Ted Kaczynski: Ένας ερημίτης της άγριας φύσης που μίσησε τον τεχνοβιομηχανικό πολιτισμό.

Στις 10 Ιουνίου ο 81χρονος Τεντ Καζίνσκι, γνωστός ως «Unabomber», εντοπίστηκε νεκρός στο κελί του στο ιατρικό κέντρο της φυλακής Μπούτνερ στη Βόρεια Καρολίνα, όπου εξέτιε ποινή ισόβιας κάθειρξης χωρίς δυνατότητα αναστολής. Σύμφωνα με τις αρχές, ο Καζίνσκι αυτοκτόνησε στο κελί του, χωρίς μέχρι στιγμής να δίδονται περισσότερες πληροφορίες. Ο Τεντ Καζίνσκι είχε προβλήματα υγείας τα τελευταία χρόνια και είχε μεταφερθεί στην ιατρική πτέρυγα των φυλακών της Βόρειας Καρολίνας το 2021 και αφού είχε εκτίσει 25 χρόνια στις φυλακές υψίστης ασφάλειας Φλόρενς στο Κολοράντο.

 

Ο Τεντ Καζίνσκι γεννήθηκε στις 22 Μαΐου 1942, στο Σικάγο και σε ηλικία 16 ετών εισήχθη στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, σε τομέα των θεωρητικών μαθηματικών. Το 1967, η διατριβή του Καζίνσκι Boundary Functionsκέρδισε το βραβείο Sumner B. Myers για την καλύτερη διατριβή των μαθηματικών της χρονιάς. Στα 25 του, ήταν ήδη ο νεότερος αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Μπέρκλεϋ. Εκεί πήρε και τη συνειδητή του απόφαση να ζήσει ως ερημίτης στην ύπαιθρο της Μοντάνα (1971). Μακριά από τον πολιτισμό και χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα. Αντιλαμβανόμενος ότι η βιομηχανοποίηση καταστρέφει τη φύση και τη ζωή, ξεκίνησε μοναχικό αγώνα ιδιοκατασκευής και χρήσης βομβών, από σκουπίδια, τις οποίες απέστειλε από το 1978 έως το 1995 σε διάφορους στόχους, προξενώντας το θάνατο σε 3 άτομα και τραυματίζοντας άλλα 23. Δήλωσε ότι θα σταματήσει τη βομβιστική του δράση εάν δημοσιευόταν το έργο του «Βιομηχανική κοινωνία και το μέλλον της». Όταν ο αδελφός του Καζίνσκι, Ντέιβιντ, και η σύζυγος του διάβασαν το δοκίμιο, αναγνώρισαν το στυλ γραφής και ανέφεραν τις υποψίες τους στο FBI, με το αζημίωτο ασφαλώς. Τελικά, στις 3 Απριλίου 1996, οι πράκτορες του FBI συνέλαβαν τον Καζίνσκι στην καλύβα του.

Στη Διαδρομή Ελευθερίας, εκτός των άλλων, έχουν δημοσιευθεί παλαιότερα ένα κείμενο του, όπως απεστάλη στο περιοδικό Green Anarchy, μέσα από τη φυλακή και μια συνέντευξη του στην αναρχική τούρκικη ομάδα Veganarsy, όπως δημοσιεύθηκε από το περιοδικό Anarchy, τχ 61.

Στο προλογικό της αναδημοσίευσης από το Green Anarchy, ο κύκλος σύνταξης της Διαδρομής(φ.8, Νοέμβριος 2002) σημείωνε, μεταξύ άλλων: «Ο Ted Kaczynski δεν είναι αναρχικός, αλλά στρέφεται δυναμικά ενάντια στο σύστημα και ειδικά στην τεχνολογία. Το κείμενο που ακολουθεί είχε σταλεί μέσα από την φυλακή στην εφημερίδα «Green Anarchy». Το κείμενο αυτό περιβάλλεται από ένα μανδύα νομιμότητας, προφανώς για να μπορέσει να «βγει» από την φυλακή». Σημειώνει, λοιπόν, ο Καζίνσκι:

  1. Στόχος είναι η τεχνολογία

Είναι ευρέως αποδεκτό πως «η βασική συνισταμένη που καθορίζει τη σύγχρονη ιστορική διαδικασία προέρχεται από την εξέλιξη της τεχνολογίας» (Celso Furtado). H τεχνολογία, εκτός των άλλων, είναι υπεύθυνη για την παρούσα κατάσταση του πλανήτη και θα ελέγχει και τη μελλοντική εξέλιξή του. Έτσι, η «μπουλντόζα» που πρέπει να καταστρέψουμε είναι η ίδια η σύγχρονη τεχνολογία. Πολλοί αγωνιστές το γνωρίζουν αυτό και έτσι κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να εξαφανίσουν όλο το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα. Όμως, δυστυχώς, δεν έχουν προσέξει την ανάγκη να χτυπηθούν τα σημεία εκείνα του συστήματος που πονάνε.

Το να σπάσει κανείς τη τζαμαρία κάποιων φαστ-φουντ, όπως τα ΜcDonald’s, δεν έχει νόημα. Όχι ότι με νοιάζει. Δεν μου κάνει διαφορά αν κάποιος κατεβάσει τη τζαμαρία τους ή όχι. Όμως, κάτι τέτοιο δεν αποτελεί επαναστατική πρακτική. Ακόμη κι αν όλα τα φαστ-φουντάδικα του κόσμου εξαφανίζονταν, το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα θα είχε υποστεί μόνο ελάχιστη ζημιά, καθώς πολύ εύκολα θα επιβιώσει χωρίς τις αλυσίδες φαστ-φουντ. Έτσι μια επίθεση σε ένα φαστ-φουντάδικο δεν είναι χτύπημα εκεί που πονάει(…).

  1. Η ξυλεία είναι ένα δευτερεύον ζήτημα

Για να χρησιμοποιήσω ένα άλλο παράδειγμα, δεν υπάρχει άνθρωπος που να στέκει στα λογικά του ο οποίος να πιστεύει πως η πραγματικά άγρια φύση θα συνεχίσει να υφίσταται για πολύ εάν συνεχίσει να υπάρχει το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα. Πολλοί οικολόγοι αγωνιστές πιστεύουν πως αυτό είναι και το σημαντικό και ελπιδοφόρο αδύναμο σημείο που θα κάνει το σύστημα να καταρρεύσει. Στη πράξη όμως, το μόνο που κάνουν είναι να καταφέρονται εναντίον της ξυλείας.(…)

Όμως, από μόνη της δεν αποτελεί επιτυχή επίθεση κατά του συστήματος, (ακόμη και αν οι αγωνιστές κατάφερναν να σταματήσουν την ξυλεία σε κάθε μεριά της γης), καθώς το σύστημα πάλι δεν θα κατέρρεε. (…) Τα ορυχεία και η εκμετάλλευση κοιτασμάτων, η όξινη βροχή, οι κλιματολογικές αλλαγές και η εξαφάνιση σπάνιων ειδών είναι όλοι παράγοντες που καταστρέφουν την άγρια φύση. Επίσης η άγρια φύση εξημερώνεται και τιθασεύεται διαμέσου της ψυχαγωγίας, της επιστημονικής έρευνας, της διαχείρισης των φυσικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων και άλλων όπως ο ηλεκτρονικός εντοπισμός «σημαδεμένων» ζώων, το γέμισμα των ποταμών με ψάρια εκτροφείου και η φύτευση μεταλλαγμένων φυτών.

Η άγρια φύση μπορεί να σωθεί μόνο εάν καταστραφεί το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα, και κάτι τέτοιο δεν θα επιτευχθεί μόνο με την καταστροφή της (βιομηχανίας) ξυλείας καθώς τα προϊόντα του ξύλου εύκολα αντικαθίστανται με άλλα υλικά. […]

  1. Γιατί το σύστημα είναι σκληρό

Το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα είναι εξαιρετικά σκληρό εξ αιτίας της λεγόμενης «δημοκρατικής» δομής του και της ευελιξίας που απορρέει απ’ αυτή. Επειδή τα δικτατορικά καθεστώτα τείνουν να είναι στέρεα, οι κοινωνικές εντάσεις και η αντίσταση μεγαλώνουν μέσα σε αυτά και μπορεί να οδηγήσουν σε επανάσταση. Όμως, σ’ ένα δημοκρατικό σύστημα, όταν τα παραπάνω φτάσουν σ’ ένα οριακό σημείο, το σύστημα μπορεί και ελίσσεται, συμβιβάζεται ως ένα σημείο και έτσι επαναφέρει τις εντάσεις σε ένα «ασφαλές» γι’ αυτό επίπεδο.

(…) Έτσι αν θες να χτυπήσεις το σύστημα εκεί που πονάει θα πρέπει να επιλέξεις ζητήματα για τα οποία το σύστημα δεν θα κάνει πίσω, για τα οποία θα παλέψει μέχρι τελικής πτώσεως. Γιατί αυτό που χρειάζεστε δεν είναι ένας συμβιβασμός με το σύστημα, αλλά ένας αγώνας μέχρις εσχάτων.

  1. Είναι ανώφελο να χτυπήσεις το σύστημα με βάση τις δικές του αξίες

Είναι τελείως ουσιαστικό να χτυπήσεις το σύστημα όχι βάσει των δικών του τεχνολογικοβιομηχανικών αξιών, αλλά βάσει των αξιών που είναι ασυμβίβαστες με τις αξίες του συστήματος. Όσο χτυπάς το σύστημα βάσει των δικών του αξιών δεν το χτυπάς εκεί που πονάει και του επιτρέπεις να καθησυχάζει τις φωνές διαμαρτυρίας με το να κάνει κάποιες υποχωρήσεις.

Για παράδειγμα, εάν εξαπολύσεις επίθεση κατά της ξυλείας πρωτίστως επειδή τα δάση είναι αναγκαία για να διατηρηθούν οι υδάτινοι πόροι και οι ευκαιρίες ψυχαγωγίας, τότε το σύστημα μπορεί να απαλύνει τις διαμαρτυρίες χωρίς να συμβιβάσει τις δικές του αξίες: οι υδάτινοι πόροι και η ψυχαγωγία είναι αξίες παντελώς συμβατές με τις αξίες του συστήματος και εάν κάνει κάποια υποχώρηση περιορίζοντας την ξυλεία στο όνομα των υδάτινων πόρων και της ψυχαγωγίας, αυτό δεν είναι παρά μια τακτική υποχώρηση και δεν αποτελεί στρατηγική ήττα όσο αφορά τον κώδικα αξιών του.

Εάν προωθήσεις ζητήματα κατατρεγμένων κοινωνικών ομάδων, όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός, η ομοφυλοφιλία ή η φτώχεια, δεν προκαλείς τις αξίες του συστήματος και δεν το υποχρεώνεις καν να υπαναχωρήσει ή να συμβιβαστεί. Το βοηθάς με άμεσο τρόπο. Οι πιο σοφοί συνήγοροι του συστήματος αναγνωρίζουν ότι αυτά τα ζητήματα αποτελούν πληγές γι’ αυτό. Έτσι, προσπαθεί από μόνο του να εξαλείψει αυτά τα ζητήματα κι άλλα παρόμοια. Οι φάμπρικες, με τα χαμηλά ημερομίσθια και τις άθλιες συνθήκες εργασίας, μπορεί να αποφέρουν κέρδος σε μερικά αφεντικά, αλλά οι σοφοί υπερασπιστές του συστήματος ξέρουν ότι το σύστημα ως σύνολο λειτουργεί πολύ καλύτερα όταν οι εργαζόμενοι έχουν σωστή μεταχείριση. Έτσι, αν εγείρει κάποιος αυτό το ζήτημα, βοηθά το σύστημα, δεν το αποδυναμώνει.

Πολλοί αγωνιστές μπαίνουν στον πειρασμό να επικεντρωθούν σε μη ουσιώδη ζητήματα όπως ο ρατσισμός, ο σεξισμός και η ζωή στις φάμπρικες επειδή είναι κάτι εύκολο. Επιλέγουν ένα ζήτημα για το οποίο το σύστημα έχει περιθώρια υπαναχώρησης και για το οποίο θα υποστηριχτούν από διάφορους (Ralph Nader, Winona La Duke, εργατικά σωματεία και άλλους ροζ μεταρρυθμιστές). Ίσως το σύστημα, υπό πίεση, να υπαναχωρήσει λιγάκι, οι ακτιβιστές να δουν κάποιο αποτέλεσμα και να μείνουν με την ικανοποίηση ότι κάτι πέτυχαν. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν θα έχουν επιτύχει κάτι για να καταστρέψουν το τεχνολογικοβιομηχανικό σύστημα.

(…)

5. Οι αγωνιστές πρέπει να επιτεθούν στο σύστημα στα αποφασιστικά σημεία

Για να εργαστούν οι αγωνιστές αποτελεσματικά στην κατεύθυνση της εξουδετέρωσης του τεχνολογικοβιομηχανικού συστήματος πρέπει να πολεμήσουν το σύστημα στα σημεία για τα οποία δεν μπορεί να υπαναχωρήσει. Πρέπει να επιτεθούν στα ζωτικά όργανα του συστήματος. Φυσικά, όταν χρησιμοποιώ τη λέξη «επίθεση» εννοώ μόνο νόμιμα μέσα διαμαρτυρίας και αντίστασης.

Μερικά παραδείγματα ζωτικών οργάνων του συστήματος είναι:

Α. Η βιομηχανία ηλεκτρισμού. Το σύστημα κυρίως βασίζεται στο δίκτυο αυτό.

Β. Η βιομηχανία της επικοινωνίας. Χωρίς άμεση επικοινωνία όπως το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, το e-mail, το σύστημα δεν θα επιβίωνε.

Γ. Η βιομηχανία των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Χωρίς κομπιούτερ, το σύστημα θα κατέρρεε άμεσα.

Δ. Η βιομηχανία προπαγάνδας. (…)

Ε. Η βιομηχανία βιοτεχνολογίας. (…)

(…)

6. Η βιοτεχνολογία μπορεί να είναι ο καλύτερος στόχος για πολιτική επίθεση

Πιθανότατα ο πιο υποσχόμενος στόχος για να εξαπολύσει κάποιος πολιτική επίθεση είναι η βιοτεχνολογία. Παρ’ όλο που συνήθως οι επαναστάσεις γίνονται από μειονότητες, είναι πολύ χρήσιμο να έχεις ένα βαθμό υποστήριξης, συμπάθειας ή έστω συναίνεσης από το γενικό πληθυσμό. Το να έχεις αυτή την υποστήριξη ή τη συναίνεση είναι ένας απ’ τους στόχους της πολιτικής δράσης. Αν επικεντρώσεις για παράδειγμα όλη σου την πολιτική επίθεση στη βιομηχανία ηλεκτρισμού, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να λάβεις όποια υποστήριξη εκτός από αυτή άλλων αγωνιστικών μειονοτήτων, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι αντιδρούν στην ιδέα ν’ αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους, και ειδικά σε κάθε τι που τους δυσκολεύει. Γι’ αυτό το λόγο πολύ λίγοι είναι εκείνοι που θα είναι πρόθυμοι να ζήσουν χωρίς ηλεκτρισμό. (…) Και η βιοτεχνολογία αποτελεί ένα ζήτημα πάνω στο οποίο το σύστημα δεν έχει περιθώρια να υπαναχωρήσει. Είναι ένα ζήτημα για το οποίο πρέπει να παλέψει μέχρι τελικής πτώσης, πράγμα που είναι ακριβώς ό,τι χρειαζόμαστε. Για παράδειγμα, αν χτυπήσεις τη βιοτεχνολογία πρωτίστως επειδή μπορεί να προκαλέσει καταστροφή στο περιβάλλον ή επειδή οι γενετικά μεταλλαγμένες τροφές μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στην υγεία, τότε το σύστημα μπορεί να μετριάσει την επίθεση σου υποχωρώντας ή κάνοντας συμβιβασμούς –για παράδειγμα εισάγοντας αυξημένη παρακολούθηση της γενετικής έρευνας και πιο αυστηρές δοκιμές και κανονισμούς στις γενετικά μεταλλαγμένες καλλιέργειες. (…)

7. Κάθε βιοτεχνολογία πρέπει να χτυπηθεί ως ζήτημα αρχών, ζήτημα ηθικής

Έτσι, αντί να υπάρχουν διαμαρτυρίες για τη μια ή την άλλη αρνητική επίπτωση της βιοτεχνολογίας, πρέπει να χτυπήσεις όλη τη σύγχρονη βιοτεχνολογία, με τη λογική ότι:

α) είναι μια προσβολή για κάθε ζωντανό οργανισμό,

β) δίνει υπερβολική δύναμη στην εξουσία,

γ) θα καταστρέψει ριζικά βασικές ανθρώπινες αξίες που υπάρχουν εδώ και χιλιάδες χρόνια.(…)

8. Οι αγωνιστές δεν χτυπούν τη βιοτεχνολογία αποτελεσματικά ακόμη

Ορισμένοι αγωνιστές χτυπούν τη βιοτεχνολογία, είτε πολιτικά, είτε άμεσα αλλά απ’ όσο ξέρω εξηγούν αυτή την επίθεση με βάση τις αξίες του ίδιου του συστήματος. Δηλαδή με την καταστροφή του περιβάλλοντος και της υγείας των ανθρώπων.

Και δεν χτυπούν τη βιοτεχνολογία εκεί που πονάει. Για να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα σωματικής πάλης ξανά, ας υποθέσουμε ότι έπρεπε να υπερασπιστείς τον εαυτό σου από ένα χταπόδι. Δεν θα μπορούσες να παλέψεις αποτελεσματικά εάν έκοβες τις άκρες των πλοκαμιών του. Πρέπει να χτυπήσεις το κεφάλι του. Όμως, απ’ όσο ακούω, οι αγωνιστές ακόμη παλεύουν με τα πλοκάμια. Προσπαθούν να πείσουν καλλιεργητές, μεμονωμένα, να μην βάλουν γενετικά μεταλλαγμένους σπόρους. Όμως υπάρχουν πολλές χιλιάδες φάρμες, πράγμα που καθιστά εξαιρετικά αναποτελεσματικό να προσπαθεί κάποιος να πείσει έναν-έναν τους καλλιεργητές ν’ αντιταχθούν στην γενετική μετάλλαξη. Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό να πεισθούν οι ερευνητές-επιστήμονες που ασχολούνται με το θέμα ή τα στελέχη επιχειρήσεων, όπως η Monsanto, να μην ασχοληθούν άλλο με αυτό το πεδίο. Το να πείσει κάποιος έστω και λίγους απ’ αυτούς είναι πολύ πιο χρήσιμο από το να πείσει εκατοντάδες αγρότες να μην φυτέψουν μεταλλαγμένους σπόρους.

9. Χτυπήστε εκεί που πονάειΕίναι σχετικό το αν έχω δίκιο αναφορικά με το ότι η βιοτεχνολογία είναι το καλύτερο ζήτημα για να χτυπήσεις το σύστημα πολιτικά. Όμως είναι αδιαμφισβήτητο πως οι αγωνιστές σήμερα χάνουν πολύτιμη ενέργεια με ζητήματα που έχουν μικρή ή καθόλου σχέση με την επιβίωση του τεχνολογικού συστήματος. Και όταν πάλι αναφέρονται στα σωστά ζητήματα, δεν χτυπούν εκεί που πονάει. Έτσι, αντί να κάνουν άνω-κάτω την επόμενη παγκόσμια σύνοδο κορυφής για το εμπόριο, με εξάρσεις κατά της παγκοσμιοποίησης, οι αγωνιστές πρέπει να σκεφτούν λίγο για το πώς θα χτυπήσουν το σύστημα εκεί που πονάει. […]

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.239, Ιούλιος- Αύγουστος 2023

 

Β μέρος

Τον Μάιο 2007, σε μετάφραση του πυρήνα ΞΑΝΑ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, δημοσιεύθηκε στη Διαδρομή Ελευθερίας, φ. 61, συνέντευξη του Τ. Καζίνσκι στην αναρχική τούρκικη ομάδα Veganarsy, όπως δημοσιεύθηκε από το περιοδικό Anarchy, τεύχος 61. Στο προλογικό σημειώναμε: «Προχωρήσαμε στη δημοσίευση, παρά τις διαφωνίες μας σε αρκετά σημεία, (όπως για παράδειγμα με τις γενικεύσεις που γίνονται σε σχέση με τις κοινότητες που δεν έχουν αφομοιωθεί από τον πολιτισμό), θεωρώντας πως υπάρχουν πολλά σημεία που μπορούν να αποτελέσουν αφορμές για συζητήσεις.

 

Άλλωστε, ο Unabomber ακολούθησε μια υποδειγματική στάση σε σχέση με τις απόψεις του, ακολουθώντας ένα ατομικό τρόπο στάσης και δράσης και δεν παρουσίασε τον εαυτό του ως αναρχικό, προσπαθώντας να καλυφθεί, αλλά υπήρξε και παραμένει ειλικρινής στις απόψεις και τις προθέσεις του, ανεξαρτήτως συμφωνιών ή διαφωνιών».

V: Νομίζω ήσουν μαθηματικός, και δεν πίστευες αυτά που πιστεύεις τώρα; Τι άλλαξε συνολικά τις ιδέες σου; Πότε άρχισες να σκέφτεσαι ότι το πρόβλημα είναι στον πολιτισμό; Μπορείς να πεις με λίγες λέξεις γιατί αρνείσαι τον πολιτισμό; Πώς και πότε αποφάσισες να ζήσεις σε ένα δάσος και να στέλνεις βόμβες;

TK: Μια ολοκληρωμένη απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις θα ήταν πολύ εκτεταμένη και πολύπλοκη, αλλά θα πω τα εξής: Η διαδικασία μέσω της οποίας αρνήθηκα το μοντερνισμό και τον πολιτισμό άρχισε όταν ήμουν 11 χρονών. Σ’ αυτή την ηλικία άρχισα να έλκομαι από τον πρωτόγονο τρόπο ζωής, όταν διάβασα για τη ζωή του ανθρώπου του Νεάτερνταλ. Τα επόμενα χρόνια, μέχρι να μπω στο Harvard στην ηλικία των 16, συνήθιζα να ονειρεύομαι την απόδραση από τον πολιτισμό και τη ζωή σε κάποιο άγριο μέρος. Κατά την ίδια περίοδο, η αποστροφή μου για τη μοντέρνα ζωή μεγάλωνε καθώς καταλάβαινα όλο και περισσότερο ότι οι άνθρωποι στη βιομηχανική κοινωνία αναγκάζονται να είναι γρανάζια μιας μηχανής, στερούνται την ελευθερία και υπόκεινται στις θελήσεις των μεγάλων οργανισμών που ελέγχουν τις συνθήκες στις οποίες ζουν. Μετά την είσοδό μου στο Harvard, παρακολούθησα κάποια μαθήματα ανθρωπολογίας, μαθαίνοντας περισσότερα για τους πρωτόγονους ανθρώπους και τις γνώσεις που τους βοηθούσαν να ζήσουν στη φύση. Για παράδειγμα, ευχόμουν να έχω τις γνώσεις τους για φυτά που τρώγονται. Αλλά δεν είχα ιδέα για το που να βρω τέτοιες γνώσεις μέχρι περίπου δύο χρόνια αργότερα, ανακάλυψα έκπληκτος ότι υπήρχαν βιβλία για τα φαγώσιμα φυτά. Το πρώτο απ’ αυτά που αγόρασα ήταν το Stalking the Wild Asparagus (Κυνηγώντας το Άγριο Σπαράγγι) του Euell Gibbons, και μετά, όταν γυρνούσα σπίτι απ’ το κολέγιο και το μεταπτυχιακό τα καλοκαίρια, πήγαινα πολλές φορές κάθε εβδομάδα στο προστατευμένο δάσος του Cook County, κοντά στο Σικάγο, για να ψάξω για φαγώσιμα φυτά. Στην αρχή φαινόταν παράξενο να πηγαίνω μόνος μου στο δάσος, μακριά από δρόμους και μονοπάτια. Αλλά καθώς μάθαινα το δάσος και φυτά και ζώα που ζουν σ’ αυτό, μου έφευγε η αμηχανία και ένιωθα όλο και πιο άνετα. Σιγά σιγά γινόμουν όλο και πιο σίγουρος ότι δεν ήθελα να περάσω όλη μου τη ζωή μέσα στον πολιτισμό, κι ότι ήθελα να ζήσω σε κάποιο άγριο μέρος. Στο μεταξύ, πήγαινα καλά στα μαθηματικά. Είχε πλάκα να λύνω μαθηματικά προβλήματα, αλλά στην ουσία τα μαθηματικά ήταν βαρετά και κενά, γιατί για μένα δεν είχαν κάποιο σκοπό. Αν είχα δουλέψει πάνω στα εφαρμοσμένα μαθηματικά, θα είχα συνεισφέρει στην ανάπτυξη της τεχνολογικής κοινωνίας που μισούσα, έτσι δούλεψα μόνο πάνω στα καθαρά μαθηματικά. Αλλά τα καθαρά μαθηματικά ήταν μόνο ένα παιχνίδι. Δεν καταλάβαινα τότε, αλλά και τώρα, γιατί οι μαθηματικοί ήταν ευχαριστημένοι να σπαταλούν όλη τους τη ζωή για ένα μόνο παιχνίδι. Εγώ δεν ήμουν καθόλου ευχαριστημένος με τέτοια ζωή. Ήξερα τι ήθελα: να πάω να ζήσω σε ένα άγριο μέρος. Αλλά δεν ήξερα πώς να το κάνω. Σ’ εκείνες τις μέρες δεν υπήρχαν πρωτογονιστικά κινήματα, survivalists, και κάποιος που θα άφηνε μια φιλόδοξη καριέρα στα μαθηματικά για να πάει να ζήσει ανάμεσα στα δάση ή τα βουνά θα θεωρούνταν χαζός ή τρελός. Δεν ήξερα ούτε ένα άτομο που να καταλάβαινε γιατί ήθελα να κάνω αυτό το πράγμα. Έτσι, βαθιά μέσα μου, πείστηκα ότι δεν μπορούσα να αποδράσω από τον πολιτισμό. Επειδή έβρισκα τη μοντέρνα ζωή τελείως απαράδεκτη, μεγάλωσα όλο και πιο ανέλπιδα, μέχρι που στα 24 έφτασα σ’ ένα είδος κρίσης: ένιωθα τόσο μίζερα που δεν μ’ ένοιαζε αν θα πέθαινα ή αν θα ζήσω. Αλλά όταν έφτασα σ’ αυτό το σημείο, μια ξαφνική αλλαγή συνέβη: κατάλαβα ότι αν δεν φοβόμουν αν θα ζήσω ή αν θα πεθάνω, τότε δε θα χρειαζόταν να φοβάμαι για τις συνέπειες του ο,τιδήποτε θα έκανα. Έτσι μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα. Ήμουν ελεύθερος! Αυτό ήταν το σημείο καμπής στη ζωή μου, γιατί τότε απόκτησα κουράγιο το οποίο διατηρώ από τότε. Εκείνο τον καιρό, επίσης, βεβαιώθηκα ότι θα πήγαινα σύντομα να ζήσω στη φύση, ανεξάρτητα από τις συνέπειες. Πέρασα 2 χρόνια διδάσκοντας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια για να μαζέψω κάποια λεφτά, κι έπειτα παραιτήθηκα κι έψαξα να βρω ένα μέρος στο δάσος για να ζήσω. Θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να απαντήσω το τελευταίο μέρος της ερώτησής σας, αλλά θα σας δώσω μια τμηματική απάντηση αντιγράφοντας αυτό που έγραψα για το περιοδικό μου στις 14 Αυγούστου 1983: «Στις 5 Αυγούστου πήγα ανατολικά. Πήγα στην κρυμμένη κατασκήνωση που έχω σε ένα φαράγγι πέρα απ’ το «Διαγώνιο Φαράγγι». Έμεινα εκεί την επόμενη μέρα, 6 Αυγούστου. Ένιωσα την ειρήνη του δάσους εκεί. Αλλά παρ’ όλο που υπάρχουν φυτά huckleberries και ελάφια εκεί, δεν υπάρχει παρά λίγο παιχνίδι. Επιπλέον, ήταν καιρός από τότε που είδα τελευταία φορά το όμορφο υψίπεδο απ’ το οποίο κατάγονται τα διάφορα είδη του ποταμίσιου σολωμού. Έτσι αποφάσισα να πάω εκεί στις 7 Αυγούστου. Αφού  διέσχισα το δρόμο στους πρόποδες του βουνού Crater, άρχισα ν’ ακούω αλυσοπρίονα· ο ήχος ακουγόταν σα να έρχεται από το τέρμα της ρεματιάς Roaster Bill. Υπέθεσα ότι έκοβαν δέντρα· δεν μου άρεσε αλλά νόμιζα ότι θα μπορούσα ν’ αποφύγω τέτοιες καταστάσεις όταν θα έφτανα στο υψίπεδο. Περπατώντας ανάμεσα στους λοφίσκους, είδα κάτω ένα καινούργιο δρόμο που δεν υπήρχε παλιά, και φαινόταν να διασχίζει τις ράχες που κλείνουν στη ρεματιά Stemple. Ένιωσα κάπως ν’ αρρωσταίνω. Κι όμως, πήγα στο υψίπεδο. Αυτό που είδα μου έσπασε την καρδιά. Το υψίπεδο είχε χαραχτεί με νέους δρόμους, πλατείς και καλοφτιαγμένους. Το υψίπεδο είχε καταστραφεί για πάντα.

Το μόνο που θα το έσωζε θα ήταν η κατάρρευση της τεχνολογικής κοινωνίας. Δεν μπορούσα να το αντέξω. Ήταν το καλύτερο και πιο όμορφο, απομονωμένο μέρος, εκεί γύρω και είχα υπέροχες αναμνήσεις από αυτό. «Ένας δρόμος πέρασε μέσα από λίγες εκατοντάδες πόδια ενός αγαπημένου σημείου, όπου κατασκήνωνα για πολύ καιρό πριν μερικά χρόνια και πέρασα πολλές ευχάριστες ώρες. Γεμάτος θλίψη και οργή γύρισα πίσω και κατασκήνωσα στο South Fork Humbug». Την επόμενη μέρα ξεκίνησα για την καλύβα μου. Η πορεία μου με έφερε σε ένα όμορφο σημείο, ένα από τα αγαπημένα μου μέρη, όπου υπήρχε μια πηγή αγνού νερού που μπορούσες να το πιείς με ασφάλεια χωρίς να το βράσεις. Σταμάτησα και είπα κάτι σαν προσευχή στο πνεύμα της πηγής. Ήταν μια προσευχή στην οποία ορκίστηκα ότι θα εκδικηθώ γι’ αυτό που γινόταν στο δάσος. Το ταξίδι μου συνεχίζεται: «…και τότε επέστρεψα σπίτι όσο πιο γρήγορα μπορούσα επειδή είχα κάτι να κάνω!» Μπορείτε να μαντέψετε τι.

V: Ποιος είναι ο λόγος που αποφάσισες να ανατινάξεις τεχνολογικές περιοχές; Πώς νομίζεις ότι μπορούμε να καταστρέψουμε τον πολιτισμό, πώς θα ερχόταν πιο κοντά σε σένα;

TK: Το πρόβλημα του πολιτισμού είναι πανομοιότυπο με το πρόβλημα της τεχνολογίας. Ας εξηγήσω πρώτα ότι όταν μιλάω για τεχνολογία δεν αναφέρομαι μόνο σε υλικές συσκευές, όπως τα εργαλεία και τα μηχανήματα. Περιλαμβάνω, επίσης, τεχνικές όπως η χημεία, η πολιτική μηχανική, ή η βιοτεχνολογία. Επίσης, ανθρώπινες τεχνικές, όπως η προπαγάνδα ή η εκπαιδευτική ψυχολογία, όπως και οργανωτικές τεχνικές που δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν σε ένα προηγμένο επίπεδο, χωρίς τις υλικές συσκευές –τα εργαλεία, τα μηχανήματα και τις δομές– και από τις οποίες εξαρτάται όλο το τεχνολογικό σύστημα. Πάντως, η τεχνολογία, με την ευρύτερη έννοια της λέξης, περιλαμβάνει, όχι μόνο μοντέρνα τεχνολογία, αλλά και τις τεχνικές και υλικές συσκευές που υπήρχαν σε προηγούμενα στάδια της κοινωνίας. Για παράδειγμα, το αλέτρι, ο ζυγός για τα ζώα, τα εργαλεία του σιδηρουργού, η εκτροφή ζώων και η καλλιέργεια φυτών, και οι τεχνικές της γεωργίας, η αγροτική-κτηνοτροφική οικονομία και η μεταλλουργία. Πρώιμοι πολιτισμοί εξαρτιόνταν απ’ αυτές τις τεχνολογίες, όπως και στις ανθρώπινες και οργανωτικές τεχνικές που χρειάζονταν για να εξουσιάσουν μεγάλα σύνολα ανθρώπων. Οι πολιτισμοί δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την τεχνολογία στην οποία βασίζονται. Αντίστροφα, όπου η τεχνολογία είναι διαθέσιμη, ο πολιτισμός πιθανότατα θα αναπτυχθεί αργά ή γρήγορα. Έτσι, το πρόβλημα του πολιτισμού μπορεί να εξισωθεί με το πρόβλημα της τεχνολογίας. Όσο πιο πίσω σπρώξουμε την τεχνολογία, τόσο πιο πίσω θα σπρώξουμε και τον πολιτισμό. Αν μπορούσαμε να σπρώξουμε την τεχνολογία πίσω στη λίθινη εποχή, δεν θα υπήρχε πια πολιτισμός.

V: Θεωρείς ότι η βία είναι δεδομένη;

TK: Βέβαια, η βία είναι δεδομένη. Και είναι απαραίτητη στη φύση. Αν οι κυνηγοί δεν σκότωναν μέλη ενός είδους θηράματος, τότε το είδος του θηράματος θα πολλαπλασιαζόταν σε τέτοιο βαθμό που θα κατέστρεφε το περιβάλλον καταναλώνοντας όλα τα φαγώσιμα. Πολλά είδη ζώων είναι βίαια εναντίον μελών του δικού τους είδους. Για παράδειγμα, είναι ευρέως γνωστό ότι οι άγριοι χιμπατζήδες συχνά σκοτώνουν άλλους χιμπατζήδες. Δείτε το περιοδικό Time, στις 19 Αυγούστου 2002, σελίδα 56. Σε κάποιες περιοχές είναι συχνές οι συμπλοκές μεταξύ αρκούδων. (…)

Ο καθηγητής Coon ξεκαθαρίζει (…) ότι θαυμάζει τους κυνηγούς-συλλέκτες και τους θεωρεί πιο τυχερούς από τους πολιτισμένους. (…) γιατί οι μοντέρνοι άνθρωποι θεωρούν τη βία σαν κακή από μόνη της; Το κάνουν για ένα και μόνο λόγο: έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου από την προπαγάνδα. (…)

V: Πώς βλέπεις τους αναρχικούς, τους οικο-αναρχικούς, τους αναρχο-πριμιτιβιστές; Συμφωνείς μαζί τους; Πώς βλέπεις τη χορτοφαγία/ολική χορτοφαγία; Τι νομίζεις για το να μην τρως και να χρησιμοποιείς ζώα; Τι νομίζεις για το ALF/ELF; Τι νομίζεις για ομάδες όπως η Earth First!, το ELF και τους Gardening Gorillas;

TK: Όλες οι ομάδες που αναφέρετε εδώ είναι κομμάτι ενός κινήματος. (Ας το ονομάσουμε «GA» – απ’ το «green anarchist» / οικο-αναρχικό). Φυσικά, αυτοί οι άνθρωποι έχουν δίκιο στο βαθμό που αντιτίθενται στον πολιτισμό και την τεχνολογία στην οποία βασίζεται. Αλλά, εξαιτίας του βαθμού αυτού του αναπτυσσόμενου κινήματος, μπορεί στην ουσία να βοηθήσει το τεχνο-βιομηχανικό σύστημα να προστατέψει τον εαυτό του και να λειτουργήσει σαν εμπόδιο στην επανάσταση. Θα εξηγήσω. Είναι δύσκολο να καταστείλεις την εξέγερση ευθέως. Όταν η εξέγερση καταστέλλεται, ξεσπάει πολύ συχνά αργότερα με άλλη μορφή, την οποία οι αρχές αντιμετωπίζουν πιο δύσκολα. Για παράδειγμα, το 1878 η Γερμανική βουλή νομοθέτησε σκληρούς και καταπιεστικούς νόμους ενάντια στο Σοσιαλδημοκρατικό κίνημα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα το κίνημα να συντρίβει, τα μέλη του σκορπίστηκαν, συγχύστηκαν και αποθαρρύνθηκαν, αλλά μόνο για λίγο. Το κίνημα σύντομα επανενώθηκε, έγινε πιο ενεργητικό, και βρήκε νέους τρόπους να διαδώσει τις ιδέες του. Έτσι, το 1884 ήταν δυνατότερο από ποτέ (G.A. Zimmermann, Das Neunzehnte Jahrhundert: Geshichtlicher und kulturhistorischer, Ruckblick, Druck und Verlag von Geo. Brumder, Milwaukee, 1902, σελίδα 23). Οι οξυδερκείς παρατηρητές των ανθρώπινων υποθέσεων ξέρουν ότι οι ισχυρές τάξεις μιας κοινωνίας μπορούν να αμυνθούν αποτελεσματικά ενάντια στην εξέγερση, χρησιμοποιώντας ισχύ και άμεση καταστολή μόνο σε έναν περιορισμένο βαθμό, και βασιζόμενοι κύρια στη χειραγώγηση για την εκτροπή/παρέκκλιση της εξέγερσης. Ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία που χρησιμοποιείται είναι αυτό της παροχής καναλιών μέσω των οποίων οι εξεγερτικές παρορμήσεις μπορούν να εκφραστούν με τρόπους που είναι ανώδυνοι για το σύστημα. Για παράδειγμα, είναι ευρέως γνωστό ότι στη Σοβιετική Ένωση το σατιρικό περιοδικό Krokodil σχεδιάστηκε για να δίνει διέξοδο σε παράπονα και στη δυσφορία για τις αρχές με τρόπο που δεν θα οδηγούσε κάποιον σε αμφισβήτηση της νομιμότητας του Σοβιετικού συστήματος ή στο να εξεγερθεί εναντίον του με κανέναν σοβαρό τρόπο. Αλλά το δημοκρατικό σύστημα της Δύσης έχει αναπτύξει μηχανισμούς για την εκτροπή/παρέκκλιση της εξέγερσης που είναι πολύ πιο σύνθετοι και αποτελεσματικοί απ’ οποιονδήποτε άλλον υπήρξε στη Σοβιετική Ένωση. Είναι αξιοσημείωτο, ότι στη μοντέρνα Δυτική κοινωνία οι άνθρωποι εξεγείρονται για τις αξίες του ίδιου του συστήματος, εναντίον του οποίου φαντάζονται ότι εξεγείρονται. Οι αριστεροί εξεγείρονται υπέρ μιας φυλετικής ή θρησκευτικής ισότητας, για ισότητα για τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους, για την ανθρώπινη μεταχείριση στα ζώα, και ούτω καθ’ εξής. Αλλά αυτές είναι οι αξίες που τα Αμερικανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προωθούν κάθε μέρα επάνω μας. Οι αριστεριστές έχουν υποστεί τέτοια ενδελεχή πλύση εγκεφάλου από τα ΜΜΕ που μπορούν να εξεγερθούν μόνο με τους όρους αυτών των αξιών, οι οποίες είναι αξίες του ίδιου του τεχνο-βιομηχανικού συστήματος. Με αυτό τον τρόπο το σύστημα έχει επιτυχημένα κατορθώσει να εκτρέψει/παρεκκλίνει τις εξεγερτικές παρορμήσεις της αριστεράς σε κανάλια που είναι ανώδυνα για το σύστημα.

Η εξέγερση ενάντια στην τεχνολογία και τον πολιτισμό είναι αληθινή εξέγερση, μια αληθινή επίθεση στις αξίες του υπάρχοντος συστήματος. Αλλά οι πράσινοι αναρχικοί (οικο-αναρχικοί), αναρχο-πριμιτιβιστές και ούτω καθ’ εξής (το κίνημα «GA»), έχουν γίνει δέκτες μιας βαριάς επίδρασης της αριστεράς, που η εξέγερσή τους ενάντια στον πολιτισμό έχει σε ένα μεγάλο βαθμό ουδετεροποιηθεί. Αντί να εξεγερθούν ενάντια στις αξίες του πολιτισμού, έχουν υιοθετήσει πολλές πολιτισμικές αξίες οι ίδιοι και έχουν κατασκευάσει μια φαντασιακή εικόνα των πρωτόγονων κοινωνιών που ενσωματώνει αυτές τις πολιτισμένες αξίες. Υποκρίνονται ότι οι κυνηγοί-συλλέκτες δούλευαν μόνο 2 ή 3 ώρες τη μέρα (δηλαδή 14 με 21 την εβδομάδα), ότι είχαν φυλετική ισότητα, ότι σέβονταν τα δικαιώματα των ζώων, ότι πρόσεχαν να μη βλάψουν το περιβάλλον κτλ. Αλλά όλα αυτά είναι μύθος. Αν διαβάσετε πολλές αναφορές που γράφτηκαν από ανθρώπους που προσωπικά παρατήρησαν κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών σε καιρούς που ήταν σχετικά ανέγγιχτοι από τον πολιτισμό, θα δείτε ότι:

α) Όλες αυτές οι κοινωνίες έτρωγαν φαγητό από ζώα, καμία δεν ήταν χορτοφαγική.

β) Πολλές (αν όχι όλες) απ’ αυτές τις κοινωνίες κακοποιούσαν ζώα.

γ) Η πλειοψηφία αυτών των κοινωνιών δεν είχαν ισότητα μεταξύ των φύλων.

δ) Ο μέσος όρος των 2 ή 3 ωρών εργασίας τη μέρα, ή 14 με 21 ωρών την εβδομάδα, βασίζεται σε έναν αποπροσανατολιστικό ορισμό της «εργασίας». Μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για πλήρως νομαδικές κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών θα έδινε περίπου 40 ώρες εργασίας την εβδομάδα, και μερικές δούλευαν για πολύ παραπάνω.

ε) Οι περισσότερες απ’ αυτές τις κοινωνίες δεν ήταν μη-βίαιες.

στ) Ο ανταγωνισμός υπήρχε στις περισσότερες, ή πιθανόν σε όλες απ’ αυτές τις κοινωνίες. Σε μερικές απ’ αυτές ο ανταγωνισμός μπορούσε να πάρει βίαιες μορφές.

ζ) Αυτές οι κοινωνίες ποικίλλουν εξαιρετικά στο βαθμό που προσέχουν να μη βλάψουν το περιβάλλον. Μερικές το συντηρούν, αλλά άλλες βλάπτουν το περιβάλλον τους με το υπερβολικό κυνήγι, με την ασύδοτη χρήση φωτιάς ή με άλλους τρόπους (…)

Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας

Πηγή: anarchypress

Alfredo Cospito: Ο «Αυτισμός» των Ινσουρεξιονιστών

(Κείμενο από την έκδοση της Μαύρης Διεθνούς «Εμπρηστικοί Διάλογοι») Οκτώβρης 2020.

Τα τελευταία χρόνια, οι αναρχικοί της πράξης επανατοποθέτησαν το άτομο και την ομάδα συγγένειας του, στο επίκεντρο της πρακτικής τους, εγκαταλείποντας τις πλατιές συνελεύσεις και επικοινωνώντας με οιονεί αμεσότητα μέσω των αναλήψεων [ ευθύνης ] τους. Η ίδια η υφή της έννοιας της ”ανάληψης ευθύνης” υπεβλήθη σε ριζική μεθερμηνεία, μετατρεπόμενη από ένα όργανο διαφανές προς τους ”αμύητους”, σε ένα εργαλείο ”περίκλειστο στον κύκλο του”, απευθυνόμενο κατά κύριο λόγο στους ήδη εμφορούμενους από κοινές στοχεύσεις, στην ίδια την μαχόμενη κοινότητα. Μολονότι φαντάζει οξύμωρο, η εν λόγω ”εσωστρέφεια” συνιστά τον θάνατο της πολιτικής, η αναζήτηση της δύναμης, της συναίνεσης, εξαλείφεται. Η αναζήτηση νέων συντρόφων στην μάχη απαξιώνεται όσο και το εγχείρημα ανάδυσης μίας ”αντί-εξουσίας” απέναντι στο κράτος. Υπό αυτό το πρίσμα, η επιχειρούμενη από ορισμένους συντρόφους, αντιπαραβολή των ανώνυμων δράσεων και των ανειλημμένων καθίσταται εργαλειακή, ένα ψευδές δίλημμα. Η ανώνυμη δράση και η πρακτική των αναλήψεων με ή χωρίς ακρωνύμια, αν γίνονται κατανοητές ως αντίθετες στρατηγικές, όσο απόμακρες κι αν φαντάζουν μεταξύ τους, καταντούν κοινά συμπτώματα ενός οιονεί αναρχικού «αυτισμού». Ακόμα κι αν ακολουθούνται μονολιθικά και δογματικά, διαμορφώνουν τις δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, αυτού της πολιτικής και της ιδεολογίας που δεν αποζητούν εξεγερμένες κοινότητες αλλά επιδιώκουν την κατήχηση και τον προσηλυτισμό. Δεν θα έπρεπε να έχουμε προκατασκευασμένες ιδέες για τις πολλαπλές πρακτικές της αναρχίας (ειδικά μιλώντας για την ένοπλη δράση ), οποιαδήποτε αναλαμβάνει την ευθύνη κάποια επίθεσης ενυπόγραφα μία δεδομένη στιγμή ίσως επιλέξει να το αποφύγει σε κάποια άλλη, ορισμένες φορές οι δράσεις μιλούν από μόνες τους- δεν εντοπίζω κάποια αντίφαση σε αυτό.

Κάτι έχει αλλάξει, τώρα απαντώνται συμπαγή παραδείγματα ενός λιγότερο δογματικού, πιο ευέλικτου οράματος με πιο πρόδηλες ποιότητες από αυτές του ινσουρεξιονισμού. Όχι ένα υποπροϊόν του, αλλά κάποιας μορφής «εξέλιξης», που δείχνει ακατάβλητη όταν αντιμετωπίζει καταδίκες, περιθωριοποίηση και δυσχέρεια στην επικοινωνία. Ενός ινσουρεξιονισμού, αφενός πιο άτακτου αλλά με τεράστια εμβρίθεια ένεκα της απεμπόλησης τετριμμένων συνταγών, όντας εντελώς χαοτικός. Παράγει λιγοστές εκδόσεις, ελάχιστες ακαδημαϊκές φλυαρίες, όσοι μιλούν επιλέγουν να το κάνουν κατ΄αποκλειστικότητα διαμέσου των αναλήψεων τους. Βγαίνουν από την -ανωνυμία- μόνο όσοι φυλακισμένοι αναγνωρίζουν αγέρωχα δημόσια τις επιλογές και μιλούν περί αυτών. Γίνεται λόγος για την πλέον επικίνδυνη αναρχική πρακτική επειδή αποδεικνύεται ένα διαρκές πείραμα, επιχειρεί να υπονομεύσει την κυριαρχία, να την χτυπήσει στα πιο ευάλωτα σημεία της.

Και τοιουτοτρόπως μπορούμε να καταλάβουμε όλα αυτά τα αντίποινα που εξαπολύονται ανά τον κόσμο: Στην Ιταλία, στην Ελλάδα, στην Χιλή, στην Αργεντινή, στην Βραζιλία, στην Ισπανία… Είναι αναμφισβήτητο πως τα τελευταία χρόνια η καταστολή εναντίον των αναρχικών κινημάτων έχει εντατικοποιηθεί. Τα κράτη κάνουν λόγο για διεθνείς αναρχικές συνωμοσίες, στην Ιταλική επικράτεια οι αναρχικές της FAI/IRF εξακολουθούν να εξάρονται από τις ίδιες τις μυστικές υπηρεσίες ως ο υψηλότερος ανατρεπτικός κίνδυνος στο εσωτερικό της χώρας.

Στο σημείο αυτό, πιστεύω πως ήρθε η στιγμή να κάνουμε κάποιες ερωτήσεις: αυτή η «νέα» αναρχία ενοχλεί πράγματι την εξουσία; Και αν είναι έτσι, τι είναι αυτό που ενοχλεί, σε βαθμό που υπάρχουν τόσα αντίποινα, που κατά την γνώμη μου, ξεπερνάει την συνήθη κατασταλτική διαχείριση των χωρών αυτών; Εν συντομία, σε τι οφείλουμε όλη αυτή την προσοχή; Από όλες τις αναρχικές πρακτικές, καταστροφική δράση είναι αυτή που αμέσως ανησυχεί περισσότερο τις κυβερνήσεις. Αν, επιπλέον, αυτός ο τρόπος επικοινωνίας μέσω των ανακοινώσεων, εξαπλώνεται πέρα από τα σύνορα, ο συναγερμός ενεργοποιείται και η δύναμη φέρνει αλυσιδωτές αντιδράσεις. Αυτή η «κοινή γλώσσα» χρησιμοποιήθηκε από την άτυπη FAI στην Ιταλία και την Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς στην Ελλάδα, και επίσης με την FAI-IRF ξεκίνησε το ταξίδι σε όλο τον κόσμο, εξελισσόμενο σε κάτι πιο «αναγκαίο», πιο δυναμικό, που δεν στριφογυρνάει αποκλειστικά γύρω από ένα ακρωνύμιο. Δεν ήταν ποτέ απλά το ακρωνύμιο αυτό που έχτισε αυτή την «κοινή γλώσσα», αλλά το αποτελεσματικό όπλο των διεθνών εκστρατειών, που δεν κλήθηκαν από επιτροπές, οργανισμούς, συνελεύσεις, αλλά από δράσεις των αναρχικών της πράξης χωρίς κανέναν μεσάζοντα. Το έχουμε δει αυτό πρόσφατα με τις εκατοντάδες δράσεις που έλαβαν χώρα μετά το G20 σε Γερμανία, Γαλλία, Ελλάδα, στις δράσεις ως απάντηση στην δολοφονία του Santiago Maldonado στην Χιλή, στην Αργεντινή, Βραζιλία, Ιταλία, Ελλάδα, Γαλλία, Γερμανία, σε αλληλεγγύη με τον έγκλειστο αναρχικό σύντροφο Κωνσταντίνο Γιαγτζόγλου στην Ελλάδα, σε αλληλεγγύη με την αναρχική συντρόφισσα Lisa η οποία κατηγορείται για απαλλοτρίωση στην Γαλλία, Γερμανία… στις επιθέσεις στην Τουρκία σε αλληλεγγύη με τους Κούρδους που μάχονται για την επιβίωσή τους και στην επιμονή των δράσεων της FAI IRF σε Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Χιλή, Γερμανία…

Αυτό είναι, κατά την γνώμη μου, η δράση των αναρχικών που σήμερα ενοχλεί περισσότερο την εξουσία. Πόσο τους ενοχλεί; Δεν μπορούμε να απαντήσουμε σε αυτό, αλλά σίγουρα κάποιο πρόβλημα δημιουργείται από αυτές τις διεθνείς καμπάνιες, έστω και σαν προοπτική. Το ωραίο στην δράση που δουλεύει είναι ότι είναι μεταδοτική, λίγο πολύ μπορεί να μας κάνει να υποβληθούμε σε καταστολή όταν η ανωνυμία περιβάλλει αυτό το αψηλάφητο ύφασμα δράσης κεντημένο από ανώνυμα χέρια. Καθώς πάντα η υπόθεση είναι όταν κάτι καινούριο λάμπει, δεν είναι μόνο ο εχθρός αυτός που ενοχλείται, αλλά και αυτοί που αναφέρονται στην «παράδοση», στην ιδεολογική «καθαρότητα» των «ιερών» κειμένων. Ίσως μπορεί να είναι ότι εμείς οι αναρχικοί κραυγάζουμε ότι είμαστε αίρεση. Σύντροφοι που στο παρελθόν δράσαμε πλάι πλάι με χειρισμό των «αιρετικών», όπως και οι ανόητοι και χαζοί άνθρωποι που δεν κατάλαβαν τίποτα από το «αρχικό σχέδιο», του «πραγματικού» εξεγερσιακού σχεδίου. Αλλά έχει νόημα αυτή η αντίθεση; Και αν αναγνωρίσουμε και στις δύο άτυπες «τάσεις» μια στρατηγική και μεθοδολογική ενότητα, ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ της «παλιάς» και «νέας» προοπτικής;

Προφανώς αυτές οι διαφορές φαίνεται να υπάρχουν, τουλάχιστον από το σημείο οπτικής της εξουσίας. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, στην διάρκεια της δίκης «Scripta Manent» τα γραπτά των «ιστορικών» εξεγερσιακών αναρχικών αποτελούν παράδειγμα του «καλού αναρχισμού» που αντιτίθενται σε αυτά που οι κατηγορούμενοι όρισαν ως «κακό». Το σύνηθες παιχνίδι του καλού και κακού. Πολλά έχουν συμβεί από την δίκη «Martini», όταν το κομμάτι του καλού, αναγκαίο για την δύναμη, απονεμήθηκε στους αναρχικούς της ιταλικής FAI. Ας μην βγω λάθος, εγώ ακόμα πιστεύω ότι, παρόλο που πολλοί δικαστές, εισαγγελείς και διάφοροι άλλοι θα πουν κακά πράγματα οι αναρχικοί είναι ανάξιοι της δύναμης, οποιασδήποτε δύναμης. Εγώ είμαι ο πρώτος που θα πει ότι αυτοί οι ελιγμοί είναι μόνο εργαλειοποιήσεις, αλλά υποδεικνύουν τι η καταστολή επιδιώκει να κάνει, αποκαλύπτουν όχι μόνο την πραγματική ουσία της δύναμης, αλλά και πάνω απ’όλα τι φοβάται την δεδομένη στιγμή, αποτελεί πυξίδα που υποδεικνύει την πιο αποτελεσματική πρακτική, γιατί είναι αυτή που προξενεί τον περισσότερο φόβο. Και παρατηρούμε καλά ότι η καταστολή δεν περιορίζεται μόνο στο να καταστέλλουν εκείνους που διαμαρτύρονται υλιστικά, αλλά και εκείνους που προτείνουν μια άλλη στρατηγική επίθεσης με λέξεις και ιδέες, πιο απλά, πιο δυναμικά, αψηλάφητη για την εξουσία. Θα ήταν αρκετό να ακούσουμε κάποιες ακροάσεις από το «τραγικό» τσίρκο που λαμβάνει χώρα στο δικαστήριο του Τορίνο για να το διαπιστώσουμε. Είναι ανόητο να γράφουμε αποτιμήσεις, το πιο σοφό που έχουμε να κάνουμε είναι να θέσουμε κάποια ερωτήματα στους εαυτούς μας.

Ας αφήσουμε στην άκρη αυτή την οπτική που ανήκει στην καταστολή, και ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε την ερώτηση σχετικά με τις διαφορές ανάμεσα στην «παλιά» και την «νέα» αναρχία. Είναι ο «συντονισμός», όπου η πρώτη διαφορά που ξεπροβάλλει ανάμεσα στον «ανοιχτό», «κοινωνικό» ινσουρεξιονισμό και σε αυτούς που ταυτίζονται με την FAI-IRF, σχετίζεται με την δράση, δίνοντας ζωή (οι υποστηρικτές της FAI-IRF) στα καλέσματα για επίθεση, μέσω επιθέσεων. Στην εξεγερσιακή στρατηγική που συνδέεται με ενδιάμεσους αγώνες σε συγκεκριμένη επικράτεια [για παράδειγμα στην Val Sua (αγώνας ενάντια στον σιδηρόδρομο υψηλής ταχύτητας στα βουνά)], ο συντονισμός είναι απαραίτητος για την εγγύηση συνέπειας διαχρονικά που επιτρέπει την προσαρμογή στις συνεχόμενες αλλαγές του «δημοφιλούς» αγώνα. Επιπλέον, ο «συντονισμός» αυτός πρέπει να ενεργεί χωρίς να αφήνει ίχνη, καθώς θα πρέπει να «κατευθύνει τον εαυτό του» χωρίς να αποκαλύπτει τα εξεγερσιακά του αντικείμενα, επειδή το «πραγματικό κίνημα» δεν θα μπορεί να κατανοήσει την οπτική ακραίας σύγκρουσης χωρίς διαμεσολαβήσεις και θα το ερμηνεύσει ως αυτοκτονικό. Τα “κομμάτι»” της σταρτηγικής αυτής μπορεί να έχει πολλά ονόματα: «αυτοδιαχειριζόμενες οργανώσεις», «απλές επιτροπές πολιτών», «συνελεύσεις πολιτών».. Και θα πρέπει να πορευτούν με σοφία και σύνεση, όπως ακριβώς σε μια παρτίδα ντάμα.

Ένα «παιχνίδι» στρατηγικής που ρισκάρει να εμπέσει ανάμεσα σε «πολιτική» και «παρέμβαση», αλλά το οποίο, αν είναι επιτυχές, θα μπορέσει να οδηγήσει σε εξέγερση, ακόμα και αν είναι σε μικρές επικράτειες. Ο συντονισμός συνεπάγεται κοινό ρίσκο με την συγκεκριμένη οργάνωση, την παραγωγή μιας ελίτ επαγγελματιών σε εξέγερση, οι οποίοι, χάρη στην ικανότητά τους και την θέλησή τους, αποφασίζουν και ελέγχουν τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα. Αυτός ο κίνδυνος δεν υφίσταται μεταξύ ομάδων, ατομικοτήτων, άτυπων οργανώσεων που είναι κομμάτι της -ας πούμε- «νέας αναρχίας». Σε αυτή την «αναρχική διεθνή» δεν υπάρχει συνεργασία μεταξύ ομάδων που επανορθώνουν… αυτές είναι περιορισμένες στο να συγκεντρώνουν τις δυνάμεις τους σε παρόμοια αντικείμενα μέσω διεθνών εκστρατειών, προαχθείσες από αξιώσεις υπευθυνότητας. Το αρχιπέλαγος FAI IRF είναι ένα από τα δομικά στοιχεία αυτής της «διεθνούς», η οποία είναι με τον ίδιο τρόπο « αδιάρθρωτη».

Άλλη διαφορά η οποία ξεχωρίζει είναι οι «ανακοινώσεις». Οι εξεγερσιακοί (παλαιού τύπου) το αποστρέφονται, καθώς απεχθάνονται ακρωνύμια και συντομεύσεις, για αυτούς οι ισχυρισμοί ευθύνης εξυπηρετούν μόνο στην αυτοεπιβεβαίωση με το να σέρνουν τους εαυτούς τους σε έναν στείρο μηχανισμό αυτοπαρουσίασης και (εξυπηρετούν) στο να περιορίζουν τους «καταπιεσμένους», τους «αποκλεισμένους» σε ρόλο απλών παρατηρητών, Αυτή η συζήτηση θα μπορούσε να έχει την λογικής της, αν δεν ήταν γεγονός πως η «ανάληψη ευθύνης» στην δική μας περίπτωση είναι ένα μέσο επικοινωνίας μεταξύ μας. Κατά την γνώμη μου, μια κριτική τέτοιου είδους είναι άτοπη, όσο εμείς μιλάμε για μια εσωτερική επικοινωνία του «κινήματος», συνεπώς κατευθύνεται σε δυνάμεις που ήδη υπάρχουν, στους συνειδητά αναρχικούς και επααναστάτες που ήδη δρουν καταστροφικά. Αυτού του είδους η «αναρχική διεθνής» δεν μπορεί να στοχεύει στον «προσηλυτισμό», πόσο μάλλον το να καθοδηγεί τους καταπιεσμένους στην αναρχία, όπως τα πρόβατα αναζητούν κάποιον βοσκό. Εμείς οι ίδιοι καταπιεζόμαστε και χρησιμοποιούμε την επικοινωνία για να απλοποιήσουμε τις ζωές μας και να αποφύγουμε τις σύνθετες δομές και τα δυσκίνητα συντονιστικά που μπορούν να δυσχεράνουν την δράση μας με το να μας επιβραδύνουν. Αυτού του είδους η επικοινωνία θα μας επιτρέπει να είμαστε ενεργοί, το αν υπάρχει κάποιος που απλά επικροτεί, δεν αποτελεί δικό μας θέμα. Όσον αφορά τα ακρωνύμια και τις συντομεύσεις, δεν είναι απαραίτητα, αλλά όταν υπάρχουν (για παράδειγμα FAI, ΣΠΦ..) εξυπηρετούν «μόνο» στο να δώσουν συνέχεια σε μια κουβέντα, ένας τρόπος «ένωσης» ενώ παραμένουμε χωριστά. Τα ακόλουθα αποσπάσματα δύο αναλήψεων, ένα από την Ιταλία και ένα από την Γερμανία, είναι τα σαφή παραδείγματα αυτού του συνεχούς διαλόγου μέσω των δράσεων που ξεπερνά τα κρατικά σύνορα, «ενώνοντας» χωρις να οργανώνει. Πιστεύω πως αποτελούν ένα πραγματικό, ζωντανό παράδειγμα ενός από τους πολλούς τύπους «άτυπων οργανώσεων» που δρουν στο εδώ και το τώρα:

– Ρώμη, Πυρήνας Santiago Maldonado/ FAI IRF αναλαμβάνει την εμπρηστική επίθεση σε αστυνομικές εγκαταστάσεις (07/12/2017): «Κάθε ατομικότητα και συγγενικές ομάδες αναπτύσσει και αυξάνει τις δικές της εμπειρίες στους αδελφικούς δεσμούς… Η δομημένη ιεραρχικά οργάνωση όχι μόνο σκοτωνει την ελευθερία των ατομικοτήτων, αλλά επίσης τις εκθέτει περισσότερο στην καταπίεση. Η άτυπη αναρχική οργάνωση είναι το όργανο που εμείς θεωρούμε ως το πιο κατάλληλο αυτή τη στιγμή, για την συγεκριμένη δράση, γιατί μας επιτρέπει να διατηρήσουμε την αμείωτη ανεξαρτησία μας, τον διάλογο μέσω των αναλήψεων με τους άλλους εξεγερμένους και τελικά την προπαγάνδα που μεταφέρεται από τον θόρυβο της έκρηξης. Δεν είναι και δεν θέλει να είναι ένα απόλυτο και ορισμένο όργανο. Μια ομάδα δράσης γεννιέται και αναπτύσσεται γνωστικά, εμπιστευτικά. Αλλά άλλες ομάδες και ατομικότητες μπορούν να μοιραστούν, ακόμα και προσωρινά, ένα σχέδιο, έναν διάλογο, χωρίς να γνωρίζονται μεταξύ τους προσωπικά. Επικοινωνείται απευθείας μέσω της δράσης…
Με την δράση αυτή, παρουσιάζουμε ένα διεθνές σχέδιο επίθεσης απέναντι σε άτομα, δομές και μέσα καταπίεσης. Κάθε ατομικότητα με τις μεθόδους που θεωρούν ότι ταιριάζουν περισσότερο, και αν θέλουν, μπορούν να συνεισφέρουν στην συζήτηση…»

-Βερολίνο «Πυρήνας FAI IRF «Βίαιη Μειοψηφία», ανάληψη ευθύνης για τον εμπρησμό οχήματος εταιρίας σεκιούριτι (06/03/2018): «Ο εμπρησμός οχημάτων εταιριών σεκιούριτι στο Βερολίνο ως χρήσιμο μέσο επικοινώνησης. Αναφερόμενοι σε άλλες αναλήψεις, εμείς ακολουθούμε την πρόταση της συσχέτισης μεταξύ μας προκειμένου να αναπτύξουμε τόσο μια πιο ευρεία κινητοποίηση μαχητικών ομάδων στην Ευρώπη, και να αναπτύξουμε μια θεωρητική βάση. Αναγνωρίζουμε τις λέξεις και την αλληλεγγύη και τα μοιράζουμε, όπως ο Ρουβίκωνας γράφει σχετικά με την επίθεση ενάντια στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Αθήνα, 19/12/2017… Κάποιοι άνθρωποι στη Ρώμη εκφράζουν τις ίδιες σκέψεις, όταν αυτοί αναλαμβάνουν την ευθύνη ως Πυρήνας της FAI IRF Santiago Maldonado, για την έκρηξη στις αστυνομικές εγκαταστάσεις στο San Giovanni… Κάποιες φορές είναι απαραίτητο να ορίζουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο ενεργούμε, όπως έκαναν οι αναρχικοί στο BarLe-Duc , όταν διοχέτευσαν πολύ θυμό μέσω της φλόγας στο πάρκινγκ αυτοκινήτων Enedis… Ακόμα κι αν είμαστε λίγοι, μπορούμε να οργανωθούμε αντί να περιμένουμε την έγκριση των λεγόμενων «οργανωτών του κινήματος» και να αντιδράσουμε στην επίθεση των εξουσιαστικών μηχανισμών. Μπορούμε να δράσουμε και να διαλέξουμε την στιγμή μας, μόνοι μας..»

Για να κλείσω και με τις παραπομπές, μια συνεισφορά από την άλλη πλευρά. Ένα εξεγερσιακό ”απόσπασμα” συνταγμένο στο “Avis des Tempetes – Αναρχικό δελτίο για τον κοινωνικό πόλεμο τεύχος 1 ( 15/01/2018 ), με τίτλο του άρθρου ”Επαναφορά”. ” Η άτυπη οργάνωση ή ορθότερα, μία ανώνυμη αυτό-οργάνωση, χωρίς αντιπρόσωπους, χωρίς μεσολαβητές… Για να είμαστε σαφείς, υπάρχουν πολλές άτυπες ομαδοποιήσεις, ποικίλων ειδών, αναλόγως και με τις στοχεύσεις της κάθε μίας. Η άτυπη μέθοδος δεν αποσκοπεί να σύρει όλους τους αναρχικούς παρέα κάτω από το ίδιο σύμπλεγμα, προσφέρεται όμως ως ενδεδειγμένη μέθοδος για τον πολλαπλασιασμό των συντονισμών, των άτυπων οργανώσεων, των ομάδων συγγένειας. Η συνάντηση τους μπορεί να διαδραματιστεί στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης πρότασης, μιας έμπνευσης ή ενός καλοστημένου σχεδιασμού. Εκεί έγκειται και η βασική διαφορά μεταξύ μιας άτυπης οργάνωσης περιτριγυρισμένης από αδιόρθωτους «τεμπέληδες και άτακτους» (αδιάφορους για την εύρεση ακόλουθων ), και άλλου τύπου μαχητικών οργανώσεων για τις οποίες σχεδόν πάντοτε προτεραιότητα έχει η επικύρωση της ύπαρξης τους διαμέσου της όποιας επιρροής είναι σε θέση να ασκήσουν στα γεγονότα, να αφήσουν συντεταγμένες για τα ενδεδειγμένα μονοπάτια και να συγκροτήσουν έναν πόλο ικανό να αντιπαραβληθεί με αυτόν της κυριαρχίας. Η άτυπη οργάνωση ερείδεται σε διαφορετικές βάσεις, ξεγλιστρώντας της προσοχής των σκυλιών της κυριαρχίας, υφίσταται μόνο στα αποτελεσματικά έργα που εξαπολύει. Εν ολίγοις, δεν ενδιαφέρεται να υπερασπιστεί ή να επικυρώσει κάποιο όνομα, έχει μόνο ένα έργο να ευοδώσει. Ένα εξεγερσιακό σχέδιο…»

Οι συντρόφισσες των δεκαετιών του 80 και του 90, έχοντας ζήσει στο πετσί τους το αυτοαποκαλούμενο «εξεγερσιακό εγχείρημα» θα έπρεπε να έχουν καταλάβει πως οι ωραίες κουβέντες και οι εξαίρετες θεωρίες δεν αρκούν για να αναχαιτίσουν το «ενδιαφέρον των σκυλιών της κυριαρχίας…». Η υπόθεση ”Μαρίνι” είναι ένα σχολείο συνοδευόμενο από δεκαετίες θρυμματισμένων χρόνων και κατεστραμμένων ζωών. Η απουσία αναλήψεων και ακρωνύμιων δεν επαρκεί ώστε να γίνεις «τεμπέλα και άτακτος..» όταν αναγκαζόμαστε, προκειμένου να μην απομονωθούμε από το «κοινωνικό» γίγνεσθαι, όπου όλα είναι προκαθορισμένα εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων και η αγελαία εξουσία και ιεραρχία ξεπροβάλλουν αυθόρμητα και απαρέγκλιτα. Τίποτα, κατά την άποψη μου, δεν απέχει περισσότερο από την ανωνυμία απ΄ότι το «εξεγερσιακό εγχείρημα» υιοθετημένο κατ’ έναν αποκλειστικά, «κοινωνικό» τρόπο. Δεν είναι αρκετό να «μην αποζητάς ακόλουθους…» ενώ οι κοινωνικοί αγώνες στους οποίους συμμετέχουμε μας μετατρέπουν σε ηθοποιούς και ένθετα θεαματικών φαινομένων όπως ο αγώνας στην κοιλάδα Val Susa, ακόμα πιο πίσω στο «εργαστήριο» του Comiso όπου αυτή η κατάληξη βιώθηκε έμπρακτα, τουλάχιστον εδώ στην Ιταλία. Η εξεγερσιακή προοπτική φέρει μαζί της τα παραπάνω ρίσκα, είτε μπορούμε να τα αντικρίσουμε είτε όχι, είναι ζήτημα χαρακτήρα, οπτικής και πιθανότατα αποτελεσμάτων… Δεν μπορώ να λησμονήσω τις λαλίστατες σιωπές κατά την διάρκεια συνελεύσεων, καθώς στην ουσία αυτές αποφάσιζαν. Κατηγορώ την συντριπτική πλειοψηφία γι΄αυτές τις εκκωφαντικές σιωπές, μαζί και μένα ως παρευρισκόμενο. Υπερβολικά επηρεασμένος από την εξουσία (ασφαλώς όχι εκούσια) πιο έμπειρων συντρόφων, πιο διαβασμένων, πιο αθυρόστομων, καλύτερους στην αποσαφήνιση των λεγομένων τους, καλύτερους και στην πράξη, πιθανότατα…

Σήμερα, πέρα από αυτό το κελί, δεν γνωρίζω τι απέμεινε από το παραπάνω εγχείρημα. Στον απόηχο της απογοήτευσης από την έκβαση του αγώνα στην κοιλάδα Val Sula, πολλές συντρόφισσες θα όφειλαν ίσως να αναστοχαστούν διαυγέστερα σχετικά με την ανάγκη καλύτερου υπολογισμού της δράσης και όχι περιστολής της, της επιτακτικότητας να στοχεύσουμε πιο ψηλά και της κατανόησης ότι η συμπόρευση ανεξαρτήτως κόστους με το ”πλήθος” καταντά αντι-παραγωγική. Ο «μεσοβέζικος» αγώνας, διέπεται από τον κίνδυνο να μας ωθήσει πίσω αντί για εμπρός, κάνοντας μας να απεμπολήσουμε την αίσθηση του ποιοι είμαστε, σχεδόν ότι συνέβη με τον αναρχοσυνδικαλισμό τον περασμένο αιώνα. Σε όσες απουσίαζαν εκείνα τα χρόνια μπορούν να τους αφηγηθούν αμέτρητες ιστορίες, αλλά συχνότερα καταλήγουμε να τις επαναλαμβάνουμε στους εαυτούς μας προκειμένου να διαφυλαχθούν ναρκόπνοες ψευδαισθήσεις στο δικό μας χωράφι εντός του κινήματος. Επιβάλλεται να είμαι ξεκάθαρος (ειδικά αντίκρυ του εαυτού μου): Δεν υφίσταται «γνήσια» πρακτική δίχως την απαίτηση για κάποιας μορφής αφοσίωση ή ρίσκου. «Καθαρότητα» δεν υπάρχει, και δη μάλλον σε μία δυσοίωνη συνθήκη όπου υποχρεωνόμαστε να εκθέσουμε τον εαυτό μας σε μία απονενοημένη πάλη με τον εχθρό να μας περιβάλλει. Ούτε θα προκύψει μία «άφθαρτη», «απόλυτη» συγγένεια (η απογοήτευση πάντα καραδοκεί στην γωνία) ώστε να υπερκεράσει το κάθε εμπόδιο που η εξουσία θα προτάξει στον δρόμο μας.

Όταν δεν οργανωνόμαστε στις τάξεις μιας φορμαλιστικής ένωσης, όλα βασίζονται στην φιλία, στην αφοσίωση, στην τήρηση των λεγομένων, στην στοργή, στην αγάπη και στο κουράγιο, πράγματα φρούδο να νομίζουμε «αιώνια». Μακράν περισσότερο απ΄ότι σε μία παραδοσιακή οργάνωση, στις άτυπες συμπράξεις οφείλουμε να είμαστε πάντα έτοιμες να μείνουμε μόνες. Το πεπρωμένο μας αποτίθεται πλήρως στα χέρια μας, οι αντιπρόσωποι κάθε είδους εκλείπουν. Ο βαθμός ανεξαρτησίας και αυτονομίας πρέπει να μένει πάντα στο ζενίθ. Θαρρώ πως είναι υγείες, κατά βάθος, «ότι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς», ας ελπίσουμε…

Για να συνοψίσω, πιστεύω πως μπορώ να ισχυριστώ ότι αντιμετωπίζουμε δύο διαφορετικές στρατηγικές θεμελιωμένες στην άτυπη αντίληψη και δρουν σε δύο εντελώς διαφορετικά επίπεδα. Η πρώτη έχει ως σημείο αναφοράς της την κοινωνία, το «πραγματικό κίνημα» και έχει το φιλόδοξο σχέδιο μακροπρόθεσμα να πυροδοτήσει μια γενικευμένη εξέγερση αξιοποιώντας προστριβές περιορισμένες σε μία καθορισμένη περιοχή. Η άλλη έχει τον «σεμνότερο» σκοπό να προκαλέσει την μέγιστη δυνατή ζημιά, χωρίς αναβολές, με τις πραγματικές δυνατότητες (όσο ισχνές κι αν αυτές είναι) στο απόθεμα των αναρχικών εδώ και τώρα. Αυτές οι δύο οπτικές δεν βρίσκονται de facto σε σύγκρουση, μπορούν να συνυπάρξουν ειρηνικά και αρκούντως διακριτά σε έναν κοινό χρόνο, τόπο και αγώνα. Κάτι άλλο που κρίνω πως μπορώ να πω με βεβαιότητα είναι πως κάθε πρακτική συνοδεύεται από ρίσκα. Στην περίπτωση της «ανοιχτής» άτυπης οργάνωσης η οποία αποβλέπει σε έναν συσχετισμό με την «κοινωνία», ελοχεύει ο κίνδυνος να αποπροσανατολιστούμε ξεπέφτοντας στην μεσολάβηση του πολιτικαντισμού.

Στην άτυπη οργάνωση, «ένα όργανο πολέμου» (πχ: FAI/IRF) προβάλλει ο κίνδυνος της ολίσθησης στον «σεχταρισμό», σε απόλυτη απομόνωση από τον έξω κόσμο. Με τον καιρό κινδυνεύουμε να λησμονήσουμε πως πρόκειται απλώς για ένα όργανο όπως τόσα άλλα και όχι έναν σκοπό καθ΄αυτόν, υποπέφτοντας στο ατόπημα να γίνουμε «ζηλωτές» μιας συγκεκριμένης υπογραφής και όχι απλοί συμμέτοχοι σε μια κοινή συγχορδία για μία πεπερασμένη χρονική περίοδο. Για να αποφύγουμε την παρεκτροπή σε αυτού του είδους τον «αυτισμό» και ατέρμονα να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, θα απέβαινε πολύτιμη η απροθυμία μας να συμβιβαστούμε καθ΄οιονδήποτε τρόπο με τα εκάστοτε επιτυχημένα αποτελέσματα, να παραμένουμε σε μία διαρκή αναζήτηση τρόπων να οξύνουμε τα όπλα μας και πάνω απ΄όλα να μην ξεχνάμε την χρησιμότητα της αυτοκριτικής, γιατί καμία δεν κρατάει την «αλήθεια» στην τσέπη της, αν υφίσταται εξαρχής κάτι σαν «αλήθεια».

Τα τελευταία χρόνια, μέσω αυτής της «Διεθνούς» της δράσης, πολλά αδέρφια αναχώρησαν σε ένα νέο ταξίδι, διανοίγοντας μία προοπτική ανυπόθετη μέχρι χθες. Ας μην παρασυρθούμε από τον «αυτισμό» των εξεγερσιακών, θα είναι ασυγχώρητο…

Ζήτω οι Διεθνείς Εκστρατείες!
Ζήτω η Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς! Ζήτω η FAI/IRF!
Ζήτω η Αναρχία!!!

Paola, Anna,* εύχομαι το χώμα να είναι ελαφρύ…

Alfredo Cospito
5 Δεκέμβρη 2018

( Άρθρο από το περιοδικό Fenrir #9, οικο-αναρχικό εκδοτικό εγχείρημα στην Ιταλία )

Η Paola μια ενεργή συνένοχος στον αγώνα για την απελευθέρωση των ζώων, για την εξάπλωση της ριζοσπαστικής οικολογίας και για την πάλη ενάντια σε όλες τις μορφές εγκλεισμού, «ακόμα και για την ανασκευή ενός ήθους από καιρό εξαφανισμένου». Μεταξύ των όσων μετανιώνω βρίσκεται και το ότι ποτέ δεν διασταύρωσα τον δρόμο μου μαζί σου…
Anna Campbell, σύντροφος του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού του Μπρίστολ, σκοτώθηκε στο Afrin καθώς μαχόταν στις τάξεις του YPG.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Δ.Ο RAGNAROK