στην αυτοεπιβεβαίωση με το να σέρνουν τους εαυτούς τους σε έναν στείρο μηχανισμό αυτοπαρουσίασης και (εξυπηρετούν) στο να περιορίζουν τους «καταπιεσμένους», τους «αποκλεισμένους» σε ρόλο απλών παρατηρητών, Αυτή η συζήτηση θα μπορούσε να έχει την λογικής της, αν δεν ήταν γεγονός πως η «ανάληψη ευθύνης» στην δική μας περίπτωση είναι ένα μέσο επικοινωνίας μεταξύ μας. Κατά την γνώμη μου, μια κριτική τέτοιου είδους είναι άτοπη, όσο εμείς μιλάμε για μια εσωτερική επικοινωνία του «κινήματος», συνεπώς κατευθύνεται σε δυνάμεις που ήδη υπάρχουν, στους συνειδητά αναρχικούς και επααναστάτες που ήδη δρουν καταστροφικά. Αυτού του είδους η «αναρχική διεθνής» δεν μπορεί να στοχεύει στον «προσηλυτισμό», πόσο μάλλον το να καθοδηγεί τους καταπιεσμένους στην αναρχία, όπως τα πρόβατα αναζητούν κάποιον βοσκό. Εμείς οι ίδιοι καταπιεζόμαστε και χρησιμοποιούμε την επικοινωνία για να απλοποιήσουμε τις ζωές μας και να αποφύγουμε τις σύνθετες δομές και τα δυσκίνητα συντονιστικά που μπορούν να δυσχεράνουν την δράση μας με το να μας επιβραδύνουν. Αυτού του είδους η επικοινωνία θα μας επιτρέπει να είμαστε ενεργοί, το αν υπάρχει κάποιος που απλά επικροτεί, δεν αποτελεί δικό μας θέμα. Όσον αφορά τα ακρωνύμια και τις συντομεύσεις, δεν είναι απαραίτητα, αλλά όταν υπάρχουν (για παράδειγμα FAI, ΣΠΦ..) εξυπηρετούν «μόνο» στο να δώσουν συνέχεια σε μια κουβέντα, ένας τρόπος «ένωσης» ενώ παραμένουμε χωριστά. Τα ακόλουθα αποσπάσματα δύο αναλήψεων, ένα από την Ιταλία και ένα από την Γερμανία, είναι τα σαφή παραδείγματα αυτού του συνεχούς διαλόγου μέσω των δράσεων που ξεπερνά τα κρατικά σύνορα, «ενώνοντας» χωρις να οργανώνει. Πιστεύω πως αποτελούν ένα πραγματικό, ζωντανό παράδειγμα ενός από τους πολλούς τύπους «άτυπων οργανώσεων» που δρουν στο εδώ και το τώρα:

– Ρώμη, Πυρήνας Santiago Maldonado/ FAI IRF αναλαμβάνει την εμπρηστική επίθεση σε αστυνομικές εγκαταστάσεις (07/12/2017): «Κάθε ατομικότητα και συγγενικές ομάδες αναπτύσσει και αυξάνει τις δικές της εμπειρίες στους αδελφικούς δεσμούς… Η δομημένη ιεραρχικά οργάνωση όχι μόνο σκοτωνει την ελευθερία των ατομικοτήτων, αλλά επίσης τις εκθέτει περισσότερο στην καταπίεση. Η άτυπη αναρχική οργάνωση είναι το όργανο που εμείς θεωρούμε ως το πιο κατάλληλο αυτή τη στιγμή, για την συγεκριμένη δράση, γιατί μας επιτρέπει να διατηρήσουμε την αμείωτη ανεξαρτησία μας, τον διάλογο μέσω των αναλήψεων με τους άλλους εξεγερμένους και τελικά την προπαγάνδα που μεταφέρεται από τον θόρυβο της έκρηξης. Δεν είναι και δεν θέλει να είναι ένα απόλυτο και ορισμένο όργανο. Μια ομάδα δράσης γεννιέται και αναπτύσσεται γνωστικά, εμπιστευτικά. Αλλά άλλες ομάδες και ατομικότητες μπορούν να μοιραστούν, ακόμα και προσωρινά, ένα σχέδιο, έναν διάλογο, χωρίς να γνωρίζονται μεταξύ τους προσωπικά. Επικοινωνείται απευθείας μέσω της δράσης…
Με την δράση αυτή, παρουσιάζουμε ένα διεθνές σχέδιο επίθεσης απέναντι σε άτομα, δομές και μέσα καταπίεσης. Κάθε ατομικότητα με τις μεθόδους που θεωρούν ότι ταιριάζουν περισσότερο, και αν θέλουν, μπορούν να συνεισφέρουν στην συζήτηση…»

-Βερολίνο «Πυρήνας FAI IRF «Βίαιη Μειοψηφία», ανάληψη ευθύνης για τον εμπρησμό οχήματος εταιρίας σεκιούριτι (06/03/2018): «Ο εμπρησμός οχημάτων εταιριών σεκιούριτι στο Βερολίνο ως χρήσιμο μέσο επικοινώνησης. Αναφερόμενοι σε άλλες αναλήψεις, εμείς ακολουθούμε την πρόταση της συσχέτισης μεταξύ μας προκειμένου να αναπτύξουμε τόσο μια πιο ευρεία κινητοποίηση μαχητικών ομάδων στην Ευρώπη, και να αναπτύξουμε μια θεωρητική βάση. Αναγνωρίζουμε τις λέξεις και την αλληλεγγύη και τα μοιράζουμε, όπως ο Ρουβίκωνας γράφει σχετικά με την επίθεση ενάντια στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Αθήνα, 19/12/2017… Κάποιοι άνθρωποι στη Ρώμη εκφράζουν τις ίδιες σκέψεις, όταν αυτοί αναλαμβάνουν την ευθύνη ως Πυρήνας της FAI IRF Santiago Maldonado, για την έκρηξη στις αστυνομικές εγκαταστάσεις στο San Giovanni… Κάποιες φορές είναι απαραίτητο να ορίζουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο ενεργούμε, όπως έκαναν οι αναρχικοί στο BarLe-Duc , όταν διοχέτευσαν πολύ θυμό μέσω της φλόγας στο πάρκινγκ αυτοκινήτων Enedis… Ακόμα κι αν είμαστε λίγοι, μπορούμε να οργανωθούμε αντί να περιμένουμε την έγκριση των λεγόμενων «οργανωτών του κινήματος» και να αντιδράσουμε στην επίθεση των εξουσιαστικών μηχανισμών. Μπορούμε να δράσουμε και να διαλέξουμε την στιγμή μας, μόνοι μας..»

Για να κλείσω και με τις παραπομπές, μια συνεισφορά από την άλλη πλευρά. Ένα εξεγερσιακό ”απόσπασμα” συνταγμένο στο “Avis des Tempetes – Αναρχικό δελτίο για τον κοινωνικό πόλεμο τεύχος 1 ( 15/01/2018 ), με τίτλο του άρθρου ”Επαναφορά”. ” Η άτυπη οργάνωση ή ορθότερα, μία ανώνυμη αυτό-οργάνωση, χωρίς αντιπρόσωπους, χωρίς μεσολαβητές… Για να είμαστε σαφείς, υπάρχουν πολλές άτυπες ομαδοποιήσεις, ποικίλων ειδών, αναλόγως και με τις στοχεύσεις της κάθε μίας. Η άτυπη μέθοδος δεν αποσκοπεί να σύρει όλους τους αναρχικούς παρέα κάτω από το ίδιο σύμπλεγμα, προσφέρεται όμως ως ενδεδειγμένη μέθοδος για τον πολλαπλασιασμό των συντονισμών, των άτυπων οργανώσεων, των ομάδων συγγένειας. Η συνάντηση τους μπορεί να διαδραματιστεί στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης πρότασης, μιας έμπνευσης ή ενός καλοστημένου σχεδιασμού. Εκεί έγκειται και η βασική διαφορά μεταξύ μιας άτυπης οργάνωσης περιτριγυρισμένης από αδιόρθωτους «τεμπέληδες και άτακτους» (αδιάφορους για την εύρεση ακόλουθων ), και άλλου τύπου μαχητικών οργανώσεων για τις οποίες σχεδόν πάντοτε προτεραιότητα έχει η επικύρωση της ύπαρξης τους διαμέσου της όποιας επιρροής είναι σε θέση να ασκήσουν στα γεγονότα, να αφήσουν συντεταγμένες για τα ενδεδειγμένα μονοπάτια και να συγκροτήσουν έναν πόλο ικανό να αντιπαραβληθεί με αυτόν της κυριαρχίας. Η άτυπη οργάνωση ερείδεται σε διαφορετικές βάσεις, ξεγλιστρώντας της προσοχής των σκυλιών της κυριαρχίας, υφίσταται μόνο στα αποτελεσματικά έργα που εξαπολύει. Εν ολίγοις, δεν ενδιαφέρεται να υπερασπιστεί ή να επικυρώσει κάποιο όνομα, έχει μόνο ένα έργο να ευοδώσει. Ένα εξεγερσιακό σχέδιο…»

Οι συντρόφισσες των δεκαετιών του 80 και του 90, έχοντας ζήσει στο πετσί τους το αυτοαποκαλούμενο «εξεγερσιακό εγχείρημα» θα έπρεπε να έχουν καταλάβει πως οι ωραίες κουβέντες και οι εξαίρετες θεωρίες δεν αρκούν για να αναχαιτίσουν το «ενδιαφέρον των σκυλιών της κυριαρχίας…». Η υπόθεση ”Μαρίνι” είναι ένα σχολείο συνοδευόμενο από δεκαετίες θρυμματισμένων χρόνων και κατεστραμμένων ζωών. Η απουσία αναλήψεων και ακρωνύμιων δεν επαρκεί ώστε να γίνεις «τεμπέλα και άτακτος..» όταν αναγκαζόμαστε, προκειμένου να μην απομονωθούμε από το «κοινωνικό» γίγνεσθαι, όπου όλα είναι προκαθορισμένα εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων και η αγελαία εξουσία και ιεραρχία ξεπροβάλλουν αυθόρμητα και απαρέγκλιτα. Τίποτα, κατά την άποψη μου, δεν απέχει περισσότερο από την ανωνυμία απ΄ότι το «εξεγερσιακό εγχείρημα» υιοθετημένο κατ’ έναν αποκλειστικά, «κοινωνικό» τρόπο. Δεν είναι αρκετό να «μην αποζητάς ακόλουθους…» ενώ οι κοινωνικοί αγώνες στους οποίους συμμετέχουμε μας μετατρέπουν σε ηθοποιούς και ένθετα θεαματικών φαινομένων όπως ο αγώνας στην κοιλάδα Val Susa, ακόμα πιο πίσω στο «εργαστήριο» του Comiso όπου αυτή η κατάληξη βιώθηκε έμπρακτα, τουλάχιστον εδώ στην Ιταλία. Η εξεγερσιακή προοπτική φέρει μαζί της τα παραπάνω ρίσκα, είτε μπορούμε να τα αντικρίσουμε είτε όχι, είναι ζήτημα χαρακτήρα, οπτικής και πιθανότατα αποτελεσμάτων… Δεν μπορώ να λησμονήσω τις λαλίστατες σιωπές κατά την διάρκεια συνελεύσεων, καθώς στην ουσία αυτές αποφάσιζαν. Κατηγορώ την συντριπτική πλειοψηφία γι΄αυτές τις εκκωφαντικές σιωπές, μαζί και μένα ως παρευρισκόμενο. Υπερβολικά επηρεασμένος από την εξουσία (ασφαλώς όχι εκούσια) πιο έμπειρων συντρόφων, πιο διαβασμένων, πιο αθυρόστομων, καλύτερους στην αποσαφήνιση των λεγομένων τους, καλύτερους και στην πράξη, πιθανότατα…

Σήμερα, πέρα από αυτό το κελί, δεν γνωρίζω τι απέμεινε από το παραπάνω εγχείρημα. Στον απόηχο της απογοήτευσης από την έκβαση του αγώνα στην κοιλάδα Val Sula, πολλές συντρόφισσες θα όφειλαν ίσως να αναστοχαστούν διαυγέστερα σχετικά με την ανάγκη καλύτερου υπολογισμού της δράσης και όχι περιστολής της, της επιτακτικότητας να στοχεύσουμε πιο ψηλά και της κατανόησης ότι η συμπόρευση ανεξαρτήτως κόστους με το ”πλήθος” καταντά αντι-παραγωγική. Ο «μεσοβέζικος» αγώνας, διέπεται από τον κίνδυνο να μας ωθήσει πίσω αντί για εμπρός, κάνοντας μας να απεμπολήσουμε την αίσθηση του ποιοι είμαστε, σχεδόν ότι συνέβη με τον αναρχοσυνδικαλισμό τον περασμένο αιώνα. Σε όσες απουσίαζαν εκείνα τα χρόνια μπορούν να τους αφηγηθούν αμέτρητες ιστορίες, αλλά συχνότερα καταλήγουμε να τις επαναλαμβάνουμε στους εαυτούς μας προκειμένου να διαφυλαχθούν ναρκόπνοες ψευδαισθήσεις στο δικό μας χωράφι εντός του κινήματος. Επιβάλλεται να είμαι ξεκάθαρος (ειδικά αντίκρυ του εαυτού μου): Δεν υφίσταται «γνήσια» πρακτική δίχως την απαίτηση για κάποιας μορφής αφοσίωση ή ρίσκου. «Καθαρότητα» δεν υπάρχει, και δη μάλλον σε μία δυσοίωνη συνθήκη όπου υποχρεωνόμαστε να εκθέσουμε τον εαυτό μας σε μία απονενοημένη πάλη με τον εχθρό να μας περιβάλλει. Ούτε θα προκύψει μία «άφθαρτη», «απόλυτη» συγγένεια (η απογοήτευση πάντα καραδοκεί στην γωνία) ώστε να υπερκεράσει το κάθε εμπόδιο που η εξουσία θα προτάξει στον δρόμο μας.

Όταν δεν οργανωνόμαστε στις τάξεις μιας φορμαλιστικής ένωσης, όλα βασίζονται στην φιλία, στην αφοσίωση, στην τήρηση των λεγομένων, στην στοργή, στην αγάπη και στο κουράγιο, πράγματα φρούδο να νομίζουμε «αιώνια». Μακράν περισσότερο απ΄ότι σε μία παραδοσιακή οργάνωση, στις άτυπες συμπράξεις οφείλουμε να είμαστε πάντα έτοιμες να μείνουμε μόνες. Το πεπρωμένο μας αποτίθεται πλήρως στα χέρια μας, οι αντιπρόσωποι κάθε είδους εκλείπουν. Ο βαθμός ανεξαρτησίας και αυτονομίας πρέπει να μένει πάντα στο ζενίθ. Θαρρώ πως είναι υγείες, κατά βάθος, «ότι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς», ας ελπίσουμε…

Για να συνοψίσω, πιστεύω πως μπορώ να ισχυριστώ ότι αντιμετωπίζουμε δύο διαφορετικές στρατηγικές θεμελιωμένες στην άτυπη αντίληψη και δρουν σε δύο εντελώς διαφορετικά επίπεδα. Η πρώτη έχει ως σημείο αναφοράς της την κοινωνία, το «πραγματικό κίνημα» και έχει το φιλόδοξο σχέδιο μακροπρόθεσμα να πυροδοτήσει μια γενικευμένη εξέγερση αξιοποιώντας προστριβές περιορισμένες σε μία καθορισμένη περιοχή. Η άλλη έχει τον «σεμνότερο» σκοπό να προκαλέσει την μέγιστη δυνατή ζημιά, χωρίς αναβολές, με τις πραγματικές δυνατότητες (όσο ισχνές κι αν αυτές είναι) στο απόθεμα των αναρχικών εδώ και τώρα. Αυτές οι δύο οπτικές δεν βρίσκονται de facto σε σύγκρουση, μπορούν να συνυπάρξουν ειρηνικά και αρκούντως διακριτά σε έναν κοινό χρόνο, τόπο και αγώνα. Κάτι άλλο που κρίνω πως μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι πως κάθε πρακτική συνοδεύεται από ρίσκα. Στην περίπτωση της «ανοιχτής» άτυπης οργάνωσης η οποία αποβλέπει σε έναν συσχετισμό με την «κοινωνία», ελοχεύει ο κίνδυνος να αποπροσανατολιστούμε ξεπέφτοντας στην μεσολάβηση του πολιτικαντισμού.

Στην άτυπη οργάνωση, «ένα όργανο πολέμου» (πχ: FAI/IRF) προβάλλει ο κίνδυνος της ολίσθησης στον «σεχταρισμό», σε απόλυτη απομόνωση από τον έξω κόσμο. Με τον καιρό κινδυνεύουμε να λησμονήσουμε πως πρόκειται απλώς για ένα όργανο όπως τόσα άλλα και όχι έναν σκοπό καθ΄αυτόν, υποπέφτοντας στο ατόπημα να γίνουμε «ζηλωτές» μιας συγκεκριμένης υπογραφής και όχι απλοί συμμέτοχοι σε μια κοινή συγχορδία για μία πεπερασμένη χρονική περίοδο. Για να αποφύγουμε την παρεκτροπή σε αυτού του είδους τον «αυτισμό» και ατέρμονα να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, θα απέβαινε πολύτιμη η απροθυμία μας να συμβιβαστούμε καθ΄οιονδήποτε τρόπο με τα εκάστοτε επιτυχημένα αποτελέσματα, να παραμένουμε σε μία διαρκή αναζήτηση τρόπων να οξύνουμε τα όπλα μας και πάνω απ΄όλα να μην ξεχνάμε την χρησιμότητα της αυτοκριτικής, γιατί καμία δεν κρατάει την «αλήθεια» στην τσέπη της, αν υφίσταται εξαρχής κάτι σαν «αλήθεια».

Τα τελευταία χρόνια, μέσω αυτής της «Διεθνούς» της δράσης, πολλά αδέρφια αναχώρησαν σε ένα νέο ταξίδι, διανοίγοντας μία προοπτική ανυπόθετη μέχρι χθες. Ας μην παρασυρθούμε από τον «αυτισμό» των εξεγερσιακών, θα είναι ασυγχώρητο…

Ζήτω οι Διεθνείς Εκστρατείες!
Ζήτω η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς! Ζήτω η FAI/IRF!
Ζήτω η Αναρχία!!!

Paola, Anna,* εύχομαι το χώμα να είναι ελαφρύ…

Alfredo Cospito
5 Δεκέμβρη 2018

( Άρθρο από το περιοδικό Fenrir #9, οικο-αναρχικό εκδοτικό εγχείρημα στην Ιταλία )

Η Paola μια ενεργή συνένοχος στον αγώνα για την απελευθέρωση των ζώων, για την εξάπλωση της ριζοσπαστικής οικολογίας και για την πάλη ενάντια σε όλες τις μορφές εγκλεισμού, «ακόμα και για την ανασκευή ενός ήθους από καιρό εξαφανισμένου». Μεταξύ των όσων μετανιώνω βρίσκεται και το ότι ποτέ δεν διασταύρωσα τον δρόμο μου μαζί σου…
Anna Campbell, σύντροφος του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού του Μπρίστολ, σκοτώθηκε στο Afrin καθώς μαχόταν στις τάξεις του YPG.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Δ.Ο RAGNAROK