Διεθνές κάλεσμα αλληλεγγύης στον αγώνα του αναρχομηδενιστή Alfredo Cospito

Λάβαμε 15/01/2023

Επεκτείνουμε το κάλεσμα για μια διεθνή εκστρατεία αλληλεγγύης στον σύντροφο Αλφρέντο Κόσπιτο κατά τη διάρκεια της εβδομάδας 22 έως 28 Ιανουαρίου. Περισσότερες από 80 ημέρες μετά την έναρξη της απεργίας πείνας του ενάντια στο καθεστώς 41 bis, είναι σημαντικό για μας να ενισχύσουμε και να πολλαπλασιάσουμε τις κινήσεις διεθνιστικής αλληλεγγύης και να αναπτύξουμε όλες μας τις δυνάμεις ενάντια σε κάθε έκφραση της κυριαρχίας. Ελπίζουμε ότι αυτή η πρωτοβουλία μπορεί να μεταφραστεί και να διαδοθεί σε όλους τους αντιεξουσιαστές συντρόφους σε όλο τον κόσμο.

Επίσης, ελπίζουμε ότι αυτή η εκστρατεία θα ξεπεράσει τα τείχη που απομονώνουν τον σύντροφο Αλφρέντο και ότι θα νιώσει την αλληλεγγύη μας και τη συνενοχή μας στον πόλεμο.

ΑΣ ΜΗΝ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ALFREDO ΜΟΝΟ ΤΟΥ!

ΤΕΛΟΣ ΣΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ 41 BIS!
ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ALFREDO COSPITO!
ΖΗΤΩ Η ΜΑΥΡΗ ΔΙΕΘΝΗΣ!
ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΖΑΤΩ Η ΑΝΑΡΧΙΑ!

 

 

Alfredo Cospito: ”Έτοιμοι ή όχι”

Αυτά τα 3 χρόνια, βρέθηκα αντιμέτωπος με επιλογές οι οποίες με οδήγησαν  σε ένα μονοπάτι έμφορτο με σταυροδρόμια και διακλαδώσεις.

Σαν να βαδίζω σε ναρκοπέδιο, έπρεπε να εξετάζω καταλεπτώς το κάθε μουβήμα με την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό μου να διακυβεύονται. Τοπρώτο δίλημμα που αναδύθηκε σχετιζόταν με το αν θα εξακολουθούσα να  συνεισφέρω ή θα επέτρεπα στην φυλακή να με κατασπαράξει, αναμένοντας μακρόθυμα την αποφυλάκιση μου. Δεδομένης πάντα και της εν τοις πράγμασιαυστηρά περιοριστικής κατάστασης μου, επέλεξα να συνεχίσω να συνεισφέρω διαμέσου του γραπτού λόγου. Μόλις έλαβα την εν λόγω απόφαση κοντοστάθηκα σε ακόμη ένα σταυροδρόμι: έπρεπε να διαλέξω αν θα περιχαράκωνα τον εαυτό μου – οικουμενικά – σε αυτήν την προεξέχουσα, τιμητική θέση για το  ”κύρος” μου ( sic ) ως ”επαναστατημένος” κρατούμενος – μοιράζοντας απλόχερα τις φιλοφρονήσεις μου δεξιά και αριστερά, επικροτώντας κάθε αναρχική πρακτική, προσέχοντας να μην αποκτήσω εχθρούς. Ή, αν θα  αξιοποιούσα το όπλο της κριτικής μου έτι περισσότερο επιχειρώντας να σκιαγραφήσω κάποιες αναλύσεις, να διανοίξω νέους λόγους. Επέλεξα το ευκολότερο ( τουλάχιστον για μένα): ανοιχτά να ωθήσω την κριτική μου στα άκρα, με τίμημα την περεταίρω απομόνωση μου (λιγότερα γράμματα, λιγότερες πληροφορίες, γενικά λιγότερη αλληλεγγύη).

Πάντα όμως ενσυναίσθητος σχετικά με την αβυσσαλέα απόσταση μεταξύ σκέψης και πράξης.

Οι λέξεις, όσο εμπνευσμένες κι αν είναι, πάντα κουβαλούν κάτι το στομφώδες, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου διέπονται από πραγματικά, συγκεκριμένα ρίσκα, ικανά να επισύρουν χρόνια στην φυλακή για προάσπιση ή υποκίνηση.

Στο ”δικό μου” κελί, τα λόγια τα οποία εστιάζω να ακούσω πιο προσεκτικά είναι όσα συνοδεύουν δράσεις, όσα μετατρέπονται σε λάμψεις και αίμα. Αναντίρρητα, είναι ζωντανά, πραγματικά. Διακρίνονται από την ασταμάτητη αδολεσχία στο παρασκήνιο ενός αναρχικού κινήματος περίκλειστου στην αυτοαναφορικότητα του, προδήλως καταβεβλημένο από μία επονείδιστη έλλειψη θάρρους και επίνοιας. Ένα κίνημα τρεφόμενο με το φαίνεσθαι, με την μεγαλαυχία και πολλές φορές με την δημαγωγία, με τις διαδηλώσεις του, τις συνελεύσεις, τις επικοινωνιακές του παρελάσεις, τις εκστρατείες πληροφόρησης, με την τελμάτωση σε μία περιοχή. Μία ακατάπαυστη φλυαρία. Δεν απαιτείται να επευφημείς τις αναλήψεις ευθύνης, γνωρίζεις όμως με βεβαιότητα την ειλικρίνεια τους διότι είναι παράγοντα πράξης, επειδή συντάσσονται κατόπιν ολοκληρωτικής συμμετοχής στο παιχνίδι, θέτοντας τις ζωές κάποιων σε κίνδυνο. Σε αυτούς τους κατακυριευμένους από την ψηφιακή πραγματικότητα καιρούς δεν πρόκειται για κάτι το αμελητέο, και όταν οι δράσεις αυτές μιλάνε η μία στην άλλη μετατρεπόμενες έτσι σε εκστρατείες δράσης, ο παρασκηνιακός θόρυβος, η φανφαρολογία, αναπόδραστα εξαφανίζεται. Όλα γίνονται πιο σοβαρά, πιο επικίνδυνα, πιο αληθινά.

Οι περισσότεροι αναρχικοί εδώ στην Ιταλία σήμερα δείχνουν να διακατέχονται από μία αγελαία ομαδοποίηση και μία ναρκόπνοη ομοθυμία. Φυλακιζόμαστε από χιλιάδες φόβους: Τον φόβο να θαφτούμε ζωντανοί σε κάποια φυλακή, τον φόβο να πεθάνουμε στην δράση, τον φόβο να μείνουμε μόνοι δίχως τις ζητωκραυγές του πλήθους ή τον φόβο να μας απομονώσουν οι ίδιοι μας οι σύντροφοι. Το ξεπέρασμα των παραπάνω φόβων θα μας καθιστούσε πιο διαυγείς. Πολλοί ”αγώνες” χτίζονται πάνω σε αυτούς τους φόβους, είναι προϊόντα αυτών των φόβων. Ο φόβος μας δηλητηριάζει, οι συμβιβασμοί είναι οι τοξικοί του καρποί. Έπειτα, με εύηχες λέξεις, αναπαυτικές θεωρίες, βολικές μακρόπνοες στρατηγικές, φροντίζουν να εξωραϊζουν την όλη ξεφτίλα συνιστώντας μας φρόνηση και τραβώντας μας στον πολιτικό ”ρεαλισμό”. Δυστυχώς όμως, τα σκατά και ροζ να τα βάψεις παραμένουν σκατά. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο τα ημίμετρα δεν θα έπρεπε να είχαν κανένα απολύτως νόημα για τους αναρχικούς. Με την πρόοδο της τεχνολογίας (της οπλισμένης πτέρυγας του πολιτισμού) ο εναπομείνας χρόνος μας στερεύει. Ο πολιτισμός τρέφεται από τα πάντα και αντίθετα τους. Από τις δημοκρατίες και τις δικτατορίες, την επιστήμη και την θρησκεία, τις πολιτικές ελευθερίες και την ελεύθερη αγορά, την συναίνεση και την υποταγή, τον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, τα οικολογικά προϊόντα και τα πυρηνικά εργοστάσια… χίλιες και πλέον πτυχές ενός και μόνο φαινομένου, αυτό του πολιτισμού, συνεκτικού και αρραγούς με την αρωγή μιας κόλας προερχόμενης από μία τεχνολογία ολοένα και πιο παρεμβατικής, η οποία καταστρέφει όχι κατ’ αποκλειστικότητα την ανθρώπινη υπόσταση αλλά επιπλέον παραμορφώνει ολόκληρη την ζωή πάνω σε αυτόν τον πλανήτη. Με ένα διακύβευμα τόσο μεγάλης εμβρίθειας, κάθε μη καταστρεπτική δράση συνιστά ένα άχρηστο αναλγητικό, μία αδικαιολόγητη σπατάλη χρόνου. Δεν υπάρχει λόγος να ακούμε τα ενάρετα πνεύματα της ”επανάστασης” πλέον που πάντα βρίσκουν αφορμές να αναβάλουν την δράση, να περιπλέξουν τα πράγματα. Ολοένα και συχνότερα η τακτική της παρατήρησης και της αναμονής, της σταδιακότητας δικαιολογείται με πρόφαση την προσβασιμότητα της στον μέσο άνθρωπο, την ανάγκη να αποκτηθεί κοινωνικό έρεισμα. Η αποζήτηση της περίφημης ”αναπαραγωγιμότητας” των μικρών δράσεων παρασύρει σε αύξηση των ασήμαντων πρακτικών οι οποίες απολήγουν σε παθητικές αντιστάσεις ή σε λαϊκά σχήματα αγώνα, πάντα φρόνιμα, ποτέ υπέρμετρα, αναβάλοντας την βίαιη ρήξη με το σύστημα για ένα αύριο που ποτέ δεν θα έρθει. Δεν υπάρχει ανάγκη για προσηλυτισμό, όλη αυτή η ομφαλοσκοπία, όλες οι αμφιβολίες μας κενώνουν, μας παροπλίζουν.

Η ασύμμετρη συσσώρευση πληροφοριών ισοδυναμεί με καθόλου πληροφορία. Η αποφορά της ιντελιγκέτσιας, του πολιτικαντισμού, του φόβου είναι ιδιαίτερα έντονη εδώ. Τι να κάνουμε; Να αναζητήσουμε προσφιλείς συντρόφους, να ενθαρρύνουμε με δράσεις τις πραγματικές, εύρωστες ζωντανές δυνάμεις. Να ”εξακοντίσουμε τις καρδιές μας πάνω από τα συρματοπλέγματα”, αδιαφορώντας για τις συνέπειες και τα ”επαναστατικά” εγχειρίδια, εγκαταλείποντας την σπασμωδική και εμμονική καταδίωξη της αποδοχής, να υποστηρίξουμε θέσεις επικίνδυνες για τους εφησυχασμένες ζωές της φλυαρίας και των αυθεντιών των συνελεύσεων. Να διασφαλίσουμε τα εργαλεία να επικοινωνούμε άμεσα ο ένας με την άλλη, χωρίς την μεσολάβηση της εξουσίας, χωρίς να απαιτείται προσωπική γνωριμία, μέσω δράσεων πλαισιωμένων από λέξεις, προσπερνώντας τους ρήτορες, απαλλαγμένες από την μεσιτεία της ιδεολογία και τους ειδικούς της μεσολάβησης μια και καλή. Οι ήδη δοκιμασμένες και αποτελεσματικές εκστρατείες δράσης είναι το εμβριθέστερο αποτέλεσμα αυτής της ακυδεμόνευτης επικοινωνίας, αποδεσμευμένης από οργανώσεις και συντονισμούς.

Ας αφεθούμε με εμπιστοσύνη στα πιο άλογα, πιο φυσικά μας ένστικτα: στην οργή, στο μίσος, στην αγάπη, στην φιλία, στην αδερφοσύνη, στην εκδίκηση.

Είθε το πάθος της καταστροφής να μην γίνει ποτέ ξανά δημιουργικό, τίποταδεν χρειάζεται να οικοδομηθεί.

Ας μιλήσει η δράση, εδώ και τώρα, αμέσως.

Έτοιμοι ή όχι…

Alfredo Cospito

Δημοσιεύθηκε στο τρίτο τεύχος του “Croce Nera Anarchica” τον Ιανουάριο του 2017, α-περιοδική έκδοση του Μαύρου Σταυρού Ιταλίας.

Πηγή: Darknights

Μετάφραση: Δ.ο Ragnarok

Alfredo Cospito: Ο «Αυτισμός» των Ινσουρεξιονιστών

(Κείμενο από την έκδοση της Μαύρης Διεθνούς «Εμπρηστικοί Διάλογοι») Οκτώβρης 2020.

Τα τελευταία χρόνια, οι αναρχικοί της πράξης επανατοποθέτησαν το άτομο και την ομάδα συγγένειας του, στο επίκεντρο της πρακτικής τους, εγκαταλείποντας τις πλατιές συνελεύσεις και επικοινωνώντας με οιονεί αμεσότητα μέσω των αναλήψεων [ ευθύνης ] τους. Η ίδια η υφή της έννοιας της ”ανάληψης ευθύνης” υπεβλήθη σε ριζική μεθερμηνεία, μετατρεπόμενη από ένα όργανο διαφανές προς τους ”αμύητους”, σε ένα εργαλείο ”περίκλειστο στον κύκλο του”, απευθυνόμενο κατά κύριο λόγο στους ήδη εμφορούμενους από κοινές στοχεύσεις, στην ίδια την μαχόμενη κοινότητα. Μολονότι φαντάζει οξύμωρο, η εν λόγω ”εσωστρέφεια” συνιστά τον θάνατο της πολιτικής, η αναζήτηση της δύναμης, της συναίνεσης, εξαλείφεται. Η αναζήτηση νέων συντρόφων στην μάχη απαξιώνεται όσο και το εγχείρημα ανάδυσης μίας ”αντί-εξουσίας” απέναντι στο κράτος. Υπό αυτό το πρίσμα, η επιχειρούμενη από ορισμένους συντρόφους, αντιπαραβολή των ανώνυμων δράσεων και των ανειλημμένων καθίσταται εργαλειακή, ένα ψευδές δίλημμα. Η ανώνυμη δράση και η πρακτική των αναλήψεων με ή χωρίς ακρωνύμια, αν γίνονται κατανοητές ως αντίθετες στρατηγικές, όσο απόμακρες κι αν φαντάζουν μεταξύ τους, καταντούν κοινά συμπτώματα ενός οιονεί αναρχικού «αυτισμού». Ακόμα κι αν ακολουθούνται μονολιθικά και δογματικά, διαμορφώνουν τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, αυτού της πολιτικής και της ιδεολογίας που δεν αποζητούν εξεγερμένες κοινότητες αλλά επιδιώκουν την κατήχηση και τον προσηλυτισμό. Δεν θα έπρεπε να έχουμε προκατασκευασμένες ιδέες για τις πολλαπλές πρακτικές της αναρχίας (ειδικά μιλώντας για την ένοπλη δράση ), οποιαδήποτε αναλαμβάνει την ευθύνη κάποια επίθεσης ενυπόγραφα μία δεδομένη στιγμή ίσως επιλέξει να το αποφύγει σε κάποια άλλη, ορισμένες φορές οι δράσεις μιλούν από μόνες τους- δεν εντοπίζω κάποια αντίφαση σε αυτό.

Κάτι έχει αλλάξει, τώρα απαντώνται συμπαγή παραδείγματα ενός λιγότερο δογματικού, πιο ευέλικτου οράματος με πιο πρόδηλες ποιότητες από αυτές του ινσουρεξιονισμού. Όχι ένα υποπροϊόν του, αλλά κάποιας μορφής «εξέλιξης», που δείχνει ακατάβλητη όταν αντιμετωπίζει καταδίκες, περιθωριοποίηση και δυσχέρεια στην επικοινωνία. Ενός ινσουρεξιονισμού, αφενός πιο άτακτου αλλά με τεράστια εμβρίθεια ένεκα της απεμπόλησης τετριμμένων συνταγών, όντας εντελώς χαοτικός. Παράγει λιγοστές εκδόσεις, ελάχιστες ακαδημαϊκές φλυαρίες, όσοι μιλούν επιλέγουν να το κάνουν κατ΄αποκλειστικότητα διαμέσου των αναλήψεων τους. Βγαίνουν από την -ανωνυμία- μόνο όσοι φυλακισμένοι αναγνωρίζουν αγέρωχα δημόσια τις επιλογές και μιλούν περί αυτών. Γίνεται λόγος για την πλέον επικίνδυνη αναρχική πρακτική επειδή αποδεικνύεται ένα διαρκές πείραμα, επιχειρεί να υπονομεύσει την κυριαρχία, να την χτυπήσει στα πιο ευάλωτα σημεία της.

Και τοιουτοτρόπως μπορούμε να καταλάβουμε όλα αυτά τα αντίποινα που εξαπολύονται ανά τον κόσμο: Στην Ιταλία, στην Ελλάδα, στην Χιλή, στην Αργεντινή, στην Βραζιλία, στην Ισπανία… Είναι αναμφισβήτητο πως τα τελευταία χρόνια η καταστολή εναντίον των αναρχικών κινημάτων έχει εντατικοποιηθεί. Τα κράτη κάνουν λόγο για διεθνείς αναρχικές συνωμοσίες, στην Ιταλική επικράτεια οι αναρχικές της FAI/IRF εξακολουθούν να εξάρονται από τις ίδιες τις μυστικές υπηρεσίες ως ο υψηλότερος ανατρεπτικός κίνδυνος στο εσωτερικό της χώρας.

Στο σημείο αυτό, πιστεύω πως ήρθε η στιγμή να κάνουμε κάποιες ερωτήσεις: αυτή η «νέα» αναρχία ενοχλεί πράγματι την εξουσία; Και αν είναι έτσι, τι είναι αυτό που ενοχλεί, σε βαθμό που υπάρχουν τόσα αντίποινα, που κατά την γνώμη μου, ξεπερνάει την συνήθη κατασταλτική διαχείριση των χωρών αυτών; Εν συντομία, σε τι οφείλουμε όλη αυτή την προσοχή; Από όλες τις αναρχικές πρακτικές, καταστροφική δράση είναι αυτή που αμέσως ανησυχεί περισσότερο τις κυβερνήσεις. Αν, επιπλέον, αυτός ο τρόπος επικοινωνίας μέσω των ανακοινώσεων, εξαπλώνεται πέρα από τα σύνορα, ο συναγερμός ενεργοποιείται και η δύναμη φέρνει αλυσιδωτές αντιδράσεις. Αυτή η «κοινή γλώσσα» χρησιμοποιήθηκε από την άτυπη FAI στην Ιταλία και την Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς στην Ελλάδα, και επίσης με την FAI-IRF ξεκίνησε το ταξίδι σε όλο τον κόσμο, εξελισσόμενο σε κάτι πιο «αναγκαίο», πιο δυναμικό, που δεν στριφογυρνάει αποκλειστικά γύρω από ένα ακρωνύμιο. Δεν ήταν ποτέ απλά το ακρωνύμιο αυτό που έχτισε αυτή την «κοινή γλώσσα», αλλά το αποτελεσματικό όπλο των διεθνών εκστρατειών, που δεν κλήθηκαν από επιτροπές, οργανισμούς, συνελεύσεις, αλλά από δράσεις των αναρχικών της πράξης χωρίς κανέναν μεσάζοντα. Το έχουμε δει αυτό πρόσφατα με τις εκατοντάδες δράσεις που έλαβαν χώρα μετά το G20 σε Γερμανία, Γαλλία, Ελλάδα, στις δράσεις ως απάντηση στην δολοφονία του Santiago Maldonado στην Χιλή, στην Αργεντινή, Βραζιλία, Ιταλία, Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, σε αλληλεγγύη με τον έγκλειστο αναρχικό σύντροφο Κωνσταντίνο Γιαγτζόγλου στην Ελλάδα, σε αλληλεγγύη με την αναρχική συντρόφισσα Lisa η οποία κατηγορείται για απαλλοτρίωση στην Γαλλία, Γερμανία… στις επιθέσεις στην Τουρκία σε αλληλεγγύη με τους Κούρδους που μάχονται για την επιβίωσή τους και στην επιμονή των δράσεων της FAI IRF σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Χιλή, Γερμανία…

Αυτό είναι, κατά την γνώμη μου, η δράση των αναρχικών που σήμερα ενοχλεί περισσότερο την εξουσία. Πόσο τους ενοχλεί; Δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό, αλλά σίγουρα κάποιο πρόβλημα δημιουργείται από αυτές τις διεθνείς καμπάνιες, έστω και σαν προοπτική. Το ωραίο στην δράση που δουλεύει είναι ότι είναι μεταδοτική, λίγο πολύ μπορεί να μας κάνει να υποβληθούμε σε καταστολή όταν η ανωνυμία περιβάλλει αυτό το αψηλάφητο ύφασμα δράσης κεντημένο από ανώνυμα χέρια. Καθώς πάντα η υπόθεση είναι όταν κάτι καινούριο λάμπει, δεν είναι μόνο ο εχθρός αυτός που ενοχλείται, αλλά και αυτοί που αναφέρονται στην «παράδοση», στην ιδεολογική «καθαρότητα» των «ιερών» κειμένων. Ίσως μπορεί να είναι ότι εμείς οι αναρχικοί κραυγάζουμε ότι είμαστε αίρεση. Σύντροφοι που στο παρελθόν δράσαμε πλάι πλάι με χειρισμό των «αιρετικών», όπως και οι ανόητοι και χαζοί άνθρωποι που δεν κατάλαβαν τίποτα από το «αρχικό σχέδιο», του «πραγματικού» εξεγερσιακού σχεδίου. Αλλά έχει νόημα αυτή η αντίθεση; Και αν αναγνωρίσουμε και στις δύο άτυπες «τάσεις» μια στρατηγική και μεθοδολογική ενότητα, ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ της «παλιάς» και «νέας» προοπτικής;

Προφανώς αυτές οι διαφορές φαίνεται να υπάρχουν, τουλάχιστον από το σημείο οπτικής της εξουσίας. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, στην διάρκεια της δίκης «Scripta Manent» τα γραπτά των «ιστορικών» εξεγερσιακών αναρχικών αποτελούν παράδειγμα του «καλού αναρχισμού» που αντιτίθενται σε αυτά που οι κατηγορούμενοι όρισαν ως «κακό». Το σύνηθες παιχνίδι του καλού και κακού. Πολλά έχουν συμβεί από την δίκη «Martini», όταν το κομμάτι του καλού, αναγκαίο για την δύναμη, απονεμήθηκε στους αναρχικούς της ιταλικής FAI. Ας μην βγω λάθος, εγώ ακόμα πιστεύω ότι, παρόλο που πολλοί δικαστές, εισαγγελείς και διάφοροι άλλοι θα πουν κακά πράγματα οι αναρχικοί είναι ανάξιοι της δύναμης, οποιασδήποτε δύναμης. Εγώ είμαι ο πρώτος που θα πει ότι αυτοί οι ελιγμοί είναι μόνο εργαλειοποιήσεις, αλλά υποδεικνύουν τι η καταστολή επιδιώκει να κάνει, αποκαλύπτουν όχι μόνο την πραγματική ουσία της δύναμης, αλλά και πάνω απ’όλα τι φοβάται την δεδομένη στιγμή, αποτελεί πυξίδα που υποδεικνύει την πιο αποτελεσματική πρακτική, γιατί είναι αυτή που προξενεί τον περισσότερο φόβο. Και παρατηρούμε καλά ότι η καταστολή δεν περιορίζεται μόνο στο να καταστέλλουν εκείνους που διαμαρτύρονται υλιστικά, αλλά και εκείνους που προτείνουν μια άλλη στρατηγική επίθεσης με λέξεις και ιδέες, πιο απλά, πιο δυναμικά, αψηλάφητη για την εξουσία. Θα ήταν αρκετό να ακούσουμε κάποιες ακροάσεις από το «τραγικό» τσίρκο που λαμβάνει χώρα στο δικαστήριο του Τορίνο για να το διαπιστώσουμε. Είναι ανόητο να γράφουμε αποτιμήσεις, το πιο σοφό που έχουμε να κάνουμε είναι να θέσουμε κάποια ερωτήματα στους εαυτούς μας.

Ας αφήσουμε στην άκρη αυτή την οπτική που ανήκει στην καταστολή, και ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε την ερώτηση σχετικά με τις διαφορές ανάμεσα στην «παλιά» και την «νέα» αναρχία. Είναι ο «συντονισμός», όπου η πρώτη διαφορά που ξεπροβάλλει ανάμεσα στον «ανοιχτό», «κοινωνικό» ινσουρεξιονισμό και σε αυτούς που ταυτίζονται με την FAI-IRF, σχετίζεται με την δράση, δίνοντας ζωή (οι υποστηρικτές της FAI-IRF) στα καλέσματα για επίθεση, μέσω επιθέσεων. Στην εξεγερσιακή στρατηγική που συνδέεται με ενδιάμεσους αγώνες σε συγκεκριμένη επικράτεια [για παράδειγμα στην Val Sua (αγώνας ενάντια στον σιδηρόδρομο υψηλής ταχύτητας στα βουνά)], ο συντονισμός είναι απαραίτητος για την εγγύηση συνέπειας διαχρονικά που επιτρέπει την προσαρμογή στις συνεχόμενες αλλαγές του «δημοφιλούς» αγώνα. Επιπλέον, ο «συντονισμός» αυτός πρέπει να ενεργεί χωρίς να αφήνει ίχνη, καθώς θα πρέπει να «κατευθύνει τον εαυτό του» χωρίς να αποκαλύπτει τα εξεγερσιακά του αντικείμενα, επειδή το «πραγματικό κίνημα» δεν θα μπορεί να κατανοήσει την οπτική ακραίας σύγκρουσης χωρίς διαμεσολαβήσεις και θα το ερμηνεύσει ως αυτοκτονικό. Τα “κομμάτι»” της σταρτηγικής αυτής μπορεί να έχει πολλά ονόματα: «αυτοδιαχειριζόμενες οργανώσεις», «απλές επιτροπές πολιτών», «συνελεύσεις πολιτών».. Και θα πρέπει να πορευτούν με σοφία και σύνεση, όπως ακριβώς σε μια παρτίδα ντάμα.

Ένα «παιχνίδι» στρατηγικής που ρισκάρει να εμπέσει ανάμεσα σε «πολιτική» και «παρέμβαση», αλλά το οποίο, αν είναι επιτυχές, θα μπορέσει να οδηγήσει σε εξέγερση, ακόμα και αν είναι σε μικρές επικράτειες. Ο συντονισμός συνεπάγεται κοινό ρίσκο με την συγκεκριμένη οργάνωση, την παραγωγή μιας ελίτ επαγγελματιών σε εξέγερση, οι οποίοι, χάρη στην ικανότητά τους και την θέλησή τους, αποφασίζουν και ελέγχουν τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα. Αυτός ο κίνδυνος δεν υφίσταται μεταξύ ομάδων, ατομικοτήτων, άτυπων οργανώσεων που είναι κομμάτι της -ας πούμε- «νέας αναρχίας». Σε αυτή την «αναρχική διεθνή» δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ ομάδων που επανορθώνουν… αυτές είναι περιορισμένες στο να συγκεντρώνουν τις δυνάμεις τους σε παρόμοια αντικείμενα μέσω διεθνών εκστρατειών, προαχθείσες από αξιώσεις υπευθυνότητας. Το αρχιπέλαγος FAI IRF είναι ένα από τα δομικά στοιχεία αυτής της «διεθνούς», η οποία είναι με τον ίδιο τρόπο « αδιάρθρωτη».

Άλλη διαφορά η οποία ξεχωρίζει είναι οι «ανακοινώσεις». Οι εξεγερσιακοί (παλαιού τύπου) το αποστρέφονται, καθώς απεχθάνονται ακρωνύμια και συντομεύσεις, για αυτούς οι ισχυρισμοί ευθύνης εξυπηρετούν μόνο στην αυτοεπιβεβαίωση με το να σέρνουν τους εαυτούς τους σε έναν στείρο μηχανισμό αυτοπαρουσίασης και (εξυπηρετούν) στο να περιορίζουν τους «καταπιεσμένους», τους «αποκλεισμένους» σε ρόλο απλών παρατηρητών, Αυτή η συζήτηση θα μπορούσε να έχει την λογικής της, αν δεν ήταν γεγονός πως η «ανάληψη ευθύνης» στην δική μας περίπτωση είναι ένα μέσο επικοινωνίας μεταξύ μας. Κατά την γνώμη μου, μια κριτική τέτοιου είδους είναι άτοπη, όσο εμείς μιλάμε για μια εσωτερική επικοινωνία του «κινήματος», συνεπώς κατευθύνεται σε δυνάμεις που ήδη υπάρχουν, στους συνειδητά αναρχικούς και επααναστάτες που ήδη δρουν καταστροφικά. Αυτού του είδους η «αναρχική διεθνής» δεν μπορεί να στοχεύει στον «προσηλυτισμό», πόσο μάλλον το να καθοδηγεί τους καταπιεσμένους στην αναρχία, όπως τα πρόβατα αναζητούν κάποιον βοσκό. Εμείς οι ίδιοι καταπιεζόμαστε και χρησιμοποιούμε την επικοινωνία για να απλοποιήσουμε τις ζωές μας και να αποφύγουμε τις σύνθετες δομές και τα δυσκίνητα συντονιστικά που μπορούν να δυσχεράνουν την δράση μας με το να μας επιβραδύνουν. Αυτού του είδους η επικοινωνία θα μας επιτρέπει να είμαστε ενεργοί, το αν υπάρχει κάποιος που απλά επικροτεί, δεν αποτελεί δικό μας θέμα. Όσον αφορά τα ακρωνύμια και τις συντομεύσεις, δεν είναι απαραίτητα, αλλά όταν υπάρχουν (για παράδειγμα FAI, ΣΠΦ..) εξυπηρετούν «μόνο» στο να δώσουν συνέχεια σε μια κουβέντα, ένας τρόπος «ένωσης» ενώ παραμένουμε χωριστά. Τα ακόλουθα αποσπάσματα δύο αναλήψεων, ένα από την Ιταλία και ένα από την Γερμανία, είναι τα σαφή παραδείγματα αυτού του συνεχούς διαλόγου μέσω των δράσεων που ξεπερνά τα κρατικά σύνορα, «ενώνοντας» χωρις να οργανώνει. Πιστεύω πως αποτελούν ένα πραγματικό, ζωντανό παράδειγμα ενός από τους πολλούς τύπους «άτυπων οργανώσεων» που δρουν στο εδώ και το τώρα:

– Ρώμη, Πυρήνας Santiago Maldonado/ FAI IRF αναλαμβάνει την εμπρηστική επίθεση σε αστυνομικές εγκαταστάσεις (07/12/2017): «Κάθε ατομικότητα και συγγενικές ομάδες αναπτύσσει και αυξάνει τις δικές της εμπειρίες στους αδελφικούς δεσμούς… Η δομημένη ιεραρχικά οργάνωση όχι μόνο σκοτωνει την ελευθερία των ατομικοτήτων, αλλά επίσης τις εκθέτει περισσότερο στην καταπίεση. Η άτυπη αναρχική οργάνωση είναι το όργανο που εμείς θεωρούμε ως το πιο κατάλληλο αυτή τη στιγμή, για την συγεκριμένη δράση, γιατί μας επιτρέπει να διατηρήσουμε την αμείωτη ανεξαρτησία μας, τον διάλογο μέσω των αναλήψεων με τους άλλους εξεγερμένους και τελικά την προπαγάνδα που μεταφέρεται από τον θόρυβο της έκρηξης. Δεν είναι και δεν θέλει να είναι ένα απόλυτο και ορισμένο όργανο. Μια ομάδα δράσης γεννιέται και αναπτύσσεται γνωστικά, εμπιστευτικά. Αλλά άλλες ομάδες και ατομικότητες μπορούν να μοιραστούν, ακόμα και προσωρινά, ένα σχέδιο, έναν διάλογο, χωρίς να γνωρίζονται μεταξύ τους προσωπικά. Επικοινωνείται απευθείας μέσω της δράσης…
Με την δράση αυτή, παρουσιάζουμε ένα διεθνές σχέδιο επίθεσης απέναντι σε άτομα, δομές και μέσα καταπίεσης. Κάθε ατομικότητα με τις μεθόδους που θεωρούν ότι ταιριάζουν περισσότερο, και αν θέλουν, μπορούν να συνεισφέρουν στην συζήτηση…»

-Βερολίνο «Πυρήνας FAI IRF «Βίαιη Μειοψηφία», ανάληψη ευθύνης για τον εμπρησμό οχήματος εταιρίας σεκιούριτι (06/03/2018): «Ο εμπρησμός οχημάτων εταιριών σεκιούριτι στο Βερολίνο ως χρήσιμο μέσο επικοινώνησης. Αναφερόμενοι σε άλλες αναλήψεις, εμείς ακολουθούμε την πρόταση της συσχέτισης μεταξύ μας προκειμένου να αναπτύξουμε τόσο μια πιο ευρεία κινητοποίηση μαχητικών ομάδων στην Ευρώπη, και να αναπτύξουμε μια θεωρητική βάση. Αναγνωρίζουμε τις λέξεις και την αλληλεγγύη και τα μοιράζουμε, όπως ο Ρουβίκωνας γράφει σχετικά με την επίθεση ενάντια στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Αθήνα, 19/12/2017… Κάποιοι άνθρωποι στη Ρώμη εκφράζουν τις ίδιες σκέψεις, όταν αυτοί αναλαμβάνουν την ευθύνη ως Πυρήνας της FAI IRF Santiago Maldonado, για την έκρηξη στις αστυνομικές εγκαταστάσεις στο San Giovanni… Κάποιες φορές είναι απαραίτητο να ορίζουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο ενεργούμε, όπως έκαναν οι αναρχικοί στο BarLe-Duc , όταν διοχέτευσαν πολύ θυμό μέσω της φλόγας στο πάρκινγκ αυτοκινήτων Enedis… Ακόμα κι αν είμαστε λίγοι, μπορούμε να οργανωθούμε αντί να περιμένουμε την έγκριση των λεγόμενων «οργανωτών του κινήματος» και να αντιδράσουμε στην επίθεση των εξουσιαστικών μηχανισμών. Μπορούμε να δράσουμε και να διαλέξουμε την στιγμή μας, μόνοι μας..»

Για να κλείσω και με τις παραπομπές, μια συνεισφορά από την άλλη πλευρά. Ένα εξεγερσιακό ”απόσπασμα” συνταγμένο στο “Avis des Tempetes – Αναρχικό δελτίο για τον κοινωνικό πόλεμο τεύχος 1 ( 15/01/2018 ), με τίτλο του άρθρου ”Επαναφορά”. ” Η άτυπη οργάνωση ή ορθότερα, μία ανώνυμη αυτό-οργάνωση, χωρίς αντιπρόσωπους, χωρίς μεσολαβητές… Για να είμαστε σαφείς, υπάρχουν πολλές άτυπες ομαδοποιήσεις, ποικίλων ειδών, αναλόγως και με τις στοχεύσεις της κάθε μίας. Η άτυπη μέθοδος δεν αποσκοπεί να σύρει όλους τους αναρχικούς παρέα κάτω από το ίδιο σύμπλεγμα, προσφέρεται όμως ως ενδεδειγμένη μέθοδος για τον πολλαπλασιασμό των συντονισμών, των άτυπων οργανώσεων, των ομάδων συγγένειας. Η συνάντηση τους μπορεί να διαδραματιστεί στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης πρότασης, μιας έμπνευσης ή ενός καλοστημένου σχεδιασμού. Εκεί έγκειται και η βασική διαφορά μεταξύ μιας άτυπης οργάνωσης περιτριγυρισμένης από αδιόρθωτους «τεμπέληδες και άτακτους» (αδιάφορους για την εύρεση ακόλουθων ), και άλλου τύπου μαχητικών οργανώσεων για τις οποίες σχεδόν πάντοτε προτεραιότητα έχει η επικύρωση της ύπαρξης τους διαμέσου της όποιας επιρροής είναι σε θέση να ασκήσουν στα γεγονότα, να αφήσουν συντεταγμένες για τα ενδεδειγμένα μονοπάτια και να συγκροτήσουν έναν πόλο ικανό να αντιπαραβληθεί με αυτόν της κυριαρχίας. Η άτυπη οργάνωση ερείδεται σε διαφορετικές βάσεις, ξεγλιστρώντας της προσοχής των σκυλιών της κυριαρχίας, υφίσταται μόνο στα αποτελεσματικά έργα που εξαπολύει. Εν ολίγοις, δεν ενδιαφέρεται να υπερασπιστεί ή να επικυρώσει κάποιο όνομα, έχει μόνο ένα έργο να ευοδώσει. Ένα εξεγερσιακό σχέδιο…»

Οι συντρόφισσες των δεκαετιών του 80 και του 90, έχοντας ζήσει στο πετσί τους το αυτοαποκαλούμενο «εξεγερσιακό εγχείρημα» θα έπρεπε να έχουν καταλάβει πως οι ωραίες κουβέντες και οι εξαίρετες θεωρίες δεν αρκούν για να αναχαιτίσουν το «ενδιαφέρον των σκυλιών της κυριαρχίας…». Η υπόθεση ”Μαρίνι” είναι ένα σχολείο συνοδευόμενο από δεκαετίες θρυμματισμένων χρόνων και κατεστραμμένων ζωών. Η απουσία αναλήψεων και ακρωνύμιων δεν επαρκεί ώστε να γίνεις «τεμπέλα και άτακτος..» όταν αναγκαζόμαστε, προκειμένου να μην απομονωθούμε από το «κοινωνικό» γίγνεσθαι, όπου όλα είναι προκαθορισμένα εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων και η αγελαία εξουσία και ιεραρχία ξεπροβάλλουν αυθόρμητα και απαρέγκλιτα. Τίποτα, κατά την άποψη μου, δεν απέχει περισσότερο από την ανωνυμία απ΄ότι το «εξεγερσιακό εγχείρημα» υιοθετημένο κατ’ έναν αποκλειστικά, «κοινωνικό» τρόπο. Δεν είναι αρκετό να «μην αποζητάς ακόλουθους…» ενώ οι κοινωνικοί αγώνες στους οποίους συμμετέχουμε μας μετατρέπουν σε ηθοποιούς και ένθετα θεαματικών φαινομένων όπως ο αγώνας στην κοιλάδα Val Susa, ακόμα πιο πίσω στο «εργαστήριο» του Comiso όπου αυτή η κατάληξη βιώθηκε έμπρακτα, τουλάχιστον εδώ στην Ιταλία. Η εξεγερσιακή προοπτική φέρει μαζί της τα παραπάνω ρίσκα, είτε μπορούμε να τα αντικρίσουμε είτε όχι, είναι ζήτημα χαρακτήρα, οπτικής και πιθανότατα αποτελεσμάτων… Δεν μπορώ να λησμονήσω τις λαλίστατες σιωπές κατά την διάρκεια συνελεύσεων, καθώς στην ουσία αυτές αποφάσιζαν. Κατηγορώ την συντριπτική πλειοψηφία γι΄αυτές τις εκκωφαντικές σιωπές, μαζί και μένα ως παρευρισκόμενο. Υπερβολικά επηρεασμένος από την εξουσία (ασφαλώς όχι εκούσια) πιο έμπειρων συντρόφων, πιο διαβασμένων, πιο αθυρόστομων, καλύτερους στην αποσαφήνιση των λεγομένων τους, καλύτερους και στην πράξη, πιθανότατα…

Σήμερα, πέρα από αυτό το κελί, δεν γνωρίζω τι απέμεινε από το παραπάνω εγχείρημα. Στον απόηχο της απογοήτευσης από την έκβαση του αγώνα στην κοιλάδα Val Sula, πολλές συντρόφισσες θα όφειλαν ίσως να αναστοχαστούν διαυγέστερα σχετικά με την ανάγκη καλύτερου υπολογισμού της δράσης και όχι περιστολής της, της επιτακτικότητας να στοχεύσουμε πιο ψηλά και της κατανόησης ότι η συμπόρευση ανεξαρτήτως κόστους με το ”πλήθος” καταντά αντι-παραγωγική. Ο «μεσοβέζικος» αγώνας, διέπεται από τον κίνδυνο να μας ωθήσει πίσω αντί για εμπρός, κάνοντας μας να απεμπολήσουμε την αίσθηση του ποιοι είμαστε, σχεδόν ότι συνέβη με τον αναρχοσυνδικαλισμό τον περασμένο αιώνα. Σε όσες απουσίαζαν εκείνα τα χρόνια μπορούν να τους αφηγηθούν αμέτρητες ιστορίες, αλλά συχνότερα καταλήγουμε να τις επαναλαμβάνουμε στους εαυτούς μας προκειμένου να διαφυλαχθούν ναρκόπνοες ψευδαισθήσεις στο δικό μας χωράφι εντός του κινήματος. Επιβάλλεται να είμαι ξεκάθαρος (ειδικά αντίκρυ του εαυτού μου): Δεν υφίσταται «γνήσια» πρακτική δίχως την απαίτηση για κάποιας μορφής αφοσίωση ή ρίσκου. «Καθαρότητα» δεν υπάρχει, και δη μάλλον σε μία δυσοίωνη συνθήκη όπου υποχρεωνόμαστε να εκθέσουμε τον εαυτό μας σε μία απονενοημένη πάλη με τον εχθρό να μας περιβάλλει. Ούτε θα προκύψει μία «άφθαρτη», «απόλυτη» συγγένεια (η απογοήτευση πάντα καραδοκεί στην γωνία) ώστε να υπερκεράσει το κάθε εμπόδιο που η εξουσία θα προτάξει στον δρόμο μας.

Όταν δεν οργανωνόμαστε στις τάξεις μιας φορμαλιστικής ένωσης, όλα βασίζονται στην φιλία, στην αφοσίωση, στην τήρηση των λεγομένων, στην στοργή, στην αγάπη και στο κουράγιο, πράγματα φρούδο να νομίζουμε «αιώνια». Μακράν περισσότερο απ΄ότι σε μία παραδοσιακή οργάνωση, στις άτυπες συμπράξεις οφείλουμε να είμαστε πάντα έτοιμες να μείνουμε μόνες. Το πεπρωμένο μας αποτίθεται πλήρως στα χέρια μας, οι αντιπρόσωποι κάθε είδους εκλείπουν. Ο βαθμός ανεξαρτησίας και αυτονομίας πρέπει να μένει πάντα στο ζενίθ. Θαρρώ πως είναι υγείες, κατά βάθος, «ότι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς», ας ελπίσουμε…

Για να συνοψίσω, πιστεύω πως μπορώ να ισχυριστώ ότι αντιμετωπίζουμε δύο διαφορετικές στρατηγικές θεμελιωμένες στην άτυπη αντίληψη και δρουν σε δύο εντελώς διαφορετικά επίπεδα. Η πρώτη έχει ως σημείο αναφοράς της την κοινωνία, το «πραγματικό κίνημα» και έχει το φιλόδοξο σχέδιο μακροπρόθεσμα να πυροδοτήσει μια γενικευμένη εξέγερση αξιοποιώντας προστριβές περιορισμένες σε μία καθορισμένη περιοχή. Η άλλη έχει τον «σεμνότερο» σκοπό να προκαλέσει την μέγιστη δυνατή ζημιά, χωρίς αναβολές, με τις πραγματικές δυνατότητες (όσο ισχνές κι αν αυτές είναι) στο απόθεμα των αναρχικών εδώ και τώρα. Αυτές οι δύο οπτικές δεν βρίσκονται de facto σε σύγκρουση, μπορούν να συνυπάρξουν ειρηνικά και αρκούντως διακριτά σε έναν κοινό χρόνο, τόπο και αγώνα. Κάτι άλλο που κρίνω πως μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι πως κάθε πρακτική συνοδεύεται από ρίσκα. Στην περίπτωση της «ανοιχτής» άτυπης οργάνωσης η οποία αποβλέπει σε έναν συσχετισμό με την «κοινωνία», ελοχεύει ο κίνδυνος να αποπροσανατολιστούμε ξεπέφτοντας στην μεσολάβηση του πολιτικαντισμού.

Στην άτυπη οργάνωση, «ένα όργανο πολέμου» (πχ: FAI/IRF) προβάλλει ο κίνδυνος της ολίσθησης στον «σεχταρισμό», σε απόλυτη απομόνωση από τον έξω κόσμο. Με τον καιρό κινδυνεύουμε να λησμονήσουμε πως πρόκειται απλώς για ένα όργανο όπως τόσα άλλα και όχι έναν σκοπό καθ΄αυτόν, υποπέφτοντας στο ατόπημα να γίνουμε «ζηλωτές» μιας συγκεκριμένης υπογραφής και όχι απλοί συμμέτοχοι σε μια κοινή συγχορδία για μία πεπερασμένη χρονική περίοδο. Για να αποφύγουμε την παρεκτροπή σε αυτού του είδους τον «αυτισμό» και ατέρμονα να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, θα απέβαινε πολύτιμη η απροθυμία μας να συμβιβαστούμε καθ΄οιονδήποτε τρόπο με τα εκάστοτε επιτυχημένα αποτελέσματα, να παραμένουμε σε μία διαρκή αναζήτηση τρόπων να οξύνουμε τα όπλα μας και πάνω απ΄όλα να μην ξεχνάμε την χρησιμότητα της αυτοκριτικής, γιατί καμία δεν κρατάει την «αλήθεια» στην τσέπη της, αν υφίσταται εξαρχής κάτι σαν «αλήθεια».

Τα τελευταία χρόνια, μέσω αυτής της «Διεθνούς» της δράσης, πολλά αδέρφια αναχώρησαν σε ένα νέο ταξίδι, διανοίγοντας μία προοπτική ανυπόθετη μέχρι χθες. Ας μην παρασυρθούμε από τον «αυτισμό» των εξεγερσιακών, θα είναι ασυγχώρητο…

Ζήτω οι Διεθνείς Εκστρατείες!
Ζήτω η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς! Ζήτω η FAI/IRF!
Ζήτω η Αναρχία!!!

Paola, Anna,* εύχομαι το χώμα να είναι ελαφρύ…

Alfredo Cospito
5 Δεκέμβρη 2018

( Άρθρο από το περιοδικό Fenrir #9, οικο-αναρχικό εκδοτικό εγχείρημα στην Ιταλία )

Η Paola μια ενεργή συνένοχος στον αγώνα για την απελευθέρωση των ζώων, για την εξάπλωση της ριζοσπαστικής οικολογίας και για την πάλη ενάντια σε όλες τις μορφές εγκλεισμού, «ακόμα και για την ανασκευή ενός ήθους από καιρό εξαφανισμένου». Μεταξύ των όσων μετανιώνω βρίσκεται και το ότι ποτέ δεν διασταύρωσα τον δρόμο μου μαζί σου…
Anna Campbell, σύντροφος του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού του Μπρίστολ, σκοτώθηκε στο Afrin καθώς μαχόταν στις τάξεις του YPG.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Δ.Ο RAGNAROK